Tου Συμεών Σολταρίδη

Είναι επόμενο ο άνθρωπος την περίοδο αυτή της πανδημίας και του «αποκλεισμού», ιδιαίτερα δε μετά την  πολιτική της γείτονος στις Καστανιές, τα γεγονότα στην Αν. Μεσόγειο και την ακολουθούμενη τακτική, να προβληματίζεται. Τα δύο συμβάντα ακολούθησαν το ένα το άλλο, αλλά βρήκαν την χώρα προετοιμασμένη να τα αντιμετωπίζει καλά.

Το μεταναστευτικό-προσφυγικό με την εξωτερική  πολιτική έναντι μας της  γείτονος σχετίζονται. Κυρίως,  το πρώτο σχετίζεται με τα διεθνή και τα διεθνή με την Τουρκία. Είναι ένας επαναλαμβανόμενος κύκλος που έχει να κάνει με την λύση που θέλει κυρίως  η ΕΕ πληρώνοντας «ενοίκιο» σε αποθήκες ψυχών, χωρίς όμως να επιτρέπει να την αγγίζει το ανθρωπιστικό πρόβλημα. Επί πλέον όμως έχει να κάνει και με την  μη υλοποίηση  αποφάσεων  της ΕΕ έναντι χωρών, με αποτέλεσμα οι άνθρωποι αυτοί να μετατρέπονται σε «πιόνια εκμετάλευσης».

Από την άλλη η Τουρκία δεν παίρνει τα υποσχόμενα από την ΕΕ και στέλνει όλους αυτούς στην Ευρώπη μέσω Ελλάδας. Ταυτόχρονα θέλει να κάνει εμφανή την παρουσία της στην Αν. Μεσόγειο, αφού είναι Μεσογειακή χώρα, επιθυμεί  να βρίσκεται στα οικονομικά της δεδομένα και ζητά να πάρει την θέση της έναντι χωρών που διέπουν τα Μεσογειακά χωρίς να είναι χώρες της Μεσογείου, με αποτέλεσμα να «κοντράρεται» με αυτές. Κυρίως όμως «κοντράρεται» με την χώρα και  αυξάνει την παρουσία της, εφόσον η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα της ΕΕ που αποτελεί σύνορο της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε και την παραδοσιακή πολιτική που έχουν η χώρα μας και η Κύπρος έναντι της γείτονος, τότε η κατάσταση  γίνεται πολύ πιο αρνητική και επικίνδυνη.

Πολλοί είναι  πολιτικοί, αναλυτές, βουλευτές, διεθνολόγοι  που ορθώνουν λόγο. Φιλοκυβερνητικοί, αντιπολιτευόμενοι οι οποίοι τοποθετούνται στα παράθυρα και στις επιφυλλίδες των έντυπων εκδόσεων ανάλογα με την ιδεολογία που φέρουν, με τον βαθμό άγνοιας ή γνώσης του προβλήματος.  Δημοσιογράφοι που αναλύουν την σχετική θεματολογία ακολουθώντας καθηγητές με θέσεις άκρως υποκειμενικές, ενώ ταυτόχρονα βλέπουν τα ποσοστά τηλεθέασης των σταθμών ή εντύπων ή ραδιοφώνων τους ανάλογα με αυτά που σημειώνουν. Ο Έβρος και ο κορονοϊός μας έδωσαν και δίνουν καθημερινά ύλη «αναλύσεων».

Επειδή  η πανδημία υπερκέρασε την καθημερινή ειδησεογραφία και «παραμελήθηκαν» τα Ελληνοτουρκικά, ζήτησα λοιπόν  από φίλους διαφόρων πολιτικών αποχρώσεων να απαντήσουν σε δύο ερωτήματα. Το πρώτο σχετίζεται με την διαμόρφωση ίσως μιας νέας μεταναστευτικής-προσφυγικής πολιτικής, ενώ το δεύτερο σχετίζεται με την εξωτερική μας πολιτική έναντι της Τουρκίας και εάν  αυτή πρέπει να διαμορφωθεί.

Πήρα λοιπόν τα σημαντικότερα σημεία των απαντήσεων τους, τα οποία και  παραθέτω:

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ  ΙΩΑΚΕΙΜΙΔΗΣ:  Καθηγητής  στη Σχολή Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών του Παν. Αθηνών.

