Στο στόχαστρο καθολικισμός και φασισμός

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

**** Αίμα από το αίμα μου

Sangue de mio sangue. Ιταλία, 2015. Σκηνοθεσία-σενάριο: Μάρκο Μπελόκιο. Ηθοποιοί: Ρομπέρτο Χερλίτζκα, Πιερ Τζόρτζιο Μπελόκιο, Άλμπα Ρορβάχερ, Λίντα Λίμπερμαν. 105΄

Ο καθολικισμός, η υποκρισία, η δίψα για εξουσία αλλά και η αληθινή πίστη, μαζί με την παγκοσμιοποίηση και τις όχι πάντα θετικές αλλαγές στη σημερινή ιταλική (και όχι μόνο) κοινωνία, είναι ανάμεσα στα πολλά θέματα της εξαιρετικής ιταλικής ταινίας «Sangue de mio sangue» («Αίμα από το αίμα μου») του Μάρκο Μπελόκιο.

Η ταινία αποτελείται από δυο ιστορίες, η πρώτη («Η μοναχή»), που εκτυλίσσεται τον 17ο αιώνα στις παλιές φυλακές (μέρος ενός μοναστηριού) του Μπόμπιο (περιοχή στην οποία μεγάλωσε ο Μπελόκιο και στην οποία γύρισε το 1965 την πρώτη του ταινία, «I pugni in tasca») και παρουσιάζει τα βασανιστήρια στα οποία υπόκειται μια νέα γυναίκα η οποία κατηγορείται πως χρησιμοποίησε μαγεία για να αποπλανήσει ένα δόκιμο μοναχό.

Η δεύτερη (που δίνει και τον τίτλο στην ταινία) εκτυλίσσεται στις μέρες μας, στην ίδια πόλη του Μπόμπιο, όπου ένας υποτιθέμενος εφοριακός καταφθάνει με έναν εκατομμυριούχο Ρώσο ο οποίος θέλει να αγοράσει τη φυλακή/μοναστήρι, στην οποία, όπως ανακαλύπτουμε στη συνέχεια, κρύβεται ένας κόμης που οι κάτοικοι της περιοχής θεωρούν πως είναι βαμπίρ και περιφέρεται στους δρόμους τη νύχτα.

Η παρουσία των δυο αυτών αντρών θα προκαλέσει ταραχή στην πόλη όπου οι κάτοικοι είχαν οργανωθεί από τους προεστούς αλλά και τους εργαζόμενους, να ξεγελούν την εφορία και το κράτος με κατεργαριές και απάτες. Με ένα ωραίο, γραμμένο από τον ίδιο, σενάριο, με χιούμορ, ιδιαίτερα στη δεύτερη ιστορία (όπως στη συζήτηση σχετικά με τις παλιές μεθόδους και τις αλλαγές που έχει φέρει η τεχνολογία, ανάμεσα στον κόμη και τον οδοντογιατρό του), με ξεχωριστή φροντίδα στη σύνθεση των πλάνων, με ένα με γνώση και άνεση αναπτυγμένο ρυθμό και με ωραίες ερμηνείες από γνωστό και από άλλες συνεργασίες μαζί του καστ (Ρομπέρτο Χερλίτζκα, Λίντια Λίμπερμαν, Αλμπα Ρορβάκερ, Φρεντερίκα Φρακάσι και τον γιο του σκηνοθέτη, Πιερ Τζόρτζιο Μπελόκιο), ο Μπελόκιο έφτιαξε μια συναρπαστική, εικαστικά όμορφη, ταινία (που δίκαια κέρδισε το βραβείο της FIPRESCI στο φεστιβάλ Βενετίας), σχόλιο πάνω στη σύγχρονη ιταλική κοινωνία.

