Παρά τις βιαστικές, μεψίμοιρες δηλώσεις ορισμένων για τη φετινή χαμηλή ποιότητα του 70ου φεστιβάλ, πρέπει να πω πως, με βάση τις ταινίες που είχα την ευκαιρία να δω στη διάρκεια των 12 ημερών του φεστιβάλ, μπόρεσα να ξεχωρίσω αρκετές σημαντικές ταινίες (σίγουρα, θα υπήρχαν και κάποιες άλλες που δεν μπόρεσα να δω, όπως το Frost του Σαρούνα Μπάρτας και visages Villages της Ανιές Βαρντά, για να αναφέρω δυο, για τις οποίες αγαπητοί φίλοι μου μίλησαν με ενθουσιασμό), ταινίες που μας έδωσαν μια εικόνα των προβληματισμών (τόσο από πλευράς θεμάτων όσο και μορφής) που απασχόλησαν τους σύγχρονους σκηνοθέτες μας, και που έδειξαν πως το φεστιβάλ, πέρα από το γνωστό γκλάμορ, στράφηκε και στον κινηματογράφο εκείνο που αγαπάμε και αναζητάμε σε κάθε φεστιβάλ.

–              “Loveless” του Αντρέι Σβιαγκίντσεβ – η αποξένωση στις σύγχρονες κοινωνίες, μέσα από την ιστορία ενός μεσοαστικού ζευγαριού, που ο αποτυχημένος γάμος τους και οι μικροφιλοδοξίες τους θα οδηγήσουν τον μικρό γιο τους στην καταστροφή.

–              “Η επόμενη μέρα” (The Day After) του Χονγκ-Σανγκ Σου – τη δική του ερωτική, εξωσυζυγική σχέση, με την πρωταγωνίστριά του Κιμ Μιν-Χι, που στη συνέχεια παντρεύτηκε, διερευνά, για δεύτερη φορά (μετά το “Στην παραλία, μόνος τη νύχτα”) ο Χονγκ Σανγκ-Σου μέσα από την ιστορία του παντρεμένου διευθυντή εκδοτικού οίκου, που θυμάται την πρόσφατη σχέση του με υπάλληλό του.

Με μαυρόασπρο φιλμ, με διάφορα φλας-μπακ που αναπλάθουν τις αναμνήσεις του εγωιστή ήρωα, με μεγάλους, στη διάρκεια κατανάλωσης soju και άλλων ποτών, διαλόγους με κύριο θέμα τις  ηθικές και άλλες αξίες, διαλόγους δοσμένους μέσα από έξοχα, μεγαλης διάρκειας πλάνα-σεκάνς, ο σκηνοθέτης φτιάχνει ένα απολαυστικό, διανθισμένο με χιούμορ, και ωραία μελαγχολική μουσική, ταινία, που θυμίζει εκείνες της γαλλικής νουβέλ βαγκ.

–              “Happy Day” του Μίκαελ Χάνεκε – αλληγορία, δοσμένη με λεπτή ειρωνεία, γύρω από μια ξωφλημένη αστική κοινωνία, αδιάφορη για τους μετανάστες που βρίσκονται στη χώρα τους, με κυρία πρόσωπα τα μέλη μιας μεγαλοαστικής οικογένειας, που ζει σε ένα μοντέρνο, επηρεασμένο από τη σύγχρονη τεχνολογία, κόσμο, που δείχνουν να μη γνωρίζουν πως δίπλα τους ζουν άτομα βασανισμένα, πεινασμένα, εγκαταλειμμένα στην τύχη τους, από αδιάφορα  καθεστώτα και τη γραφειοκρατία τους.

–              “Good Time” των Μπεν Σάφτι και Τζόσουα Σάφτι – διανθισμένο με χιούμορ αλλά και στοιχεία του φιλμ νουάρ, θρίλερ, γύρω από δυο αντί-ήρωες, κυνηγημένους από την αστυνομία, με τους αδερφούς Σάφτι να επικεντρώνονται στη σκιαγράφηση των χαρακτήρων και την ανάπτυξη των καταστάσεων.

–              “Το φεγγάρι του Δία” του Κορνέλ Μουντρούτσο – ταινία που χρησιμοποιεί στοιχεία του φανταστικού σινεμά (μέσα από ένα αιωρούμενο Σύριο μετανάστη) για να μας μιλήσει με φρεσκάδα και πρωτοτυπία, για το μεταναστευτικό, αλλά και για την πίστη στον ανθρωπο, στην αξιοπρέπεια, τη δικαιοσύνη και την αλληλεγγύη.

–              “Okja” του Τζούν-Χο Μπονγκ – παραμύθι για μικρούς και μεγάλους, όμορφη αλληγορία πάνω στην προστασία των ζώων, κάτι ανάμεσα στις ταινίες του Μιγιαζάκι και του Σπίλμπεργκ, δοσμένη με ωραία εντυπωσιακά εφέ (παρσγωγή της Netflix).