«Το προσφυγικό – μεταναστευτικό ζήτημα θα είναι διαχρονικό. Θα συνεχιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα και ίσως εις το διηνεκές, με περιόδους έξαρσης και ύφεσης. Όλες οι επιστημονικές μελέτες δείχνουν ότι λόγω κυρίως  των αρνητικών δημογραφικών εξελίξεων η Ευρώπη έχει για οικονομικούς και όχι μόνο λόγους την ανάγκη ενός σημαντικού αριθμού μεταναστών στο χώρο της, πέρα από την ηθική υποχρέωση που έχει να προσφέρει προστασία στους αιτούντες άσυλο, πρόσφυγες κ.α., σεβόμενη πλήρως το διεθνές δίκαιο και τις ανθρωπιστικές της αξίες. Πρέπει  να υπάρξει  ανάπτυξη γνήσιας κοινής μεταναστευτικής πολιτικής – πολιτικής ασύλου. Οι νέες προτάσεις που πρόκειται να υποβάλει σύντομα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να διαλαμβάνουν την πλήρη κατάργηση του συστήματος του Δουβλίνου (καθεστώς πρώτης χώρας).

Η Τουρκία θα συνεχίσει να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στο προσφυγικό – μεταναστευτικό ζήτημα καθώς “φιλοξενεί” 3,7 εκ. πρόσφυγες (κυρίως από Συρία) τους οποίους ενίοτε χρησιμοποιεί ως “όπλα” για να εκβιάζει την Ευρώπη όπως έκανε πρόσφατα.  Γι’ αυτό θα πρέπει  να υπάρξει μια νέα συμφωνία  ΕΕ   –  Τουρκίας  που θα προσλάβει τη μορφή μιας ειδικής σχέσης με ρεαλιστικά στοιχεία που να ικανοποιούν όμως ελληνικές ανησυχίες και στόχους αλλά και θα αφαιρούν από την Τουρκία τις δυνατότητες εκβιασμών όπως των τελευταίων( Έβρος).

Η Frontex  πρέπει με την συγκατάθεση της Τουρκίας να δραστηριοποιείται στα τουρκικά χωρικά ύδατα. Και φυσικά η ΕΕ να συμβάλει στην αντιμετώπιση των αιτίων του προσφυγικού-μεταναστευτικού». Τέλος,  η Ελλάδα θα πρέπει να εκσυγχρονίσει μεταναστευτικές δομές και πολιτική και να προβάλει μια ολοκληρωμένη πολιτική στην Ένωση τόσο για τις εσωτερικές όσο και εξωτερικές πλευρές του ποσφυγικού – μεταναστευτικού ζητήματος» .

Σχετικά με την εξωτερική μας πολιτική έναντι της Τουρκίας, ο κ. Ιωακειμίδης , σημείωσε «Η Ελλάδα θα πρέπει να είναι προετοιμασμένη για κάθε ενδεχόμενο  η υπέρβαση ωστόσο της κρίσης με την Τουρκία και η προστασία της ελληνικής κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων δεν μπορεί να γίνει παρά με ειρηνικά μέσα όπως προβλέπει το διεθνές δίκαιο.  Οι φωνές για στρατιωτικές λύσεις και άλλα ηχηρά παρόμοια είναι οι φωνές  αφροσύνης που οδηγούν ευθέως στην καταστροφή.  Ειδικότερα η Ελλάδα οφείλει να κινηθεί με τρεις συγκεκριμένες πρωτοβουλίες :

Πρώτον, επίλυση Κυπριακού προβλήματος. Η μη επίλυση του κυπριακού προβλήματος αποτελεί μια από τις σημαντικότερες αιτίες για την όξυνση της κατάστασης στην Αν. Μεσόγειο ……… Βεβαίως το κυπριακό δεν είναι θέμα ελληνοτουρκικής διαφοράς. Η Λευκωσία έχει την ευθύνη και όχι η Αθήνα . Αλλά η Αθήνα μπορεί ενεργητικά να ενθαρρύνει τη Λευκωσία προς τη λύση, ιδιαίτερα τώρα μετά την τριμερή συνάντηση του Βερολίνου (25 Νοεμβρίου). Και εκεί θα κριθούν και οι προθέσεις της Άγκυρας.