 

*** ½ – Θα πέσει η νύχτα

Night Will Fall. Βρετανία, 2014. Ντοκιμαντέρ. Σκηνοθεσία: Αντρέ Σίνγκερ. Σενάριο: Λινέτ Σίνγκερ. Αφήγηση: Χέλενα Μπόναμ Κάρτερ, Τζάσπερ Μπρίτον. Με τους: Λέναρντ Μπέρνι, Τζορτζ Λέναρντ, Τζόζεφ Κρέιμερ, Ανίτα Λάσκερ-Βάλφις. 75΄

 

Ένα από τα πιο συγκλονιστικά, ταυτόχρονα πιο συγκινητικά ντοκουμέντα, γύρω από τα ναζιστικά στρατόπεδα εξόντωσης (Μπέργκεν-Μπέλσεν, Άουσβιτε, Μπούχενβαλτ, Νταχάου) που μας δίνει την ευκαιρία να δούμε από κοντά μερικές από τις πιο φρικτές, απάνθρωπες εικόνες της αληθινής κατάστασης των στρατοπέδων.

Ένα ντοκιμαντέρ, με τον τίτλο «German Occupation Camps Actual Survey» («Εμπεριστατωμένη Έρευνα των Γερμανικών Στρατοπέδων Συγκέντρωσης»)που τράβηξαν Αμερικανοί, Βρετανοί και Ρώσοι οπερατέρ, αμέσως μετά την απελευθέρωση των κρατουμένων, και που το γύρισμά του είχαν αποφασίσει τα συμμαχικά στρατεύματα για να δώσουν την πραγματική εικόνα των στρατοπέδων εξόντωσης.

Την επίβλεψη είχε αναλάβει ο Βρετανός παραγωγός Σίντνεϊ Μπέρνσταϊν, με τη βοήθεια του Άλφρεντ Χίτσκοκ, ο οποίος κλήθηκε ειδικά από το Χόλιγουντ όπου είχε τότε μετακομίσει, για να υποβάλει τις προτάσεις του και να επιβλέψει το μοντάζ της ταινίας.

 

Στο μεταξύ όμως, επειδή πολλές από τις σκηνές ήταν τόσο συντριπτικές και τερατώδεις, αποκαλύπτοντας με τον πιο γλαφυρό τρόπο τις φρικαλεότητες των ναζί αλλά και την αδιαφορία του μεγαλύτερου τμήματος του πληθυσμού για όσα συνέβαιναν μπροστά στα μάτια τους, οι Αμερικανοί καθώς και οι σύμμαχοί τους, επειδή δεν ήθελαν να εξαγριώσουν τους Γερμανούς στη διάρκεια της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης της χώρας τους, αποφάσισαν να κλείσουν στις αποθήκες τους την ταινία, επιτρέποντας μόνο στον αυστριακής καταγωγής Αμερικανό σκηνοθέτη Μπίλι Γουάιλντερ (με την άνοδο του ναζισμού είχε καταφύγει στην Αμερική) να φτιάξει μια πιο ήπια μορφή του ντοκιμαντέρ που άφησαν να προβληθεί δημόσια. Αποτέλεσμα: να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα της πολιτικής σε βάρος της αποκάλυψης της ωμής αλήθειας.

Τελικά, την αποκατάσταση του ολοκληρωμένου ντοκιμαντέρ ανέλαβε, ύστερα από 70 χρόνια, το Βρετανικό Αυτοκρατορικό Πολεμικό Μουσείο, χρησιμοποιώντας τα πρωτότυπα, άγνωστα πλάνα, σχέδια, σκηνές από το αρχικό σενάριο, σύμφωνα με τις σημειώσεις του ίδιου του Χίτσκοκ, καθώς και καταθέσεις τόσο από τους ίδιους τους στρατιωτικούς οπερατέρ που κατέγραψαν τις σκηνές αυτές όσο και από τους ίδιους τους ανθρώπους που επιβίωσαν τη φρίκη των στρατοπέδων.

