Όπως ήταν αναμενόμενο, η Πυροσβεστική απέδωσε τη φωτιά του τεμένους Βαγιαζήτ Διδυμοτείχου σε σπινθήρα από την ηλεκτροσυγκόλληση του συνεργείου που εργαζόταν για την αναστήλωση του μνημείου.

Θυμίζουμε πως από το μεσημέρι της προηγουμένης είχε κληθεί να σβήσει μικρής έκτασης φωτιά, η οποία αντιμετωπίστηκε, αλλά τα ξημερώματα φαίνεται πως αναζωπυρώθηκε και κατέκαψε την αυθεντική ξύλινη στέγη, ένα μοναδικό έργο τέχνης.

Στο πόρισμά της η Πυροσβεστική Υπηρεσία δεν αναγνωρίζει δική της ευθύνη, ρίχνοντας το μπαλάκι στην άλλη πλευρά, των εργατών της αναστήλωσης. Το κακό είναι ότι δεν υπήρχε κάποιος που να έχει την ευθύνη φύλαξης και επίβλεψης των εργασιών.

Στην επίσκεψη που έκανε στο καμένο Βαγιαζήτ η υπουργός Πολιτισμού Λυδία Κονιόρδου συνοδευόμενη από τη γ.γ. του ΥΠΠΟΑ Μαρία Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη δήλωσε ότι το τέμενος θα επισκευαστεί τάχιστα, κάτι που όλοι γνωρίζουν ότι είναι ανέφικτο. Ωστόσο, είναι πολύ θετικό –αν αληθεύει- ότι σώθηκε από την πυρκαγιά η περίφημη τοιχογραφία του ιστορικού αυτού τζαμιού (uniqum για τον ισλαμικό κόσμο), την οποία είδε και εντυπωσιάστηκε, όπως είπε η υπουργός. Τόνισε μάλιστα ότι δεν έχει υποστεί βλάβη από την αιθάλη (!).

Δεν αναφέρθηκε καθόλου στην κατάσταση του μιναρέ που είναι πλέον επικίνδυνη και θα χρειαστεί να ξηλωθεί όλο το επάνω τμήμα του, καθώς έχει πάρει κλίση. Ο μιναρές, που είναι μεταγενέστερος κατά 200 χρόνια από το κύριο οικοδόμημα, είχε ήδη στατικά προβλήματα και προβλεπόταν από τη μελέτη έργα στερέωσής του.

Η Λυδία Κονιόρδου είπε ότι πήγε να δει με τα μάτια της την καταστροφή και δήλωσε αποφασισμένη να βρει τρόπο και διαδικασίες για να αποκατασταθεί. Πώς; «Θα αναπροσαρμοστούν οι υπάρχουσες μελέτες και θα ενταχθεί στο ΕΣΠΑ η πλήρης αποκατάσταση της στέγης και θα επιστρατευθούν ειδικοί επιστήμονες επί του ξύλου, από το Πολυτεχνείο».

Σε ανακοίνωσή του ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων επισημαίνει ότι «με τον πιο τραγικό τρόπο, την καταστροφή μνημείου, επιβεβαιώνεται η πάγια θέση του ΣΕΑ ότι η αρχαιολογική αυτεπιστασία και όχι η εργολαβία είναι ο μόνος ενδεδειγμένος τρόπος επέμβασης και σε ιστάμενα μνημεία, ιδίως σε εκείνα που είναι μείζονος ιστορικής σημασίας». Στην περίπτωση της αναστήλωσης του Βαγιαζήτ επελέγη να γίνει με μελετοκατασκευή και να ανατεθεί σε εργολάβο.

Σύμφωνα με τους αρχαιολόγους, «το «τέμενος Βαγιαζήτ» (το μεγάλο τέμενος του Μεχμέτ Α΄ Τσελεμπή, γιου του Βαγιαζήτ του «Κεραυνού», χρονολογημένο στο πρώτο μισό του 15ου αιώνα, πριν ακόμα την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους), ένα από τα σημαντικότερα οθωμανικά μνημεία επί ευρωπαϊκού εδάφους, εντάχθηκε στο προηγούμενο ΕΣΠΑ 2007-2013 με προϋπολογισμό 1.382.991,89 €. Η κάλυψη της στέγης εσωτερικά με μεμβράνη, σε συνδυασμό με την απώλεια μεγάλου μέρους των εξωτερικών μολυβδόφυλλων που την κάλυπταν, οδήγησαν σε μεγάλες βλάβες των ξύλινων στοιχείων. Οι εκπλήξεις που θα ακολουθούσαν την απομάκρυνση της μεμβράνης έδειχναν την αυτεπιστασία ως μονόδρομο». Η λύση αυτή δεν προκρίθηκε το 2014. Έτσι, τίθεται το ερώτημα «αν οι οξυγονοκολλήσεις που φέρεται ότι γίνονταν από τον εργολάβο, εκτελούνταν υπό την έγκριση και υπό την εποπτεία της αναθέτουσας αρχής».

Πολλά μπορεί να πει κανείς μετά την καταστροφή ενός τόσο σημαντικού μνημείου και το πιο εύκολο απ’ όλα είναι να ρίξει τις ευθύνες πίσω στο παρελθόν. Έτσι, η εγκληματική αμέλεια που έδειξαν όλοι οι εμπλεκόμενοι θα μείνει για πάντα ατιμώρητη, με μεγάλη πιθανότητα να επαναληφθεί.