Δεύτερον, προσφυγή στη Διεθνή Δικαιοσύνη (Χάγη).  Η Ελλάδα οφείλει να εμφανισθεί με μια ολοκληρωμένη πρόταση για την παραπομπή του θέματος των οριοθετήσεων θαλασσίων ζωνών με την Τουρκία στη Διεθνή Δικαιοσύνη ως του ενδεδειγμένου τρόπου ειρηνικής επίλυσης των διαφορών.

Τρίτον, ειδική σχέση Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) – Τουρκίας. Καθώς η προοπτική ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ έχει μάλλον πεθάνει, θα πρέπει να προχωρήσει η διαδικασία για τη σύναψη μιας ειδικής σχέσης .Η Αθήνα οφείλει να αναλάβει τη σχετική πρωτοβουλία. Η ειδική αυτή σχέση μπορεί να στηριχθεί στα ακόλουθα στοιχεία: (α) στον εκσυγχρονισμό της τελωνειακής ένωσης ΕΕ -Τουρκίας (β) στη σταδιακή και υπό προϋποθέσεις απελευθέρωση του καθεστώτος θεωρήσεων (visa), (γ) στον εκσυγχρονισμό του καθεστώτος για τους πρόσφυγες – μετανάστες μεταξύ Ένωσης – Τουρκίας και (δ) στη διάσταση της ασφάλειας.

Και ο κ. Ιωακειμίδης καταλήγει: «Υπάρχει τέλος ένα ζήτημα που πρέπει να μας προβληματίσει. Πόσο ρεαλιστικό είναι να συζητάμε- και σε ποιό χρονικό ορίζοντα – για αξιοποίηση/ εκμετάλλευση των υποτιθέμενων ενεργειακών πόρων στο Αιγαίο υπό το φως των αποφάσεων ( ΕΕ και όχι μόνο)  για την απανθρακοποίηση των οικονομιών, αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και του γεγονότος ότι τόσο η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων όσο και οι εμπορικές τράπεζες δεσμεύονται να μη χρηματοδοτούν projects για εξόρυξη ορυκτών καυσίμων»;

«Δεν νομίζω ότι η χώρα μας, ως κράτος δικαίου , μπορεί να κάτι κάτι περισσότερο ή κάτι λιγότερο, από αυτό που έχει κάνει τα τελευταία χρόνια, στο προσφυγικό-μεταναστευτικό.Η χώρα μας στο θέμα αυτό εξαρτάται αφενός μεν από την πολιτική της Τουρκίας και αφετέρου από την ΕΕ και εντός αυτής από ορισμένα (δυστυχώς αρκετά) κράτη – μέλη».

«Το σχέδιο του Ερντογάν να προκαλέσει πολιτική και κοινωνική αποσταθεροποίηση στην Ελλάδα και να εκβιάσει την Ευρώπη απέτυχε παταγωδώς» σημειώνει ο βουλευτής Λάρισας της ΝΔ , ΜΑΞΙΜΟΣ  ΧΑΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ  και συνεχίζει: «Ωστόσο, μπορεί ο… νεοσουλτάνος να έδωσε εντολή να αποτραβηχτούν οι μετανάστες από τον Έβρο, λόγω και της εξάπλωσης του κορονοϊού, τα αποσταθεροποιητικά του σχέδια δεν τα εγκαταλείπει. Απόδειξη οι αφίξεις πλοίων με μετανάστες στο Αιγαίο. Η Ελλάδα οφείλει να συνεχίσει ακάθεκτη στον δρόμο που άνοιξε ο Έβρος. Το “τείχος“ να απλωθεί σε όλο το Αιγαίο. Να ξεκαθαριστεί επιτέλους η κατάσταση με τις περίεργες ΜΚΟ. Να δημιουργηθούν κλειστές δομές για όσους απορρίπτονται τα αιτήματα ασύλου, όπου θα διαμένουν μέχρι να επιστραφούν στις χώρες καταγωγής τους».

