ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

 

Γραμμές απελπισίας και κοινωνικών αδιεξόδων

 

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

 

**** Γραμμές

 

Ελλάδα, 2017. Σκηνοθεσία-σενάριο: Βασίλης Μαζωμένος. Ηθοποιοί:  Θέμις Πάνου, Τάσος Νούσιας, Θόδωρος Κατσαφάδος, Κώστας Μπερικόπουλος, Θανάσης Χαλκιάς, Βασίλης Γεωργοσόπουλος, Θέκλα Γαίτη, Ιλεάνα Παναγιωτούνη, Νίκος Παντελίδης, Andian Frieling, Κώστας Νταλιάνης, Κώ. 88 λεπτά.

 

Στη βραβευμένη ήδη στο εξωτερικό ταινία του, “Γραμμές”, με επίκεντρο τη Γραμμή Ζωής, ένα κέντρο ψυχολογικής υποστήριξης, που χρησιμοποιούν απεγνωσμένα άτομα για να ξεπεράσουν τα κοινωνικά αλλά και ψυχολογικά προβλήματά τους, ο Βασίλης Μαζωμένος (“Η 10η μέρα”, “Guilt”) εστιάζεται σε εφτά διαφορετικούς ανθρώπους που έχουν φτάσει στα όριά τους: ένας άνεργος άντρας που αναγκάζεται κάθε μέρα να μεταφέρει την άρρωστη γυναίκα του στην ταράτσα της πολυκατοικίας, μόνο χώρο όπου μπορεί να αναπνεύσει άνετα, μια γυναίκα καριέρας που αναγκάζεται να διώχνει υπαλλήλους για να μπορέσει να επιβιώσει η επιχείρηση στην οποία εργάζεται και που κάποια στιγμή θα πάρει πόδι και η ίδια, ένας άστεγος που περιφέρεται στους δρόμους με ένα παιδάκι ψάχνοντας για φαγητό, ένας αστυνομικός των ΜΑΤ που συμμετέχει στην καταστολή των διαδηλώσεων ένας αγρότης που χάνει το αγρόκτημά του όταν δεν μπορεί να επιστρέψει τα λεφτά που πήρε από την Ευρωπαϊκή Ένωση γιατί δεν ακολούθησε τις προσταγές της (να μην καλλιεργήσει το χωράφι του!) και ένας φανταστικός Πρόεδρος που πρέπει να κάνει διάγγελμα στο λαό.

 

Η ταινία κινείται σε μια μαύρη ατμόσφαιρα, με τον Μαζωμένο να καταγράφει με έξοχα στιλιζαρισμένες εικόνες την κόλαση που αντιμετωπίζουν τα, από διάφορα κοινωνικά στρώματα, πρόσωπά του, παγιδευμένα σε μια ζωή που η λιτότητα, η φτώχεια και η ανεργία τους στα οποία έχουν οδηγηθεί από τα μνημόνια και που τους έχουν οδηγήσει σε πλήρες αδιέξοδο. Από το πρώτο κιόλας επεισόδιο (ένα από τα καλύτερα της ταινίας) βλέπει κανείς πως ο σκηνοθέτης ξέρει να χρησιμοποιεί, με τον καλύτερο και πιο ευρηματικό τρόπο, όλα τα μέσα που του προσφέρει το μέσο: την εικόνα, τον ήχο, τους φωτισμούς αλλά και τα διάφορα εκείνα τα στοιχεία που αντλεί από τις υπόλοιπες τέχνες, είτε αυτή είναι η ζωγραφική είτε η ποίηση είτε η μουσική.

