Η τρομοκρατική επίθεση στο Μάντσεστερ δεν μπορούσε παρά να έχει και τον αντίκτυπό της στο φεστιβάλ των Κανών, χώρος όπου εκτός από τους επαγγελματίες του κινηματογραφικού χώρου (παραγωγούς, διανομείς, δημοσιογράφους, υπαλλήλους στο τμήμα της Αγοράς), που ξεπερνούν τις 30.000, έχουν μαζευτεί μερικά από τα πιο γνωστά ονόματα του παγκόσμιου κινηματογράφου.

Στο πνεύμα αυτό και μπροστά στον κίνδυνο κάποιας τρομοκρατικής επίθεσης, τα μέτρα ασφαλείας έχουν διπλασιαστεί, ιδιαίτερα στις εισόδους των αιθουσών προβολής, ενώ εκατοντάδες οπλισμένοι αστυνομικοί περιπολούν και ελέγχουν τους δρόμους προς το χώρο του φεστιβάλ.

Σήμερα, στις 3 μ.μ. ύστερα από έκκληση της διεύθυνσης του φεστιβάλ, όλοι οι παρευρισκόμενοι στις διάφορες αίθουσες προβολής ή και αλλού, ως ένδειξη αλληλεγγύης προς τας θύματα, τις οικογένειές τους και το βρετανικό λαό, κράτησαν ενός λεπτού σιγή για τα θύματα της άνανδρης αυτής επίθεσης, που, όπως τη χαρακτηρίζει στην ανακοίνωσή του το φεστιβάλ, είναι «ακόμη μια επίθεση ενάντια στην κουλτούρα, τα νιάτα και τη χαρά της ζωής, ενάντια στην ελευθερία μας, την γενναιοδωρία μας και την ανοχή μας, όλα όσα το φεστιβάλ και όσοι συμβάλλουν στη διεξαγωγή του – οι καλλιτέχνες, οι επαγγελματίες και οι θεατές – το κάνουν τόσο προσφιλή».

Ενώ, το φεστιβάλ ακύρωσε την αποψινή χρήση πυροτεχνημάτων που θα υποστήριζαν τις σημερινές εορταστικές εκδηλώσεις για τα 70 χρόνια του φεστιβάλ, περιορίζοντάς τις απλά σε μια ειδική  εκδήλωση, σήμερα το μεσημέρι, με την παγκόσμια προβολή της ταινίας «24 Frames», τελευταίο έργο που πρόλαβε να γυρίσει ο διάσημος Ιρανός σκηνοθέτης (τακτικός στα προγράμματα των Κανών), Αμπάς Κιαροστάμι, πριν από το θάνατό του, πέρσι τον Ιούλιο.

Το πόσο μπορεί ο κινηματογράφος και γενικότερα η τέχνη να επηρεάσει ή και να βοηθήσει ένα άτομο ήταν το θέμα της ιαπωνικής ταινίας «Λάμψη» (Radiance) της Γιαπωνέζας σκηνοθέτριας Ναόμι Καβάζε (το 2007 είχε  κερδίσει το Μέγα Βραβείο των Κανών για την ταινία της «Το δάσος Μοντάρι»), που είδαμε σήμερα στο διαγωνιστικό τμήμα του 70ου φεστιβάλ.

Η ταινία περιγράφει τον έρωτα που αρχίζει να αναπτύσσεται ανάμεσα σε μια νεαρή γυναίκα, τη Μισάκο και το Νακαμόρι, έναν αρκετά μεγαλύτερό της σε ηλικία, πρώην φωτογράφο, που έχει αρχίσει να χάνει το φως του και που περιφέρεται κουβαλώντας μαζί του τη φωτογραφική μηχανή που γι’ αυτόν είναι, όπως λέει σε μια στιγμή, «η καρδιά του». Η Μισάκο καταπιάνεται με το γράψιμο ηχητικών περιγραφών, για μια εταιρία που προσφέρει κινηματογραφικές προβολές σε άτομα με προβλήματα ακοής, για να μπορούν με τις περιγραφές της να παρακολουθήσουν όσο το δυνατό καλύτερα τις ταινίες.

Σε μια δοκιμαστική προβολή για τέτοια άτομα θα γνωρίσει και το Νακαμόρι, γνωριμία που θα βοηθήσει τη Μισάκο να ξεπεράσει τα προσωπικά της προβλήματα και να ανακαλύψει την ομορφιά και τη λάμψη της ζωής, που της έλειπε αλλά και να καταλάβει (μαζί της και ο θεατής) πράγματα που ενώ υποτίθεται πως βλέπουμε, τελικά δεν καταλαβαίνουμε.

Με την σκηνοθέτρια να εκμεταλλεύεται την ιστορία για να μας μιλήσει για τον κινηματογράφο αλλά και για την ισορροπία που χρειάζεται να υπάρχει ανάμεσα στην ιστορία και τις συναρπαστικές εικόνες που χρησιμοποιεί για να τη ζωντανέψει την αφήγησή της. Εικόνες που αναπλάθει με αγάπη, με ένα, δοσμένο με άνεση, ρυθμό και με μια κάμερα που ψάχνει διαρκώς τα πρόσωπα για να καταγράψει τις εκφράσεις και τη συμπεριφορά τους σε μια προσπάθεια διείσδυσης στο χαρακτήρα τους.

Η τελευταία ταινία που γύρισε πριν από τον πρόσφατο θάνατό του (πέθανε πέρσι τον Ιούλιο) ο μεγάλος Ιρανός σκηνοθέτης Αμπάς Κιαροστάμι, το ντοκιμαντέρ «24 πλάνα» (24 Frames) είναι μια ωδή στη φύση και την ομορφιά της. Μέσα από 24 πλάνα, των 4,6 λεπτών το καθένα, ο Κιαροστάμι έφτιαξε 24 μινιμναλίστικες, έμμεσα οικολογικές, μινιατούρες, που μας μιλάε για τη ζωή και την ομορφιά της φύσης.

Μινιατούρες, πολλές από αυτές γυρισμένες σε μαυρόασπρο φιλμ, με σκηνές με ζώα (άλογα, βόδια, πρόβατα, περιστέρια, χήνες, γλάρους, ελάφια), που ο σκηνοθέτης κινηματογραφεί σε βουνά, σε δάση, κοντά στη θάλασσα, μέσα από παράθυρα ή και κάγκελα σπιτιών, χωρίς καθόλου αφήγηση, κάπου-κάπου με μουσική (σε ένα απ’ αυτά ακούμε την Κάλας να τραγουδά το Ave Maria), με τα περισσότερα το χειμώνα, με χιόνια ή με βροχή (σε ένα μόνο πλάνο βλέπουμε το φως του ήλιου). Ανάμεσα στα καλύτερα, αναφέρω αυτό με τον γλάρο που πέφτει νεκρό από κάποιο πυροβολισμό και το σύντροφό του να πετάει και να κάθεται δίπλα του αρχίζοντας το δικό του θρήνο. Υπάρχει καλύτερο, πιο όμορφο και πιο ανθρώπινο αντίο;