Σχετικά δε με την πολιτική που πρέπει να χαραχτεί έναντι της Τουρκίας, ο κ. Χαρακόπουλος, αφού τονίζει ότι «η Τουρκία επιδιώκει την επίτευξη του νεοοθωμανικού της οράματος» και ότι «δεν σταματούν οι προκλήσεις απέναντι στην χώρα» καταλήγει « Το βλέπουμε στη Συρία, στη Λιβύη, στην Κύπρο, στο Αιγαίο, στις διακηρύξεις για τη «Γαλάζια Πατρίδα». Αμφισβητεί ευθέως τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, εξοπλίζεται σαν αστακός και ασκεί έναν ιδιότυπο υβριδικό πόλεμο. Ακόμη και αυτές τις κρίσιμες ώρες, που ο κορονοϊός θερίζει χιλιάδες συνανθρώπους μας, ακόμη και στην ίδια την Τουρκία, δεν σταματούν οι προκλήσεις. Η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να επανασχεδιάσει την πολιτική της απέναντι στην Τουρκία».

ΓΙΩΡΓΟΣ  ΚΑΜΙΝΗΣ: Βουλευτής ΚΙΝΑΛ, τέως Δήμαρχος Αθήνας.

«Αφού διαχωρίσουμε ότι άλλο μετανάστες και άλλο πρόσφυγες να σημειώσουμε ότι υφίστανται στην Ελλάδα και οι δύο ροές,  να τονίσουμε αφενός μεν ότι  η Ευρώπη έχει επιτρέψει στην Τουρκία να μας εκβιάζει χρησιμοποιώντας ανθρώπους, πολλοί εξ αυτών θύματα πολέμων και το κάνει αυτό με έναν τρόπο που της είναι πιο χρήσιμη η διαιώνιση παρά η επίλυση του προβλήματος και αφετέρου ότι  η Ελλάδα δεν μπορεί να αντιμετωπίσει μόνη της το πρόβλημα».  και ότι  «Χρειαζόμαστε άμεσα ένα νέο πλαίσιο σε ευρωπαϊκό επίπεδο».

« Κατά συνέπεια , συνεχίζει ο Γιώργος Καμίνης « θεωρώ ότι η λύση περνάει μέσα από την Ευρώπη και θα πρέπει πλέον η πολιτική της χώρας μας σε αυτό το ζήτημα να στοχεύσει σε περισσότερα αποτελέσματα αξιοποιώντας κάθε δυνατό εργαλείο,  και κατέληξε στο ζήτημα αυτό ότι   χρειαζόμαστε άμεσα ένα νέο πλαίσιο σε ευρωπαϊκό επίπεδο».

Σχετικά με την διαμόρφωση της εξωτερικής μας πολιτικής έναντι της Τουρκίας, είπε: «Αναμφίβολα οι χειρισμοί της Τουρκίας έχουν κάποια χαρακτηριστικά τακτικής αλλά ως ένα βαθμό είναι και χειρισμοί με ιστορικό βάθος. Η χώρα μας έχει τη σταθερή θέση ότι η διευθέτηση των ζητημάτων με την Τουρκία οφείλει να υλοποιηθεί στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου. Έχουμε εργαστεί, και ως παράταξη και ως χώρα, για την ειρήνη ανάμεσα στις χώρες και πιστεύουμε ότι από την ειρήνη οι δυο λαοί έχουν περισσότερα να ωφεληθούν.

Πρέπει να σφυρηλατηθεί ένα ισχυρό εθνικό μέτωπο, το οποίο οφείλει να παραμείνει ενωμένο και κυρίως ενεργό .Αλλά πέρα από ένα ισχυρό εσωτερικό μέτωπο, κρίσιμοι είναι δύο παράγοντες:

Ο πρώτος είναι ο ρόλος της Ευρώπης και ο δεύτερος είναι η εξωτερική μας πολιτική, που οφείλει να λάβει υπόψη της τους διεθνείς συσχετισμούς και να τους αξιοποιήσει υπέρ των εθνικών μας συμφερόντων».

 

Με την σκέψη στο μεταναστευτικό-προσφυγικό , ξεκινά την τοποθέτηση του ο ΠΕΤΡΟΣ  ΜΑΥΡΟΕΙΔΗΣ, Πρέσβης επί τιμή και πρώην Πρέσβης της Ελλάδας στην Άγκυρα.

