ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Ειλικρινής προσέγγιση στη γυναικεία σεξουαλικότητα

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

***1/2 – Μη με αγγίζεις

Touch Me Not. Ρουμανία, 2018. Σκηνοθεσία-σενάριο: Αντίνα Πιντίλιε. Ηθοποιοί: Λάουρα Μπένσον, Τόμας Λεμαρκί, Κρίστιαν ΜπέγιερλαΪν, Γκριτ Ούλεμαν. 123′

Την πραγματικότητα με τη μυθοπλασία αναμιγνύει στη βραβευμένη με τη Χρυσή Άρκτο του Βερολίνου ταινία της “Μη με αγγίζεις”, η ιδιαίτερα εμπνευσμένη Ρουμάνα σκηνοθέτρια Αντίνα Πιντίλιε. Η ταινία αναζητά την οικειότητα ανάμεσα σε τρία βασικά πρόσωπα, τη Λάουρα, τον Τόμας και τον Κρίστιαν, χρησιμοποιώντας ως μέσο τη σχέση τους με το σώμα, τους φόβους τους και τα διάφορα ταμπού.

Είδος τολμηρού πειραματικού κινηματογράφου, με σκηνές σεξ και γυμνό να παρουσιάζονται με τόλμη και ειλικρίνεια. Οι τρεις περιθωριακοί χαρακτήρες (ανάμεσά τους και μια μεσήλικη Αγγλίδα που φοβάται να την αγγίξουν κι ένας άντρας που υποφέρει από αλωπεκίαση), που τους ερμηνεύουν μη επαγγελματίες ηθοποιοί (μόνη εξαίρεση η Λάουρα Μπένσον), παίρνουν μέρος σε ομάδες θεραπείας, σε μια προσπάθεια να αποδεχτούν το σωματικό άγγιγμα και τις σεξουαλικές ανάγκες τους, κι όπου άλλοτε με τρυφερότητα και κατανόηση και άλλοτε με ένα πιο βίαιο, σκληρό τρόπο, αναγκάζονται να αντιμετωπίσουν τις επιφυλάξεις και τους φόβους .

Εκείνο που ξεχωρίζει πάνω απ’ όλα στην ταινία είναι η ειλικρίνεια της προσέγγισης αλλά και η αμεσότητα, θα έλεγα και ζεστασιά, με την οποία τα διάφορα πρόσωπα, μαζί και εκείνα που παίρνουν μέρος στην ομάδα θεραπείας, αντιμετωπίζουν τη σεξουαλικότητa αλλά και γενικότερα την ταυτότητά τους, ιδιαίτερα η Λάουρα, που, απ’ ότι αντιλαμβάνεται ο θεατής το πρόβλημά της είναι η σεξουαλική κακοποίησή της από τον πατέρα της. Συνολικά μια πολύ όμορφη, προκλητική ταινία γύρω γενικά από τη γυναικεία σεξουαλικότητα.

*** Το μυστικό της Πέτρα

Petra. Ισπανία/Γαλλία/Δανία, 2018. Σκηνοθεσία: Χάιμε Ροζάλες. Σενάριο: Μισέλ Γκαζταμπίντ, Κλάρα Ροκέτ, Χάιμε Ροζάλες. Ηθοποιοί: Μπάρμπαρα Λένι, Χόαν Μπότεϊ, Άλεξ Μπρεντεμιούλ, Μαρίζα Παρέδες. 107′

Την αρχαία τραγωδία, τα στοιχεία του μελοδράματος και το ψυχολογικό θρίλερ χρησιμοποιεί, ανάμεσα στα άλλα, ο Ισπανός σκηνοθέτης Χάιμε Ροζάλες (“’Ομορφη νιότη”) στη νέα του ταινία “Το μυστικό της Πέτρα” για να ανατρέψει πολλά από τα στοιχεία του μελοδράματος, μέσα από την ιστορία μιας νεαρής γυναίκας που αναζητά να λύσει το μυστήριο του θανάτου της μητέρας της. Η ηρωίδα, η Πέτρα, μια 30χρονη ζωγράφος, αποφασίζει να μαθητεύσει στο πλάι ενός διάσημου αλλά αδίστακτου, κυνικού ζωγράφου, για να μπορέσει να λύσει το όλο μυστήριο της ταυτότητάς της.

Ο Ροζάλες, με φάρο, όπως ανάφερε ο ίδιος, τον Αριστοτέλη (“το θαυμαστό είναι κάτι που προκαλεί ευχαρίστηση”), χρησιμοποιεί πολλά από τα στοιχεία του μελοδράματος για να τα ανατρέψει, μέσα από τον τρόπο μιας ανορθόδοξης αφήγησης – η ταινία του είναι χωρισμένη σε κεφάλαια, τα οποία όμως δεν ακολουθεί χρονολογικά αλλά μπερδεύοντάς τα, έτσι που να καταργεί το σασπένς, προτείνοντας στη θέση του ένα είδος εσωτερικού ταξιδιού, όπου στόχος είναι η λύτρωση. Με ωραία σκιτσαρισμένους χαρακτήρες, με εξαιρετικές εμηνείες (ιδιαίτερα από την Μπάρμπαρα Λένι και τον 77χρονο Χόαν Μπότεϊ, που αυτή είναι η πρώτη του ταινία), με μια κάμερα που συνεχώς κινείται, χωρίς να φοβάται να εγκαταλείπει τα πρόσωπα, αφήνοντάς τα, συχνά, να ακουστούν εκτός πλάνου, με τους χώρους (το πέτρινο σπίτι, τα γύρω τοπία του), που εκμεταλλεύεται ιδιαίτερα η κάμερα της Ελέν Λουβάρ, και μια εξαιρετική, υποβλητική μουσική από τον Κρίστιαν Εϊντνες Άντερσεν, ο Ροζάλες έφτιαξε μια όμορφη, συναρπαστική tαινία.

