«Δε θέλω να πεθάνω» είχε πει η Λούλα Αναγνωστάκη, μία από τις σπουδαιότερες συγγραφείς της μεταπολεμικής γενιάς .  Ηταν 83 χρόνων. Εφυγε την Κυριακή.

Πάει να συναντήσει τον  άνθρωπο που την καθιέρωσε στο θέατρο, ξεχωρίζοντάς την  για την διευσδυτικότητα της στην ανθρώπινη ψυχολογία, τον Κάρολο Κουν, τον αδελφό της, τον ποιητή Μανόλη Αναγνωστάκη και τον μεγάλο έρωτα της ζωής της και δεύτερο σύζυγό της, το Γιώργο Χειμωνά.

Μετά τον ξαφνικό θάνατο του Χειμωνά, το 2000,  η Λούλα Αναγνωστάκη κλείστηκε λίγο-λίγο στο σπίτι της. Λιγοστές οι επικοινωνίες της με τον έξω κόσμο. Ωστόσο, παρακολουθούσε  τι γινόταν στη χώρα. Εβλεπε φανατικά τις ειδήσεις στην τηλεόραση.

Η Λούλα Αναγνωστάκη υπήρξε ένας ζωντανός μύθος για τη γενιά των σημερινών 60άρηδων και μία από τις ελάχιστες γυναίκες που παραστέκονταν πλάι στον Κουν στο «Υπόγειο».   Σε μία από τις τελευταίες συνεντεύξεις της προς την Ιωάννα Κλεφτόγιαννη στο Popaganda,(2015) αναφέρει μεταξύ άλλων ότι  το μόνο θέμα που θα την ενδιέφερε να γράψει σήμερα ήταν για τους πρόσφυγες.

Εξηγώντας την απόφασή της να μην βγαίνει από το σπίτι της, ανέφερε: «Δεν βγαίνω καθόλου. Βαριέμαι. Δεν μπορώ να καθηλώνομαι. Εχω να βγω έξω ενάμισι χρόνο. Μαθαίνω τι συμβαίνει στην τηλεόραση. Είναι πολύ άσχημα τα πράγματα με τους πρόσφυγες. (…) Είδα και τι συνέβη στο Παρίσι. Φοβερό! Δεν έχουν κανένα ενδοιασμό πια οι τζιχαντιστές! Φανταζόμασταν ότι θα χτυπούσαν ποτέ το Παρίσι; Και η άνοδος της Λεπέν είναι σοκαριστική! Αντί να την κατασπαράξουν, οι Γάλλοι την ανεβάζουν. Είναι αδιανόητο!»

Της έλειπε από το θέατρο η παρουσίαση έργων της. «Θέλω να τα βλέπω» έλεγε. «Όχι ότι νοσταλγώ κάτι, αλλά θα ήθελα να βλέπω παραστάσεις τους». Από τα έργα της την ενδιέφερε «η μάχη της Αριστεράς με τη Δεξιά».

Ας παρακολουθήσουμε μερικές θέσεις της όπως διατυπώνονται σ΄αυτή τη συνέντευξη:

«Υφίσταται αυτή η μάχη σήμερα; Οχι όπως παλαιότερα. Αλλά συνεχίζει με κάποιο τρόπο να υπάρχει. Τουλάχιστον νομίζουν ότι υπάρχει και αγωνίζονται γι’ αυτή ακόμα πολλοί. Τι να πεις όμως και για τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ; Τώρα ακόμα και αυτοί οι δύο ψεύδονται.

Πώς βλέπετε την κατάσταση στη χώρα; Υπάρχουν πάρα πολλοί φτωχοί σήμερα, που δεν υπήρχαν παλιά. Βλέπεις ανθρώπους στους σκουπιδοτενεκέδες. Υποφέρει ο κόσμος πολύ. Η όψιμη φτώχεια ανθρώπων που είχαν μια βολή με τρομάζει, ακριβώς όπως με τρομάζει κι αυτό που περνούν οι πρόσφυγες.

Γιατί αποφασίσατε να γράψετε ειδικά θέατρο; Έγραψα θέατρο απευθείας. Και μπορούσε να παιχτεί αμέσως. Ποτέ δεν μετάνιωσα που δεν έγραψα άλλο είδος. Ποτέ. Και δεν μετάνιωσα ούτε για μια γραμμή από όσες έγραψα.

Γράφατε εύκολα; Ήταν εύκολη η γραφή αλλά έσκιζα και εύκολα και ξαναέγραφα. Ακόμα και όταν παιδευόμουν όμως μου άρεσε.

Διαβάζατε όσα γράφατε, τους διαλόγους; Όχι. Καμιά φορά μπορεί να διάβαζα ένα απόσπασμα. Αλλά ούτε μαγνητοφωνούσα, ούτε διάβαζα.

Υπάρχει κάποιο από τα έργα σας που να αγαπάτε περισσότερο; Τα μοντέρνα κυρίως, τα τελευταία: «Σε εσάς που με ακούτε», ο «Ουρανός Κατακόκκινος»…

Θυμάστε, αλήθεια, την πρώτη παράσταση που είδατε; Ήμουν δεκατεσσάρων. Νομίζω λεγόταν η «Βροχή». Ήταν παράσταση του Εθνικού Θεάτρου για ενήλικες αλλά μου άρεσε πάρα πολύ.

Ως αναγνώστρια τι αγαπήσατε περισσότερο; Τα αστυνομικά (γελάει). ‘Εψαχνα… Και τον έβρισκα τον δολοφόνο. Αλλά διάβαζα αστυνομικά πιο ωραία και σύνθετα από αυτά που είναι μόνο με κλέφτες και αστυνόμους. Με ζέση με ορμή τα διάβαζα.

Και το θέατρο το αγαπήσατε έτσι με ορμή. Το αγάπησα το θέατρο πολύ. Αλλά δεν μπορώ να να πω ότι με γέμιζε. Πιο πολύ με γέμιζε η ζωή. Την οποία όμως δεν πρόλαβα να ευχαριστηθώ από τα απρόοπτα που συνέβαιναν.

Η πιο ευτυχισμένη περίοδο της ζωής σας ποια ήταν; Η ζωή μου με τον Γιώργο (Χειμωνά) (παρατεταμένη παύση). Η πιο ευτυχισμένη… Η ζωή η καθημερινή δεν έχει αλλάξει, αλλά μαζί του ήταν πιο γεμάτη.

Σας λείπει; Μου λείπει (παύση).

Έχετε διαρκώς συντροφιά την αναμμένη τηλεόραση; Δεν σας κουράζει; Η τηλεόραση δεν με εκνευρίζει, την βλέπω ήρεμα. Παρακολουθώ ειδήσεις γιατί δυσκολεύομαι πια να διαβάσω. Έτσι ενημερώνομαι. Περιμένω πάντα να δω τα νέα. Οι φίλοι μου έρχονται να με δουν, αλλά πόσο να μείνουν, φεύγουν. Τις ώρες που περνάνε μετά την αποχώρησή τους δεν αισθάνομαι μοναξιά.

Όνειρα βλέπετε; Έβλεπα κάθε μέρα όνειρα. Τώρα βλέπω σπάνια, αλλά είναι πάρα πολύ έντονα».