«Η Τουρκία, με τα γεγονότα στις Καστανιές – αλλά  και παλαιότερα το 2015-2016- απέδειξε ότι το προσφυγικό-μεταναστευτικό το χρησιμοποιεί ως εργαλείο πίεσης προς την ΕΕ.  Όλες οι κινήσεις της είναι καλά μελετημένες και οργανωμένες. Απειλεί και εκβιάζει τα κράτη της ΕΕ ενώ παράλληλα δοκιμάζει , με το αζημίωτο τις  αντοχές της χώρας μας. Το απέδειξε, για άλλη μια φορά στις Καστανιές, με τον τρόπο που έφερε τους πρόσφυγες-μετανάστες στον Έβρο και από τον τρόπο που τους μάζεψε πίσω.

Η ΕΕ από την άλλη πλευρά, τα περισσότερα κράτη-μέλη δεν επιθυμούν, για πολλούς και διάφορους λόγους, που είναι άλλωστε γνωστοί σε όλους μας, δεν επιθυμεί να λάβει μέτρα που θα «δυσαρεστήσουν» την Τουρκία. Και αυτό το εκμεταλλεύεται – ο κάθε άλλο παρά «απομονωμένος » , όπως τον θεωρούν ορισμένοι στη χώρα μας- Τούρκος Πρόεδρος,  με τον καλύτερο τρόπο». Συνεχίζοντας  στο θέμα σημειώνει «Η χώρα μας, από την στιγμή που δεν μπορεί να βουλιάξει τις βάρκες στο Αιγαίο ή να ναρκοθετήσει το χερσαία σύνορα της με την Τουρκία , οφείλει να στραφεί στην Ευρώπη και να πιέζει συνεχώς για βοήθεια ( μόνο η αλληλεγγύη δεν αρκεί), συνδρομή και ότι άλλο έχει συμφωνηθεί στο θέμα σε επίπεδο Συμβουλίου Κορυφής , Συμβουλίου Υπουργών κλπ. Και πιστέψτε με, η συνεχής αναφορά του τεράστιου προβλήματος στο μεταναστευτικό-προσφυγικό στα όργανα της ΕΕ δεν μας κάνει «γραφικούς» όπως υποστήριζαν και υποστηρίζουν  ορισμένοι, διότι είναι ζωτικής σημασίας για την χώρα μας».

Και καταλήγει: «Παράλληλα, η ΕΕ θα πρέπει επιτέλους να υποστηρίξει δυναμικά την εφαρμογή των Συμφωνιών Επανεισδοχής που έχει συνάψει με μια σειρά κρατών, χώρες προέλευσης των μεταναστών, όπως π.χ Πακιστάν,  Αφγανιστάν, Αλγερία Μαρόκο, Νιγηρία κλπ. Δεν είναι δυνατόν η ΕΕ να χορηγεί εκαντοντάδες εκατομμύρια ευρώ ετησίως αναπτυξιακή βοήθεια προς τις χώρες αυτές  και να μη μπορεί να τις  «πείσει»  να πάρουν πίσω τους παράνομους,παράτυπους μετανάστες. «More for more, less for less» όπως είχε πει πριν δέκα περίπου  χρόνια  ένας Ολλανδός υπουργός».

Σχετικά με την διαμόρφωση της εξωτερικής μας πολιτικής έναντι της Τουρκίας, ο κ. Μαυροειδής σημειώνει:  «Δεν νομίζω ότι τίθεται θέμα σκλήρυνσης της εξωτερικής μας πολιτικής. Απλώς πρέπει να υπερασπιζόμαστε και διασφαλίζουμε, με κάθε τρόπο,  τα εθνικά και κυριαρχικά μας δικαιώματα στην ευρύτερη περιοχή. Και σε αυτό θα πρέπει να συμφωνήσουν οι πολιτικές δυνάμεις της χώρας. Το τελευταίο διάστημα εγκαταλείψαμε την πολιτική που είχε χαραχθεί την τριετία 2015-2018 που έφερε την Ελλάδα ξανά δυναμικά στο διεθνές προσκήνιο την Ελλάδα.