*** Η κοιλάδα των σκιών

Valley of Shadows/Skyggenes dal. Νορβηγία, 2017. Σκηνοθεσία: Γιόνας Μάτζοου Γκούλμπραντσεν. Σενάριο: Γιόνας Μάτζοου Γκούλμπραντσεν, Κλεμάν Ντιφρό. Ηθοποιοί: Άνταμ Έκελι, Κάθριν Φάγκερλαντ, Τζον Όλαβ Νίλσεν. 91´

Οι σύγχρονοι σκηνοθέτες των ταινιών μυστηρίου και τρόμου, ιδιαίτερα εκείνοι του Χόλιγουντ, δείχνουν με κάθε νέα ταινία τους να έχουν ξεχάσει τι θα πει ατμόσφαιρα, προτιμώντας να στρέφονται σε σκηνές φρίκης, με ξεκοιλιάσματα και διαμελισμό πτωμάτων. Και είναι ιδιαίτερα ευπρόσδεκτη η ταινία αυτή του νέου Νορβηγού σκηνοθέτη, Γιόνας Μάτζοου Γκούλμπραντσεν, η πρώτη του αξίζει να αναφέρω, που αντλεί από τος πρόσφατες σκανδιναβικές ταινίες γοτθικού τρόμου, με επιδράσεις και από τον καλό αμερικανικό κινηματογράφο (τόσο από εκείνο των ταινιών του εμπνευσμένου παραγωγού Βάλ Λιούτον όσο και από εκείνο πιο σύγχρονων σκηνοθετών), για να φτιάξει την ωραία αυτή, βουτηγμένη σε μια σκοτεινή, απειλητική ατμόσφαιρα ταινία του.

Η ταινία παρακολουθεί τον 6χρονο Άσλακ (μια εντυπωσιακή παρουσία από το νεαρό Άνταμ Έκελι) να προσπαθεί να βρει απαντήσεις στα πρόσφατα τραγικά γεγονότα που επηρέασαν τη ζωή του, αναζητώντας, στο γειτονικό δάσος, τον υποτιθέμενο λυκάνθρωπο που, όπως του εξηγεί ένας μεγαλύτερης ηλικίας φίλος του, κατασπαράζει τα αρνιά της οικογένειας.

Η ιστορία αρχίζει ήρεμα, με την κάμερα να παρακολουθεί τον Άσλακ είτε στο σπίτι του, με μια μοναχική μητέρα που εχει να αντιμετωπίσει τα δικά της προβλήματα, είτε στις περίεργες «εκδρομές» με τον φίλο του στο δάσος, δημιουργώντας σταδιακά την όλη φανταστική, απειλητική ατμόσφαιρα, όταν ο Άσλακ αποφασίζει να διεισδύσει μόνος του στο δάσος – ένα δάσος με τεράστια πυκνά δέντρα που κινούνται απειλειτικά (θυμίζοντας το δάσος στο «Σκοτεινό χωριό» του Σιάμαλαν), μεταφορά στη ψυχική κατάσταση του μοναχικού, βασανισμένου από το χαμό του μεγαλύτερου αδερφού του, Άσλακ – εξαιρετική πρέπει να πω είναι τόσο η υποβλητική μουσική του Ζμπίγκνιεφ Πράισνερ, όσο και η δουλειά του διευθυντή φωτογραφίας του αδερφού του σκηνοθέτη, Μάριους Μάτζοου Γκούλμπραντσεν, που χρησιμοποιεί γενικά τη φύση για νασχολιάσει με τον καλύτερο τρόπο καταστάσεις και αισθήματα.

*** Ληστεία στο μουσείο

Museo. Μεξικό, 2018. Σκηνοθεσία: Αλόνσο Λουίς Παλάνσιο. Σενάριο: Μανουέλ Αλκαλά, Αλόνσο Λουίς Παλάνσιο. Ηθοποιοί: Γκάελ Γκαρσία Μπερνάλ, Λεονάρντο Ορντίζγκρις, Σάιμον Ράσελ Μπιλ, Λιν Γκιλμάρτιν. 128′

Μια πραγματική ληστεία, που συνέβη στο Μεξικό την παραμονή των Χριστουγέννων του 1985 (την κλοπή ανεκτίμητων κειμηλίων των Μάγια και άλλων φυλών), από μια ομάδα άπειρων νέων, περιγράφει στην απολαυστική αυτή περιπέτειά του ο Μεξικανός σκηνοθέτης Αλόνσο Λουίς Παλάνσιο.

Ο σκηνοθέτης ξεφεύγει από το συνηθισμένο είδος της ταινίας ληστείας για να αφηγηθεί την ιστορία του με αντικομφορμιστικό τρόπο, με άφθονο χιούμορ και ελαφράδα, παρακολουθώντας τους δυο νέους ληστές τους στις καθημερινές απασχολήσεις τους, τα παιχνίδια τους και τη σχέση τους με τις οικογένειές τους, μέχρι το δεύτερο μέρος, όπου παρακολουθούμε την ίδια τη ληστεία, δοσμένη σιωπηλά, με σασπένς και γενικά μια ατμόσφαιρα που θυμίζει το “Ριφιφί” του Ντασέν, με τον Λουίς Παλάνσιο να βρίσκει ταυτόχρονα την ευκαιρία να σχολιάσει τις πολιτιστικές και άλλες αξίες της σύγχρονης μεξικανικής κοινωνίας.