ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Από τη νουάρ ατμόσφαιρα της Συγκάλυψης» στον αταίριαστο έρωτα της «Αδελαϊδας»

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

*** ½ Η συγκάλυψη

Marco effeckten. Δανία/Γερμανία/Τσεχία, 2022. Σκηνοθεσία: Μάρτιν Ζάντβλιτ. Σενάριο: Γιούσι Άντλερ-Όλσεν, Άντερς Φρίθοφ Άουγκουστ, Τόμας Πορσάγκερ. Ηθοποιοί: Ούλριχ Τόμσεν, Ζάκι Γιούσεφ, Σόφι Τόρπ, Χένρικ Νόελ Όλεσεν. 125´

Τα αστυνομικά θρίλερ έχουν ξεχωριστό ενδιαφέρον όταν οι δημιουργοί τους στηρίζονται περισσότερο στη δημιουργία μυστηρίου και κατάλληλης ατμόσφαιρας παρά στα εφέ του μοντάζ και τη συνεχή δράση.

Ακριβώς στο μυστήριο και την ατμόσφαιρα στηρίζεται η ταινία αυτή του Δανού σκηνοθέτη Μάρτιν Ζάντβλιτ (δημιουργού της υποψήφιας το 2015 για Όσκαρ ταινίας του «Κάτω απ’ την άμμο»), βασισμένη στον αστυνομικο ήρωα μιας σειράς βιβλίων του Δανού συγγραφέα Γιούσι Άντλερ-Ολσεν.

Ένας αστυνομικός ντετέκτιβ, ο Καρλ (με τη συγκρατημένη ερμηνεία του Ούλριχ Τόμσεν), επαναφέρει μια παλιά υπόθεση παιδοφιλίας, που είχε μπει βιαστικά στα αρχεία, όταν η αστυνομία συλλαμβάνει τον Μάρκο, ένα 14χρονο, άστεγο Ρομά αγόρι, που προσπαθεί να περάσει τα δανέζικα σύνορα με το διαβατήριο του εξαφανισμένου εδώ και χρόνια παιδόφιλου. Ο Μάρκο όμως θα καταφέρει να δραπετεύσει μόλις αντιλαμβάνεται πως έχει γίνει στόχος εκείνων που θέλουν να του κλείσουν το στόμα…

Χωρίς αρχικά να βιάζεται, με άνετο ρυθμό, με την κάμερα να καταγράφει πρόσωπα και χώρους (με την προσεγμένη, ατμοσφαιρική φωτογραφία του Άσκε Φος), με τον Καρλ και τους δυο βοηθούς του, να εξερευνούν την πολύπλοκη, όπως σταδιακά αποκαλύπτεται, υπόθεση στην οποία εμπλεκόμενοι δεν είναι μόνο το οργανωμένο έγκλημα αλλά και ανώτεροι αξιωματούχοι και σημαντικά μέλη της δανέζικης κοινωνίας, ο Ζάντβλιτ καταφέρνει να δημιουργήσει τη σωστή, συναρπαστική ατμόσφαιρα. Ενώ, από το δεύτερο μέρος της ταινίας κι ύστερα, οι δυο διαφορετικές φαινομενικά υποθέσεις αρχίζουν να συνδέονται, ο ρυθμός και το σασπένς αυξάνονται, για να οδηγηθούμε σε ένα με σωστό έλεγχο και φαντασία αναπτυγμένο φινάλε.

*** ½ Αδελαΐδα

Adelheid. Τσεχοσλοβακία, 1970. Σκηνοθεσία: Φράντισεκ Βλάτσιλ. Σενάριο: Βλαντιμίρ Κόρνερ, Φράντισεκ Βλάτσιλ. Ηθοποιοί: Πετρ Τσέπεκ, Έμα Τσέρνα, Γιάν Βοστρτσίλ. 99´

Δυο άτομα, και τα δυο τραυματισμένα ψυχολογικά από τον πόλεμο, βρίσκουν για ένα διάστημα τον έρωτα, στη μεταβατική, μετά το τέλος του β´ παγκόσμιου πολέμου, περίοδο, στην ταινία «Αδελαΐδα», μελέτη χαρακτήρων, βουτηγμένη σε μια κλειστοφοβική ατμόσφαιρα, που σκηνοθέτησε ο Τσέχος σκηνοθέτης Φράντισεκ Βλάτσιλ.