Θα πρέπει σε διεθνούς οργανισμούς όπως στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ να έχουμε ενεργή και ουσιαστική παρουσία και να μη διστάζουμε να θέτουμε τα εθνικά και ζωτικά μας συμφέροντα. Η γραμμή, που δυστυχώς επανέρχεται, να μην γινόμαστε «γραφικοί» ή να είμαστε «καλά παιδιά» πρέπει επιτέλους να σταματήσει! Το είδαμε πρόσφατα στις διασκέψεις για την Λιβύη, για την νέα ναυτική επιχείρηση «Ειρήνη» της ΕΕ στη Λιβύη και στην Ομάδα  Προβληματισμου/ Προσωπικοτήτων » του ΝΑΤΟ για το μέλλον της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, όπου η Ελλάδα ή είναι απούσα ή ο ρόλος της υποβαθμίστηκε».

Και καταλήγει «Ως προς τις διμερείς μας σχέσεις με την Τουρκία θα πρέπει να αναλάβουμε, επιτέλους, και εμείς κάποιες πρωτοβουλίες όπως π.χ την επέκταση της  Αιγιαλίτιδας ζώνη στο Ιόνιο,  στην Κρήτη στα 12 μίλια και στα Νότια της και το κλείσιμο των κόλπων, των γραμμών βάσεων, και της Αιγιαλίτιδας ζώνης. Θα πρέπει επιτέλους να θέτουμε και εμείς τις παραβιάσεις της Τουρκίας στην Συνθήκη της Λωζανης για Ιμβρο και Τενεδο ή για τα δικαιώματα της Ελληνικής Μειονότητας  στην Κωνσταντινούπολη».

Σχετικά με την μεταναστευτική και προσφυγική πολιτική που πρέπει να ακολουθηθεί, ο ΘΕΟΦΙΛΟΣ  ΞΑΝΘΟΠΟΥΛΟΣ, βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Δράμας, σημειώνει: «Πάγια θέση του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι το μεταναστευτικό/προσφυγικό είναι ένα θέμα Ε.Ε. Τουρκίας και όχι Ελλάδας Τουρκίας, όπως το αντιμετωπίζει η Κυβέρνηση. Τα γεγονότα στις Καστανιές αποτελούν τομή σε σχέση με τη μέχρι τώρα τακτική της Τουρκίας. Ενώ δηλ. έως σήμερα η Τουρκία αρκείτο στο να «ανοίγει τη στρόφιγγα» των προσφυγικών μεταναστευτικών ροών προς την Ελλάδα, το τελευταίο διάστημα προωθεί με ενεργό τρόπο τους ανθρώπους αυτούς στα χερσαία σύνορα.

Με τους μηχανισμούς του Τουρκικού Κράτους ενεργούς, με κάθε είδους υποστήριξη και υποκίνηση, εργαλειοποιεί τους δύστυχους ανθρώπους, εκμεταλλεύεται τις αγωνίες και τις ελπίδες τους και προσπαθεί να εκβιάσει τόσο την Ελλάδα όσο και την Ε.Ε. Σήμερα η Κυβέρνηση μετά και την υποχώρηση Ερντογάν, την οπισθοχώρηση των προσφύγων μεταναστών από το συνοριακό φυλάκιο των Καστανιών και την εκτόνωση της κρίσης πρέπει να πάρει πρωτοβουλίες στην κατεύθυνση της αναζωπύρωσης της κοινής συμφωνίας Ε.Ε. Τουρκίας.

Πέραν αυτού και ανεξάρτητα από τις εντάσεις που δημιουργούνται να κρατήσει ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας με τη γείτονα χώρα. Τέλος, να ενεργοποιήσει όλες τις διεθνείς επαφές και να ενισχύσει την παρουσία της Ελλάδας στα διεθνή φόρα, είναι αδιανόητο η χώρα να λείπει από καίριας σημασίας διεθνείς συναντήσεις, ώστε να είναι έτοιμη να αποκρούσει την επόμενη πρόσκληση Ερντογάν, που ίσως εκδηλωθεί στα θαλάσσια σύνορα».