Αν και το πλήρες ντοκιμαντέρ δεν έχει μέχρι στιγμής κάνει την εμφάνισή του, η ταινία που βλέπουμε σήμερα αφηγείται την όλη πορεία της δημιουργίας του ντοκιμαντέρ, χρησιμοποιώντας πολλές από τις ανέκδοτες μέχρι σήμερα σκηνές, με πλάνα που αποκαλύπτουν το μέγεθος των φρικαλεοτήτων των ναζί και γενικά της κόλασης των στρατοπέδων (τα κρεματόρια, τα σκελετωμένα γυμνά κορμιά μισοπεθαμένων κρατουμένων, μικρών παιδιών, γυναικών, αντρών, να ζητούν βοήθεια ξαπλωμένοι πλάι στις στοίβες των σε αποσύνθεση γυμνών πτωμάτων, σκορπισμένων στους ανοικτούς χώρους των στρατοπέδων, την απάθεια των Ες Ες – αντρών και γυναικών – που μάζευαν τα «τιμαλφή» και άλλα αντικείμενα των νεκρών, ακόμη και τα μαλλιά και τα ρούχα τους, για να τα εκμεταλλευτούν εμπορικά).

Παρουσιάζει επίσης και την όλη απαθή τάση του γερμανικού πληθυσμού, ιδιαίτερα εκείνου που ζούσε κοντά στα στρατόπεδα (σε μια σκηνή, οι Γερμανοί κάτοικοι αναγκάζονται από τα συμμαχικά στρατεύματα να παρελάσουν μπροστά από τους σκελετωμένους επιζήσαντες των στρατοπέδων, με πολλούς από αυτούς να γυρίζουν το κεφάλι τους αποφεύγοντας να αντικρίσουν τις φρικαλεότητες των συμπατριωτών τους).

Η ταινία, ακόμη και έτσι όπως είναι (πότε αλήθεια θα δούμε το ίδιο, το ολοκληρωμένο, όπως το σχεδίασε ο Χίτσκοκ, ντοκιμαντέρ;) δίνει μια εικόνα της κόλασης των στρατοπέδων («όταν μπήκα μέσα νόμισα πώς βρέθηκα στην κόλαση», αναφέρει χαρακτηριστικά ένας από τους οπερατέρ που κατέγραψαν τις φρικαλεότητες, ενώ ένας αξιωματικός ξεσπά σε κλάμα, τόσα χρόνια αργότερα, ενώ περιγράφει τις απίστευτες εικόνες που αντίκρυσε) και αξίζει να προβληθεί πλατιά αλλά και σε σχολεία για να γνωρίσουν οι νέες γενιές τι θα πει φασισμός και Ολοκαύτωμα.

 

*** Οι Ηνωμένες Πολιτείες της αγάπης

The United States of Love. Πολωνία, 2016. Σκηνοθεσία-σενάριο: Τόμας Βασιλέφσκι. Ηθοποιοί: Τζούλια Κιγιόφσκα, Μαγκνταλένα Τσιελέσκα, Ντορότα Κόλακ. 106΄

Σε μια επαρχιακή πόλη της Πολωνίας, αμέσως μετά τη πτώση του κομουνισμού, εκτυλίσσεται η ταινία «Οι Ηνωμένες Πολιτείες της αγάπης», του Τόμας Βασιλέφσκι (βραβείο σεναρίου στο φεστιβάλ Βερολίνου).

 

Η ταινία παρακολουθεί στιγμιότυπα από τη ζωή τεσσάρων γυναικών, που προσπαθούν με διάφορους τρόπους ν’ αλλάξουν την ανιαρή ζωή τους και να ικανοποιήσουν τις καταπιεσμένες επιθυμίες τους.

Με ένα στιλ που θυμίζει έντονα τον κινηματογράφο του συμπατριώτη του, Κισλόφσκι, με εικόνες εικαστικής ομορφιάς (η φωτογραφία, με τα ξεπλυμένα χρώματα, θυμίζει την ατμόσφαιρα των πολωνικών ταινιών της τότε περιόδου), ο Βασιλέφσκι έφτιαξε μια θαυμάσια ταινία.

 

** ½ – Ares: Κίνδυνος στο Παρίσι

Ares. Γαλλία, 2016. Σκηνοθεσία-σενάριο: Ζαν-Πατρίκ Μπένες. Ηθοποιοί: Όλα Ραπάς, Μίσα Λεσκό, Τιερί Ανσίς, Ιβόν Μαρτέν. 80΄

Σε μια δυστοπική κοινωνία της Γαλλίας ενός πολύ κοντινού μέλλοντος (το 2035, χρονιά αξίζει να σημειώσω, όπου θα ξεπληρώνουμε ακόμη το χρέος), με 10 εκατομμύρια άνεργους, εκτυλίσσεται η αρκετά συναρπαστική αυτή περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας που σκηνοθέτησε ο Γάλλος Ζαν-Πατρίκ Μπενές.