 

 

Ο απεγνωσμένος σύζυγος που μεταφέρει τη βαριά άρρωστη γυναίκα του στο μπάνιο στην ταράτσα, στη συνέχεα την πλένει κι ύστερα τη σηκώνει αγκαλιά και τη μεταφέρει, φέρνουν στο νου την Αποκαθήλωση (μαζί και την «Πιετά» του Μιχαήλ Άγγελου. Χωρίς να ξεχνάμε το ενδιάμεσο «διάλειμμα» με τον ξένο τραγουδιστή να τραγουδά σ’ ένα φανταστικό μπαρ στο βάθος της ταράτσας, που παραπέμπει στον Γιοντορόφσκι και στον Τζάρμους. Με το επεισόδιο με τον αγρότη που χάνει τη φάρμα του, να παραπέμπει στα «Σταφύλια της οργής» αλλά και στη θεία μετάληψη και τη Θεοφαγία, όταν  ο αγρότης παραδίδεται στους μετανάστες πρώην εργάτες του που κυριολεκτικά τον τρώνε.

Αξίζει ακόμη να αναφέρω το επεισόδιο με τον άστεγο (ένα ακόμη θαυμάσιο κομμάτι) να περιφέρεται στους δρόμους με το καροτσάκι, ενώ αφηγείται ιστορίες με τον Μπάτμαν στο μικρό αγοράκι, το οποίο κάποια στιγμή αναγκάζεται να εγκαταλείψει, ελπίζοντας να το αναλάβει κάποια οικογένεια. Επεισόδια με απελπισμένους ανθρώπους να αναζητούν κάποια λύτρωση, που δυστυχώς δεν οδηγεί, τουλάχιστο προς το παρόν, σε κάποια Ανάσταση. Αν και στο εξαιρετικό, δοσμένο με ποιητική διάθεση φινάλε (προσοχή: μην προχωρήσετε όσοι δεν θέλετε να γνωρίζετε το τέλος), το ελάφι, που ξαφνικά παρουσιάζεται, δίνει μια αχτίδα φωτός στη όλη ατμόσφαιρα που για μερικά λεπτά δηλητηριάζεται με την εμφάνιση των Χρυσαυγιτών.

 

 

**** Happy End

 

Γαλλία/Αυστρία/Γερμανία, 2017. Σκηνοθεσία-σενάριο: Μίκαελ Χάνεκε. Ηθοποιοί: Ιζαμπέλ Ιπέρ, Ζαν-Λουί Τρεντινιάν, Ματιέ Κασοβίτς. 107 λεπτά.

Η οικογένεια είναι στο επίκεντρο της εξαιρετικής ταινίας «Happy End» του Αυστριακού σκηνοθέτη Μίκαελ Χάνεκε, βραβευμένου δυο φορές με το Χρυσό Φοίνικα των Κανών («Η λευκή κορδέλα» και «Αγάπη»). Τοποθετημένη στη βόρειο Γαλλία, σε μια πόλη κοντά σε καταυλισμό μεταναστών, η ταινία έχει για κύρια πρόσωπα τα μέλη μιας μεγαλοαστικής οικογένειας. Μιας οικογένειας που ζει σ’ ένα μοντέρνο, επηρεασμένο από τη σύγχρονη τεχνολογία, κόσμο, που δείχνουν να μην γνωρίζουν πως δίπλα τους ζουν άτομα βασανισμένα, πεινασμένα, εγκαταλειμμένα στην τύχη τους, από διάφορες κυβερνήσεις και τις κοινωνίες τους.

 

Αρχηγός της οικογένειας είναι μια ισχυρή γυναίκα (μια πολύ καλή Ιζαμπέλ Ιπέρ), που προσπαθεί να πείσει έναν αδιάφορο γιο να ενδιαφερθεί για την επικερδή επιχείρησή τους, της οποίας σύντομα θα αναλάβει τα ηνία. Δίπλα του, ένα σε αναπηρικό καροτσάκι, ο παππούς (με τον Ζαν-Λουί Τρεντινιάν εξαιρετικό όπως και στην «Αγάπη»), που έχει εγκαταλείψει κάθε ελπίδα για ζωή και που ύστερα από μια απόπειρα αυτοκτονίας προσπαθεί να πείσει τους άλλους να τον βοηθήσουν να πεθάνει. Στην οικογένεια και ένα 13χρονο, με σχεδόν αγγελικό πρόσωπο, κοριτσάκι, έτοιμο όμως για κάθε άλλο παρά αγγελικές πράξεις.