Ενώ, για την πολιτική που πρέπει να ακολουθηθεί,  της χώρας έναντι της Τουρκίας, ο βουλευτής Δράμας, σημειώνει «Η στάση μας απέναντι στην Τουρκία πρέπει να είναι στάση που υπαγορεύεται από το Διεθνές Δίκαιο. Η Τουρκία πρέπει να αντιληφθεί ότι δεν είναι δυνατόν να συμπεριφέρεται ως «Σερίφης» της περιοχής αλλά οφείλει να ενεργεί με βάση τις διεθνείς συνθήκες και το Δίκαιο της θάλασσας. Άρα κατά τη γνώμη μας η γραμμή αντιμετώπισης της Τουρκίας δεν θα είναι μονοδιάστατη και άτεγκτη αλλά θα πρέπει να είναι ευέλικτη και δυναμική. Σκληρή όταν απαιτείται, συνεργασίας και συνεννόησης όταν επιβάλλεται. Άλλωστε στις διεθνείς σχέσεις οι χώρες οφείλουν να κινούνται στα πλαίσια των διεθνών συσχετισμών, που επιτρέπουν ή επιβάλλουν κινήσεις».

 

Η βουλευτής Εβρου του ΣΥΡΙΖΑ ΝΑΤΑΣΑ ΓΚΑΡΑ, η οποία έζησε τα γεγονότα στις Καστανιές σημειώνοντας ότι «ο Ερντογάν εργαλειοποίησε πρόσφυγες και μετανάστες για να επιτύχει τους δικούς του γεωπολιτικούς σκοπούς, ενώ η Κυβέρνηση έκανε αισθητή την απουσία της» υποστηρίζει ότι « η Κυβέρνηση περιορίστηκε σε παλινωδίες και εναλλαγή ανευθυνο-υπεύθυνων υπουργών με παράλληλη ρητορική μίσους και ξενοφοβίας, χωρίς έργα και λύσεις. Δημιούργησε έτσι ανυπέρβλητα προβλήματα πρώτα στις τοπικές κοινωνίες, αλλά και στη διεθνή εικόνα της χώρας, εγκλωβίζοντας χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες στα νησιά.

Δημιούργησε μία εμπόλεμη κατάσταση και ρητορική, χωρίς να δίνει πραγματικές λύσεις». Τέλος, τονίζοντας τις προτάσεις Συριζα , είπε «Ο ΣΥΡΙΖΑ από την πρώτη στιγμή της κρίσης πρότεινε την άμεση αποσυμφόρηση των νησιών. Τη σύγκληση Συνόδου Κορυφής στην ΕΕ και τη διεκδίκηση ενός προγράμματος μετεγκατάστασης προσφύγων απευθείας από την Τουρκία και την Ελλάδα και ισότιμο διαμοιρασμό στις ευρωπαϊκές χώρες. Πρόγραμμα οικογενειακής επανένωσης και σαφές πλαίσιο επιστροφών σε όσους δε δικαιούνται άσυλο. Άμεση αναθεώρηση της Συνθήκης του Δουβλίνου. Ενίσχυση των συμμαχιών μας με άλλες χώρες, και σύγκλιση των Συνόδων των Βαλκανίων και της Μεσογείου, που είχαν δημιουργηθεί με πρωτοβουλία του Αλέξη Τσίπρα. Η διαχείριση του Προσφυγικού – Μεταναστευτικού είναι ζήτημα ευρωπαϊκό κι όχι εθνικό, όπως το μετέτρεψε ο κ. Μητσοτάκης με την πολιτική του».

Ενώ στην ερώτηση μας «ποια πολιτική έναντι της Τουρκίας πρέπει να ακολουθήσουμε» η κ. Γκαρά, απάντησε «Έχουμε ασκήσει σκληρή κριτική στην εξωτερική πολιτική που ασκεί η ΝΔ, μία πολιτική κατευνασμού, μία πολιτική υποχωρητική απέναντι στην Τουρκία. Η προκλητική στάση της Τουρκίας εντάθηκε τους τελευταίους μήνες και η Κυβέρνηση δεν υπερασπίστηκε τη θέση της χώρας μας. Δε διεκδίκησε να επιβληθούν κυρώσεις στην Τουρκία, δεν κατήγγειλε τις εναέριες και θαλάσσιες παραβιάσεις, δεν κατήγγειλε καν φθορά ελληνικής περιουσίας στον Έβρο, ενώ δεν έθεσε κανένα θέμα σε υψηλό ευρωπαϊκό επίπεδο.  η γραμμή αντιμετώπισης της Τουρκίας δεν θα είναι μονοδιάστατη και άτεγκτη αλλά θα πρέπει να είναι ευέλικτη και δυναμική.

Η συνέχεια αύριο.