Εκείνος, ο Βίκτορ, είναι Τσέχος, ένας ταλαιπωρημένος πρώην μαχητής της βρετανικής RAF, που με το τέλος του πολέμου επιστρέφει στην πατρίδα του, έχοντας αναλάβει να κάνει απογραφή της περιουσίας ενός αρχοντικού στα Τσέχο-γερμανικά σύνορα, που ανήκε σε πλούσια Εβραία οικογένεια και που στη διάρκεια του πολέμου είχε επιτάξει ο Χάοντενμαν, ανώτατο στέλεχος του ναζιστικού κόμματος.

Εκείνη είναι η Αδελαΐδα, η Γερμανίδα κρατούμενη που στέλνεται από τον υπεύθυνο για την τάξη στην περιοχή υπολοχαγό να υπηρετήσει τον Βίκτορ. Μια συνάντηση που ξεκινάει με τον καθένα να αντιμετωπίζει με δυσπιστία τον άλλο, και που σταδιακά μετατρέπεται σε έρωτα, με τον Βίκτορ να αρνείται να στέλνει τα βράδια την Αδελαΐδα (φτάνει στο σημείο να την «αγοράζει» με μπουκάλια σπάνιου κονιάκ) πίσω στο στρατόπεδο, όπως είχε αρχικά διευθετήσει ο υπολοχαγός.

Ο κινηματογράφος είναι πάνω από όλα εικόνα και βλέμματα, βλέμματα και εικόνα μέσα από το χρώμα, είτε αυτό είναι μαυρόασπρο, όπως στις δυο προηγούμενες ταινίες του Βλάτσικ («Η κοιλάδα των μελισσών», «Μαρκέτα Λαζάροβα»), είτε έγχρωμο (όπως το χρησιμοποιεί για πρώτη φορά εδώ). Ο Βλάτσικ το γνωρίζει πολύ καλά και το εκμεταλλεύεται με τον καλύτερο τρόπο.

Η Αδελαΐδα δεν γνωρίζει τη τσέχικη γλώσσα (ή τουλάχιστον προσποιείται) και ο Βίκτορ δεν μιλάει γερμανικά. Έτσι, οι συνεννοήσεις μεταξύ τους γίνονται με το βλέμμα, τον τρόπο που κοιτάζει και αντιμετωπίζει ο ένας τον άλλο.

Όλα στηρίζονται στις σιωπές, τις εκφράσεις του προσώπου και του σώματος, και η κάμερα του Φράντισεκ Ούλντριτς, με τον οποίο ο Βλάτσικ είχε συνεργαστεί και στην «Κοιλάδα των μελισσών», καταφέρνει να συλλάβει και να τις καταγράψει με την παραμικρή λεπτομέρεια (τις υποψίες, τη λύπη, το θυμό, την αμφισβήτηση, τον πόθο), με τα κατάλληλα πάντα χρώματα (μουντά, στις πρώτες σκηνές τους όταν ακόμη δυσπιστούν ο ένας τον άλλο, καθαρά, ζεστά, στη συνέχεια, όταν αρχίζουν να ερωτεύονται ο ένας τον άλλο),αλλά και να εκμεταλλευτεί τους φυσικούς χώρους (όπως την πορεία της Αδελαϊδα μέσα από ένα χιονισμένο τοπίο) για να δημιουργήσει συχνά την αντίστιξη ανά άμεσα στα δρώμενα και τη φύση.

Με τον Βλάτσικ να αναπτύσσει χωρίς βιασύνη, με το σωστό μέτρο και το ρυθμό, την εξέλιξη στη σχέση του φαινομενικά αταίριαστου αυτού ζευγαριού, δημιουργώντας μια μελαγχολική ατμόσφαιρα, αφήνοντας τον Βίκτορ να βυθιστεί σ’ αυτήν (μαζί και τον θεατή), αναζητώντας διέξοδο μέσα από τον μυστηριώδη κόσμο της βασανισμένης ηρωίδας.