–              “The Square” του Ρούμπεν Όστλουντ – απολαυστική κωμωδία, που διακωμωδεί ένα είδος  μοντέρνας τέχνης αλλά και σχόλιο πάνω στην έλλειψη επαφής και αλληλεγγύης σε μια σύγχρονη, αποξενωμένη αστική κοινωνία.

–              “Ιστορίες της οικογένειας Μεγέροβιτς” του Νόα Μπάουμπακ – η τέχνη συγκρούεται με το χρήμα και τις ματεριαλιστικές ανέσεις σε μια δυσλειτουργική οικογένεια, όταν τα σκορπισμένα σε διάφορες πόλεις και χώρες μέλη της συναντιώνται για να παρευρεθούν στην έκθεση του καλλιτέχνη (γλύπτη) πατέρα. Σχόλιο πάνω στο χαμένο αμερικανικό όνειρο, με έξοχους διαλόγους (ανάμεσα στον Άρθουρ Μίλερ και τον Έντουαρντ Άλμπι), σε μια ακόμη ιδιαίτερα προσεγμένη παραγωγή της Netflix.

–              “Μια γλυκιά γυναίκα” του Σεργκέι Λοζνίτσα – το εφιαλτικό, καφκικό ταξίδι μιας απλής γυναίκας, που ξεκινάει από το χωριό της για να επισκεφτεί το φυλακισμένο άντρα της στη μακρινή Σιβηρία. Ενα διανθισμένο με μαύρο χιούμορ και, ενδιάμεσα φελινικές εικόνες, σχόλιο πάνω στη σημερινή κατάσταση στη μετά-κομμουνιστική Ρωσία.

–              “Ροντέν” του Ζακ Ντουαγιόν – με επίκεντρο την πρώτη κρατική ανάθεση στον διάσημο γλύπτη να φτιάξει τις “Πύλες της Κολάσεως” (εμπνευσμένες από την “Κόλαση” του Δάντη), στην εκρηκτική περίοδο της σχέσης του με την πρώην μαθήτριά του και γλύπτρια Καμίλ Κλοντέλ, ο Ντουαγιόν στρέφει το ενδιαφέρον του στους προβληματισμούς και τις απόψεις του Ροντέν για την τέχνη του καθώς και στον τρόπο της δημιουργικής διαδικασίας, με τον Βενσάν Λεντόν να εκφράζει με τον καλύτερο τρόπο τον ευαίσθητο, ευάλωτο καλλιτέχνη.

–              “You Were Never Really Here” της Λιν Ράμσεϊ – εικαστικά συναρπαστικό θρίλερ ωμότητας, βουτηγμένο στην ατμόσφαιρα του φιλμ νουάρ, με πρωταγωνιστή έναν επαγγελματία εκτελεστή, που έρχεται αντιμέτωπος με γκάνγκστερ και πανίσχυρους πολιτικούς όταν αναλαμβάνει την προστασία ενός ανήλικου κοριτσιού.

–              “Ο σεβασμιότατος W.” του Μπαρμπέτ Σρέντερ – αποκαλυπτικό ντοκιμαντέρ, πορτρέτο του ρατσιστή βουδιστή μοναχού Ma Ba Tha, που με σύνθημα “μια φυλή, μια θρησκεία”, οδήγησε τους ακόλουθούς του σε σφαγές χιλιάδων μουσουλμάνων στη Βιρμανία.

–              “24 πλάνα” (“24 Frames”) του Αμπάς Κιαροστάμι – 24 πλάνα, 24 πανέμορφες μινιατούρες, με σκηνές με ζώα (άλογα, βόδια, πρόβατα, περιστέρια, ελάφια, χήνες, γλάρους), γυρισμένες από παράθυρα, σε ανοικτής χώρους, με βροχή και με χιόνι, ενα όμορφο, ποιητικό αντίο από ενα μεγάλο, εμπνευσμένο σκηνοθέτη.

–              “Wonderstruck” του Τοντ Χέινς – ο μαγικός ρεαλισμός και η ποίηση κυριαρχούν στην παράλληλη αυτή περιπέτεια δυο παιδιών, που ξεκινούν σ’ ένα ταξίδι αναζήτησης, με χρονική διαφορά 50 χρόνων, με τον σκηνοθέτη να βρίσκει την ευκαιρία να μας μιλήσει για δυο σημαδιακές περιόδους στην ιστορία της Αμερικής, εκείνης της απαρχής της μεγάλης ύφεσης και του τέλους του Βωβού κινηματογράφου κι εκείνης της περιόδου της αμφισβήτησης που ακολούθησε στη διάρκεια και το τέλος του πολέμου του Βιετνάμ.

–              “L’ amant double” του Φρανσουά Οζόν – ψυχολογικό θρίλερ, με τον Οζόν να εκμεταλλεύεται τις επικίνδυνες φαντασιώσεις μιας γυναίκας για να δημιουργήσει μια, βουτηγμένη σε έναν άκρατο ερωτισμό, και με έντονο το σασπένς, ατμόσφαιρα.