Της Ζωής Τόλη

Το έργο «Ροστμπίφ», της Λείας Βιτάλη, σε σκηνοθεσία της Χρύσας Καψούλη στη Β´ Σκηνή του θεάτρου της οδού Κεφαλληνίας.

Το διπλά βραβευμένο στην Ελλάδα και το εξωτερικό θεατρικό έργο, πραγματεύεται το σαρκοφαγικό των ανθρωπίνων σχέσεων, δίνοντας μία δεύτερη «ευκαιρία» στο μύθο των Ατρειδών, στη σύγχρονη εκδοχή τους.

Το «Ροστμπίφ» παρουσιάστηκε πρώτη φορά στο Λονδίνο, στο Riverside studios, το 2014 με τη γνωστή Αμερικανίδα ηθοποιό Σάρα Ντάγκλας στο ρόλο της Κλυταιμνήστρας.

Μία παράσταση θρίλερ με νότες μεταφυσικού στοιχείου που παραπέμπουν σε υπερεαλιστική αίσθηση των σκηνικών δράσεων.

«Το Ροστμπίφ θέλει μαχαίρια-ξυράφια, ούτε που να τα νιώθεις. Οι φέτες πρέπει να κόβονται λεπτές , λίγο πιο χοντρές από τσιγαρόχαρτο, να είναι διάφανο ροζ, να λάμπει το αίμα……Έτσι τρώγεται το ροστμπίφ».

Οι ήρωες συγκεντρωμένοι στην ιδιόμορφη και μυστηριακή πανσιόν της Κλυταιμνήστρας ξαναζούν τα πάθη , τους έρωτες, τις ανατροπές και διεκδικούν το δικό τους μερίδιο στην ευτυχία.

Από ψυχαναλυτική άποψη βγαίνει στο φως ό,τι πιο μύχιο υπάρχει μέσα τους, που χαρακτηρίζει τα ερεβώδη ελατήρια των διαθέσεων και της συμπεριφοράς τους. Αυτό το κομμάτι είναι αυθεντικό κι ας είναι σκοτεινό, αυτό είναι το «μεγαλείο» της ύπαρξής τους.

Έρχονται αντιμέτωποι με το κάρμα τους και αξιώνουν το χαμένο πάθος του έρωτα και της τρυφερότητας. Και όλα αυτά συμβαίνουν μέσα σε ένα δυστοπικό όσο και τραγικά κωμικό περιβάλλον με μία Κλυταιμνήστρα κυρίαρχη, να μαγειρεύει το ψητό της και να τροχίζει τα μαχαίρια της. Αγέρωχη μέσα στο ένδυμα της αναπόδραστης εκδίκησης, καιροφυλακτεί για την έλευση του Αγαμέμνονα. Σαν το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου.

 

Μία θεατρική δουλειά, με ένα ρηξικέλευθο κείμενο που στόχο έχει μέσα από τη σκληρότητά του να προβληματίσει τους θεατές σε επίπεδο αντίληψης της πραγματικότητας. Αυτή με τη σειρά της θα λειτουργήσει σαν καθρέφτης των προσωπικών μας σχέσεων, ώστε ανάλογα με την οπτική του καθένα να λάμψει η αλήθεια στα σύγχρονα δικά μας δεδομένα. Αυτός εξάλλου είναι ο ρόλος της τέχνης και δη του θεάτρου, να αφυπνίσει και όχι να διδάξει.

Άνετα σήμερα που βιώνουμε ανείπωτη βία και καταπάτηση των δικαιωμάτων των λαών, ο μύθος της αιμοσταγούς οικογένειας των Ατρειδών μεταφερμένος στο τώρα, θεωρείται πρόκληση να δούμε με ποια μορφή θα ξαναζωντάνευε.