Σε ένα κόσμο όπου έχει υποστεί συγκλονιστικές, δραματικές αλλαγές, με τη Γαλλία να έχει περάσει στις χώρες κάτω από το όριο της φτώχιας, ένας αποχαυνωμένος, έτοιμος να εκραγεί, κόσμος «διασκεδάζει» παρακολουθώντας ένα τηλεοπτικό σόου με ζωντανές βίαιες μάχες μέχρι θανάτου, σόου που δεν απέχει και πολύ από εκείνες των μονομάχων στις ρωμαϊκές αρένες. Στο φουτουριστικό αυτό κόσμο, ο Ρέντα, ένας βετεράνος μαχητής γνωστός ως «Άρες», αναλαμβάνει να σώσει την αδερφή του, που κατηγορείται για οπλοκατοχή.

Εκείνο που κατάφερε ο σκηνοθέτης είναι να δημιουργήσει πειστικά, στην καρδιά ενός εφιαλτικού, γεμάτου με άνεργους, Παρισιού (ενός Παρισιού εμπνευσμένου από την κρίση χωρών όπως η δική μας και εκείνη της Ισπανίας), ένα φουτουριστικό κόσμο, ένα κόσμο όπου κυριαρχεί η φτώχια, η μιζέρια, η εξαθλίωση, ένα κόσμο που βρίσκεται στα πρόθυρα της αναρχίας και της τρομοκρατίας.

Στην ανεξάρτητη αυτή παραγωγή του, με ένα μικρό προϋπολογισμό και ένα πολύ προσεγμένο στους χαρακτήρες και τις εξελίξεις σενάριο που έγραψε ο ίδιος, ο σκηνοθέτης κατάφερε να κινήσει με δεξιοτεχνία τα πρόσωπά του και να δημιουργήσει την απαραίτητη, εφιαλτική  ατμόσφαιρα που απαιτεί το είδος, ατμόσφαιρα που μοιάζει να βγήκε από ταινίες όπως η «Νέα Υόρκη, έτος 2022 μ.χ.» («Soylent Green») και «Mad Max», με τους άνεργους αλλά και τον υπόκοσμο να περιφέρονται σε σκοτεινούς, επικίνδυνους δρόμους με άδειους, τρομακτικούς ουρανοξύστες (πολλά εξωτερικά με τους ουρανοξύστες γυρίστηκαν, απ’  ότι διαβάζω, στη Σαγκάη και τη Σεζέν), με τους ίδιους του ανθρώπους να μετατρέπονται σε εμπορεύσιμο είδος (τα σώματά τους πωλούνται σε φαρμακευτικά εργαστήρια).

** ½  – Μια βόλτα στη Γαλλία

Tour de France. Γαλλία, 2016. Σκηνοθεσία-σενάριο: Ρασίντ Τζαϊντανί. Ηθοποιοί: Ζεράρ Ντεπαρντιέ, Σαντέκ, Λουίζ Γκρίνμπεργκ. 95΄

Ενας 20χρονος, αντικομφορμιστής ράπερ και ένας μεσήλικας, συντηρητικός κτίστης, ερασιτέχνης ζωγράφος στις ελεύθερες ώρες του, ξεκινάν σε ένα ταξίδι σε διάφορα λιμάνια της Γαλλίας, στα βήματα του κλασικού ζωγράφου Ζοζέφ Βερνέ, φτάνοντας ως τη Μασσαλία για μια συναυλία, σε μια τρυφερή, δοσμένη με χιούμορ ταινία (προβλήθηκε στο «Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών» των Κανών) του Ρασίντ Τζαϊντανί («Rengaine»).