 

Ο Χάνεκε έφτιαξε μια αλληγορία, δοσμένη με ένα εξαιρετικά οργανωμένο ρυθμό και λεπτή ειρωνεία, γύρω από μια ξοφλημένη αστική κοινωνία (σε μια από τις καλύτερες σκηνές, η γυναίκα θα αντιδράσει με τον τρόπο που αυτή ξέρει στο ξέσπασμα του γιου στη γιορτή της εταιρίας), που φέρνει στο νου ταινίες του, όπως «Το βίντεο του Μπένι». «71 κομμάτια μιας τυχαίας χρονολογίας» και «Άγνωστος κωδικός», μόνο που εδώ, πίσω από κάθε σκηνή, υποβόσκει η κοινωνικο-πολιτική πραγματικότητα της σημερινής Ευρώπης.

 

**** Δεν είμαι ο νέγρος σου

 

I am Not Your Negro. Ελβετία/Γαλλία/Βέλγιο/ΗΠΑ, 2016. Σκηνοθεσία: Ραούλ Πεκ. Σενάριο: Ραούλ Πεκ, Τζέιμς Μπόλντουιν. Ηθοποιοί: Σάμιουελ Ελ Τζάκσον, Τζέιμς Μπόλντουιν, Χάρι Μπελαφόντε, Μάρλον Μπράντο, Τζορτζ Μπους, Ντικ Καβέτ. 93 λεπτά.

Διείσδυση στις σκέψεις και γενικά το μυαλό το συγγραφέα Τζέιμς Μπόλντουιν είναι το εξαιρετικό αυτό, πολυβραβευμένο, υποψήφιο για Όσκαρ, ντοκιμαντέρ του Ραούλ Πεκ. Διείσδυση ταυτόχρονα στην «άλλη» Αμερική, Αμερική των Αφροαμερικανών, της καταπίεσης και της εκμετάλλευσης, της αληθινής πολιτικής στάσης μιας Αμερικής που θεωρητικά υπερασπιζόταν την ελευθερία της έκφρασης, της ισότητας και της ανεξαρτησίας των κρατών ενώ στην πραγματικότητα υποστήριζε καταπιεστικά καθεστώτα, μιας Αμερικής ιδωμένης μέσα από τα μάτια ενός Αφροαμερικανού.

 

Με βάση τα γραπτά του ίδιου το Μπόλντουιν (συγκεκριμένα ένα ανέκδοτο μυθιστόρημά του), που διαβάζει ο Σάμιουελ Ελ Τζάκσον, ο γεννημένος στην Αϊτή Αμερικανός σκηνοθέτης («Όταν ο Μαρξ συνάντησε τον Ένγκελς», «Λουμούμπα», «Αϊτή: η σιωπή των σκύλων»), και για ένα διάστημα υπουργός πολιτισμού στην Αϊτη, παρουσιάζει,  μέσα από κείμενα, αφηγήσεις, σπάνιες φωτογραφίες, υλικό αρχείου, ακόμη και ντοκουμέντα του FBI, όχι μόνο μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες πολιτικές πλευρές του Μπόλντουιν, αλλά και μια εικόνα του πώς έβλεπε, αντιμετώπιζε και σχολίαζε τον κόσμο ο μεγάλος αυτός, δυναμικός, πολιτικά στρατευμένος συγγραφέας του 20ου αιώνα. Εικόνα με επίκεντρο τη δεκαετία του ’60: τους αγώνες για πολιτικά δικαιώματα, τις διαδηλώσεις, τις πολιτικές δολοφονίες, τον Τζον Κένεντι, τον Μάλκομ Χ και τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ αλλά και τον καπιταλισμό, τον ρατσισμό, την τηλεόραση (με σκηνές από το Dick Cavett Show), την άνοδο του νέο-ναζισμού και την, με λευκή, ρατσιστική στροφή, ποπ-κουλτούρα της τότε εποχής.