Πως θα αντιδρούσαν τα πρόσωπα σε μια κοινωνία περισσότερο σκληρή από τη δική τους, αλλά και τι θα έβαζαν ως στόχο, ποιο θα ήταν το κίνητρό τους που θα καθόριζε την όποια συμπεριφορά τους;

Η καταξιωμένη συγγραφέας Λεία Βιτάλη με την πρωτότυπη ιδέα της, σκύβει στον καμβά πάνω στον οποίο υφαίνουμε τον εαυτό μας και βάσει αυτού κρίνουμε και σχετιζόμαστε με τους άλλους. Ένα αιρετικό, μπορούμε να πούμε, κείμενο με συμβολισμούς, σαρκασμό, ειρωνεία, ένταση, προκλήσεις παντός είδους, συναισθηματικούς κλυδωνισμούς και αδιέξοδα.

Ο θεατής συναντά τις αρρωστημένες σχέσεις σε όλα σχεδόν τα επίπεδα δράσης του ατόμου και τις αναγνωρίζει, καθώς συμβαίνουν χρόνια με σχεδόν απαράλλαχτο τρόπο. Το εξουσιαστικό παιχνίδι στην οικογένεια, η τάση επιβολής στις ερωτικές συναναστροφές, η διαχρονική σύγκρουση του αρσενικού με το θηλυκό και γενικά η ροπή του ανθρώπου να κυριαρχήσει πάνω στους άλλους. Η αιώνια αντιπαράθεση των γονιών με τα παιδιά τους, η θέση της γυναίκας/συζύγου μέσα στην οικογένεια και όχι μόνο, η εξάρτηση από ισχυρούς σε κοινωνικό επίπεδο και τόσα άλλα, σκιαγραφούν με πληρότητα το απύθμενο βάθος των διαπροσωπικών σχέσεων. Ένα βάθος που δεν διακρίνεται για την ενεργειακή θετικότητά του ή τη λάμψη της αυθεντικότητας της αλήθειας.

Έχουμε μία Κλυταιμνήστρα που σκοτώνει αθώους, τυφλωμένη από εκδίκηση «βλέποντας» στους ενοίκους της πανσιόν της το πρόσωπο του σκληρού και άπιστου Αγαμέμνονα.

Ο τεράστιος θυμός και η ζήλεια την έχουν στεγνώσει από τους χυμούς κάθε ζωντανού συναισθήματος, ανήμπορη να αγαπήσει. Όλα ακυρωμένα μέσα της, εκτός από τον άσβεστο πόθο του μίσους που την κατατρώει.

Ένα μίσος ανάμεικτο με διαψευσμένο έρωτα και λαχτάρα για πάθος που εκφράζεται απρόσμενα σε ένα κρεσέντο σφοδρής επιθυμίας με μπόλικα στοιχεία μανίας.

Η Χρύσα Καψούλη στο ρόλο της βαθιά πληγωμένης γυναίκας ερμηνεύει με στιβαρότητα, εκφράζοντας με υποκριτική συμμετρία τις τραγικές πτυχές του χαρακτήρα. Υπηρετεί την περσόνα με την «άνεση» του ατόμου που απόλυτα ελέγχει τους άλλους χωρίς συναισθηματισμό. Επιφανειακά φαίνεται να αποτελεί την επιτομή της άκρατης αλαζονείας, με τους φόβους και τους εφιάλτες της να «κρύβονται» αριστοτεχνικά. Ορκισμένη τιμωρός εγκλωβισμένη στο δηλητήριο της χρεοκοπημένης αγάπης, εκπέμπει αρνητισμό.

Οι κινήσεις, το ύφος και ο λόγος συνηγορούν στο διαμορφωμένο κάδρο της, με τις ανάλογες κορυφώσεις, οι οποίες έπονται των δραματικών ανατροπών.

Πλούσια η σκηνική της συμπεριφορά, ικανή να προσεγγίσει το κοινό.