Ρόουντ-μούβι με δυο διαμετρικά αντίθετα πρόσωπα, πρόσωπα που εκφράζουν δυο διαφορετικούς κόσμους, σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία, που σταδιακά αρχίζουν να συνεννοούνται και να δημιουργούν την αναγκαία επαφή. Με τον Σαντέκ και τον Ντεπαρντιέ να δίνουν έξοχες ερμηνείες.

** ½ – Ο κύριος «Τίποτα»

Norman. ΗΠΑ, 2016. Σκηνοθεσία-σενάριο: Γιόζεφ Σένταρ. Ηθοποιοί: Ρίτσαρντ Γκιρ, Λίορ Ασκενάζι, Μάικλ Σιν, Σαρλότ Γκενσμπούργκ, Στιβ Μπουσέμι. 117΄

Εκσυγχρονισμένη εικόνα του κλασικού Εβραίου τοκογλύφου, με τον Ρίτσαρντ Γκιρ πολύ καλό στον επώνυμο ρόλο του «μεσάζοντα» εβραϊκής καταγωγής Νεοϋορκέζου, Νορμαν, που καταφέρνει, μέσα από τις έξυπνες επιχειρηματικές «παρεμβάσεις» του, να μεταπηδήσει στην πολιτική και να μετατραπεί σε διεθνή πολιτικό ηγέτη. Μόνο που η άνοδός του αυτή θα είναι παροδική.

Ο γεννημένος στη Νέα Υόρκη Εβραίος σκηνοθέτης Γιόζεφ Σένταρ (αυτή είναι η πρώτη του αμερικανική ταινία) αναπτύσσει την ιστορία του επιμένοντας στις λεπτομέρειες, δίνοντας στον Γκιρ αρκετό χώρο για να αναπτύξει χαρακτήρα του Νόρμαν και να τονίσει τη βαθιά ανθρώπινη, καλοσυνάτη με αίσθηση του χιούμορ, πλευρά του. Μια ευχάριστη, συγκινητική ταινία που κερδίζει χάρη στην παρουσία του Γκιρ.

** Life

ΗΠΑ, 2017. Σκηνοθεσία: Ντάνιελ Εσπινόζα. Σενάριο: Ρεντ Ρις, Πολ Γουέρνικ. Ηθοποιοί: Τζέικ Γκίλενχαλ, Ρεμπέκα Φέργκουσον, Ράιαν Ρέινολντς, Χιρογιούκι Σανάντα. 104΄

Η ομάδα επιστημόνων/αστροναυτών ενός Διεθνούς Διαστημικού Σταθμού, με αποστολή να βρει και να μεταφέρει δείγματα ζωής στον Άρη, ανακαλύπτει και μεταφέρει στο διαστημόπλοιο μια νέα, εξωγήινη μορφή ζωής, που αρχίζει να αναπτύσσεται ραγδαία, χωρίς να γνωρίζει πως αυτή ήταν υπεύθυνη για την εξαφάνιση όλων των άλλων μορφών ζωής στον πλανήτη Άρη, στην περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας που σκηνοθέτησε ο Ντάνιελ Εσπινόζα («Το κρησφύγετο»).

Η ταινία αρχίζει με μερικές εντυπωσιακά γυρισμένες σκηνές, με την κάμερα να κινείται και να ακολουθεί ασταμάτητα τους αστροναύτες μέσα στους δαιδαλώδεις διαδρόμους του σταθμού, φέρνοντας στο νου το «Gravity», για να μας μεταφέρει σταδιακά σε μια περιπέτεια με ένα διαστημικό τέρας αλά-Άλιεν, μόνο που εδώ, τόσο το σενάριο με τους χάρτινους χαρακτήρες και τις κοινότοπες καταστάσεις, όσο και η πεζή, χωρίς καμιά φαντασία, σκηνοθεσία, δεν καταφέρνουν να δώσουν τη φρεσκάδα και την πρωτοτυπία που χρειαζόταν μια τέτοια περιπέτεια. Με αποτέλεσμα η ταινία να βλέπεται απλά χάρη στα εντυπωσιακά εφέ και το κάποιο σασπένς που δημιουργεί το προσεγμένο μοντάζ.