 

 

Παράλληλα, παίρνουμε και μια εικόνα διάφορων προσωπικοτήτων (Γκάρι Κούπερ,  Τζον Γουέιν, Ντόρις Ντέι, Ράι Τσαρλς, Χάρι Μπελαφόντε) και πώς αυτοί αντιμετώπιζαν τους άλλους συμπατριώτες τους, λευκούς ή μαύρους, προχωρώντας σε μια πιο σύγχρονη εικόνα της μετά το θάνατο του Μπόλντουιν Αμερικής και φτάνοντας ως την ύφεση του 2008, την εκλογή στην προεδρία του Μπαράκ Ομπάμα και το επεισόδιο στο Φέργκουσον του Μιζούρι (2014). Με αποτέλεσμα, μέσα από το πορτρέτο του Μπόλντουιν και των ανθρώπων γύρω του, να έχουμε τελικά μια εικόνα της ίδιας της Αμερικής, μια συναρπαστική, πρέπει να τονίσω, εικόνα, μονταρισμένη με δεξιοτεχνία και γνώση από ένα εμπνευσμένο ντοκιμαντερίστα. Συνολικά ένα πολιτικά τολμηρό, χωρίς υποχωρήσεις ντοκιμαντέρ, που μας δίνει μια ξεκάθαρη εικόνα του τι θα πει ενός υποτιθέμενου δυτικού πολιτισμού δημοκρατία, που αξίζει να προβληθεί όσο το δυνατό πιο πλατιά.

 

*** Stronger: Με τη δύναμη της ζωής

 

Stronger. ΗΠΑ, 2017. Σκηνοθεσία: Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν. Σενάριο: Τζον Πολάνο, από το βιβλίο του Τζεφ Μπόμαν. Ηθοποιοί: Τζέικ Γκίλενχαλ, Τατιάνα Μασλάνι, Μιράντα Ρίτσαρντσον. 116 λεπτά.

Την ιστορία του Τζεφ Μπόμαν, που επέζησε την τρομοκρατική, βομβιστική επίθεση στη Βοστώνη το 2013, αφηγείται στη δοσμένη με λεπτότητα, χιούμορ και χωρίς μελοδραματισμούς. ταινία του αυτή ο Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν («Πολιτική μας είναι η κρίης», «Η κρυφή ζωή του Manglehorn», «Joe:μια δυνατή φιλία»).

Ο 27χρονος Μπόμαν, ένα κάπως απλοϊκός, αστείος τύπος, από το Τσέλμσφορντ της Μασαχουσέτης, που προσπαθούσε να τα ξαναφτιάξει με την φιλενάδα του, φτάνει στη Βοστώνη για να πάρει μέρος στο Μαραθώνιο, και να χάσει τα δυο του πόδια στην τρομοκρατική επίθεση, όπου σκοτώθηκαν τρία άτομα και τραυματίστηκαν εκατοντάδες άλλα. Μια φωτογραφία του που δημοσιεύτηκε μετά την επίθεση θα τον μετατρέψει σε εθνικό ήρωα, ενώ, στη συνέχεια, ο ίδιος θα γράψει ένα βιβλίο γύρω από τα γεγονότα. Η κάμερα του Γκριν εστιάζεται στο πρόσωπο του σε αναπηρική καρέκλα ήρωά του (με τον Τζέικ Γκίλενχαλ να δίνει με δύναμη και πάθος ένα Μπόμαν αποφασισμένο να αποδεχτεί αυτό που του συνέβη και να προχωρήσει) στη ζωή του), καταγράφοντας τις εκφράσεις, τη συμπεριφορά του (από την οποία δεν λείπει και το χιούμορ), τη μοναξιά του, τον έρωτά του, προσπαθώντας να διεισδύσει στις σκέψεις του και να σκιαγραφήσει το χαρακτήρα του και το πώς κατόρθωσε όχι μόνο να αποκτήσει τη δύναμη που χρειαζόταν για να αντιμετωπίσει τη ζωή του (μαζί και τις προσπάθειες προσαρμογής της αγαπημένης του στη σχέση τους) μετά την τραγική εμπειρία του αλλά και να γίνει πιο δυνατός, Stronger, όπως λέει και ο τίτλος της ταινίας.