Ο Αίγισθος ή Ρούμπυ όπως τον αποκαλεί η Κλυταιμνήστρα, εραστής και δούλος, δεμένος με το περιλαίμιο του σκύλου, ενσαρκώνει τον προσωπικό εξευτελισμό στην απόλυτη εκδοχή του. Όταν όμως φτάνει στην πανσιόν ο Αγαμέμνονας γίνονται αλλαγές μέσα του διεκδικώντας να πάρει αυτό που του αναλογεί και από πειθήνιο όργανο της Κλυταιμνήστρας «επαναστατεί», αντιμετωπίζοντας τα δικά του σκοτεινά σημεία.

Ο Λευτέρης Παπακώστας υποδύεται αυτόν το χαρακτήρα με επάρκεια και σεβασμό στο κείμενο.

Η Χριστίνα Χειλά Φαμέλη είναι η Ιφιγένεια που απεγνωσμένα ζητάει το μερίδιό της στην αγάπη / τρυφερότητα της μάνας, αλλά και στην ερωτική ζωή. Ευαίσθητη παρουσία, περιφέρεται με μία συνείδηση ρεαλιστική, αν μπορεί να ειπωθεί αυτό και παράλληλα με μία αίσθηση μεταφυσική με πινελιές ψυχολογικού θρίλερ στη συμπεριφορά της. Η ανταγωνιστικότητα προς τη μητέρα της την οδηγεί σε ακρότητες, καθόλου αποδεκτές από τον πολιτισμό των οργανωμένων πολιτικά κοινωνιών μας.

Ο Αγαμέμνονας / Άγνωστος του Νικόλα Χαλδαιάκη προβάλλεται ως μία φυσιογνωμία γκροτέσκο και κάποιες στιγμές και ως καρικατούρα.

Αν αυτή ήταν η πρόθεση της σκηνοθέτιδας εκτιμώ πως πέτυχε το σκοπό της.

Η Κατερίνα Παρισινού είναι η Γυναίκα που σιωπηλά συμμετέχει στη θεατρική διαδικασία.

Η σκηνοθετική γραμμή κλασική χωρίς εκπλήξεις, ανέδειξε όσο μπορούσε την έκταση των ικανοτήτων των ηθοποιών, οι οποίοι σκιτσάρουν με περισσότερες ή λιγότερες ευκαιρίες ερμηνείας τους ρόλους τους.

 

Μία ανελέητη αναζήτηση του «εγώ», μέσα στον ιδιαίτερα σκληρό κόσμο μας, που ακονίζει τα μαχαίρια του χωρίς έλεος, με στόχο να μας δείξει πόσο έχουμε απομακρυνθεί από τον πυρήνα μας και πως αν αγνοήσουμε την πραγματικότητα θα χάσουμε την ευκαιρία να συμφιλιωθούμε με τον εαυτό μας.

Και αυτή η επίγνωση ταυτίζεται με την αποδοχή των άλλων που και διαφορετικοί από μας είναι και άλλες φιλοδοξίες / προσδοκίες έχουν.

Έτσι μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι επέρχεται μία ισορροπία στον κοινωνικό ιστό.

Ο μύθος της αιμοσταγούς οικογένειας των Ατρειδών άνετα μπορεί να νικηθεί από το απροκάλυπτο και το απροσδόκητο της αληθινής ζωής, χωρίς ωστόσο να χάσει την αίγλη του.

Στη μουσική η Nalyssa Green, στην επιμέλεια του σκηνικού χώρου και των κοστουμιών ο Σπύρος Γκέκας, στους φωτισμούς η Βαλεντίνα Ταμιωλάκη και στο visual art ο Γιάννης Βολιώτης. Ουσιαστική η συμβολή τους στο τελικό αποτέλεσμα.

Εν κατακλείδι η εσωτερική δύναμη και η δραματική εμβέλεια του κειμένου της Λείας Βιτάλη, μαζί με τους υπόλοιπους άξιους συντελεστές κάνουν αυτή τη θεατρική δουλειά να ξεχωρίζει.