**½ – Broadway

Ελλάδα/Γαλλία/Ρουμανία, 2021. Σκηνοθεσία-σενάριο: Χρήστος Μασσαλάς. Ηθοποιοί: Έλσα Λεκάκου, Φοίβος Παπαδόπουλος, Στάθης Αποστόλου, Ραφάελ Παπάντ, Σαλίμ Ταλμπί, Χρήστος Πολίτης. 97´

Ανάμεσα στο νουάρ, το αλμοδοβαρικό μελό και με πολλές άλλες αναφορές στο σινεμά (από τον Χίτσκοκ και τον πρώιμο Κιούμπρικ μέχρι τον Γουέλς και τον Νικολαΐδη) κινείται στην πρώτη του αυτή ταινία μεγάλου μήκους ταινία ο Χρήστος Μεσσαλάς, και αν το σύνολο παραμένει σκόρπιο (που σε ένα μεγάλο μέρος οφείλεται στο άνισο, χωρίς κεντρική ιδέα σενάριο), από κινηματογραφικής καθαρά πλευράς δείχνει πως έχουμε να κάνουμε με ένα σκηνοθέτη με ταλέντο και φαντασία που αν πετύχει να χειραγωγήσει την έμπνευση του μπορεί να προσφέρει πολλά.

Η ιστορία εκτυλίσσεται βασικά στη γνωστή στοά και τις αίθουσες (του θεάτρου και του εγκαταλειμμένου καλοκαιρινού κινηματογράφου) της γνωστής στοάς του Broadway, ανάμεσα στην Πατησίων και την Αγίου Μελετίου. Εκεί, η Νέλλη, που το έχει σκάσει από την οικογένεια της, θα βρει άσυλο κοντά στον Μάρκο, που την ερωτεύεται, αρχηγό μιας ομάδας πορτοφολάδων περιθωριακών που, χρησιμοποιώντας τα φανταχτερά κοστούμια του θεάτρου, στήνουν σε διάφορα μέρη της Αθήνας, περφόρμανς, για να μπορέσουν άνετα να ξαφρίσουν από τα πορτοφόλια τους τούς αθώους, παρασυρμένος από το σέξι θέαμα θεατές.

Όταν όμως η Νέλλη γνωρίζει και ερωτεύεται τον Γιόνας, έναν κυνηγημένο από την αθηναϊκή μαφία μετανάστη, που ο Μάρκος έχει κλειδωμένο στην αποθήκη του κτιρίου και τον μεταμορφώνει σε γυναίκα, τη Μπάρμπαρα, για να φτιάξει μαζί του το σέξι ντουέτο στην περφόρμανς της, τα πράγματα μπερδεύονται, οδηγώντας σε επικίνδυνα παιχνίδια.

ΕκείΑνο που πάνω από όλα καταφέρνει ο Μεσσαλάς είναι να φτιάξει μια ωραία, με κινηματογραφικές αναφορές ατμόσφαιρα: από τις σκηνές στα καμαρίνια του θεάτρου και των γύρω χώρων, με τα φανταχτερά κοστούμια, τα σέξι φορέματα, τους καθρέφτες, το μαϊμουδάκι, μέχρι εκείνες στους άδειους δρόμους, με τα γκράφιτι και την πλήρη εγκατάλειψη, που δημιουργούν την εικόνα μιας Αθήνας της κρίσης, με εικόνες εικαστικά εντυπωσιακές (με ατμοσφαιρική φωτογραφία από τον Κωνσταντίνο Κουκουλιό), με εξαιρετική μουσική επένδυση (από τον Γκάμπριελ Γιάρεντ), και ωραίες συνολικά ερμηνείες, ιδιαίτερα από την Έλσα Λεκάκου και τον Φοίβο Παπαδόπουλο.