Της Ζωής Τόλη
«Δον Ζουάν», του Μολιέρου, στη Στέγη, σε μετάφραση Δημήτρη Δημητριάδη και σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού.

Ένας ήρωας-μύθος και ένα έργο-αίνιγμα που θίγει μεγάλα ερωτήματα της ανθρώπινης φύσης: την επιθυμία, το φόβο, την ελευθερία. Μία αλύτρωτη ύπαρξη, χωρίς χρόνο ή ηλικία, μία ουτοπική επανάσταση του ανθρώπου απέναντι σε ό,τι υποδύεται σταθερότητα, μία στιγμιαία εκδίκηση της φύσης απέναντι στις θρησκείες, στον κομφορμισμό και στο φόβο, γεμάτη θύματα, πραγματικά και φανταστικά.

Ο Δον Ζουάν, αυτός ο αιώνιος εραστής, που ζει μέσα από τα πάθη του, προκαλεί τη συντηρητική κοινωνία της κάθε εποχής, αμφισβητώντας κανόνες, αναδεικνύοντας την υποκρισία, παραβιάζοντας κοινωνικά ταμπού. Με την αξεπέραστη γοητεία του, την αίσθηση ελευθερίας που τον διαποτίζει και το οξύ πνεύμα του, εκθέτει τους εχθρούς του, αλλά και τον εαυτό του. Έχει την ακτινοβολία της αστόχαστης ενέργειας που συχνά συγχέεται με την ελεύθερη εξέγερση, είναι η Φύση (Ζακ Γκισαρνό).

Οι δύο πρωταγωνιστές, Χάρης Φραγκούλης (Δον Ζουάν) και Γιάννος Περλέγκας (Σγαναρέλ), υπηρετούν πιστά την αναθεωρητική σκηνοθετική γραμμή, δίδοντας στο ανέβασμα έναν αέρα φρέσκο και όχι κλασικό. Ερμηνείες πολυδιάστατες, με σωστές κορυφώσεις και ενίοτε καθηλωτικές, όπως στο τέλος όπου ο Φραγκούλης κραυγάζει «ποτέ δεν θα μετανοήσω, ποτέ, ποτέ». Εξαίρετη δραματική ένταση μεταδιδόμενη άμεσα στους θεατές.

Και ενώ εκείνος δεν διστάζει να διαπραγματευτεί με το μεταφυσικό, ο υπηρέτης του (Σγαναρέλ), γήινος, λογικός, δεν εγκρίνει τη στάση ζωής του αφεντικού του και εκτός από τα διάχυτα στοιχεία της ειρωνείας και της τραγικότητας (διάχυτα μέσα στο έργο) αναπτύσσει μία πλευρά κωμική, εκφράζοντάς τη με χειμαρρώδη και αφοπλιστικό τρόπο.

Η Έλενα Μαυρίδου ενσαρκώνει τη Δόνα Ελβίρα, εξαιρετικά με ωριμότητα και υποκριτική χάρη. Πολύ καλή η Ευαγγελία Καρακατσάνη (Σαρλότ), φανερώνει το εκρηκτικό της ταμπεραμέντο. Οι υπόλοιποι ηθοποιοί σκιτσάρουν με περισσότερες ή λιγότερες ευκαιρίες ερμηνείας τους ρόλους τους.

Η ζωντανή μετάδοση από τμήματα της δράσης σε video, οι εκπεμπόμενες ατάκες από το μικρόφωνο και η αφήγηση σε μη ευθύ λόγο σε γενικές γραμμές βοήθησαν το θεατρικό εγχείρημα να αποκτήσει μία διάσταση κινηματογραφική.

Η σοπράνο Μυρσίνη Μαργαρίτη ερμηνεύει αριστοτεχνικά τη μουσική δραματουργία και τις μεταγραφές (από το κλασικό του «Ντον Τζιοβάνι» του Μότσαρτ) με την υπογραφή του Δημήτρη Καμαρωτού.

Σκηνοθεσία σύγχρονη, αβανταδόρικη, στέκεται με σεβασμό στα συστατικά του λόγου και της δομής του έργου, ενσωματώνοντας γύρω από τον πυρήνα του θραύσματα κι από άλλους Δον Ζουάν της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

Τα ευρηματικά σκηνικά (Κένι Μακλέλαν) και οι εμπνευσμένοι φωτισμοί (Ελευθερία Ντεκώ) συμπληρώνουν την εικόνα ενός κλίματος πνευματικού με πινελιές απεικονιστικής τέχνης. Τα κοστούμια (Εύα Νάθενα) με καλλιτεχνική ευφυΐα.

Τελικά ο ήρωάς μας είναι ελεύθερος ή όταν συνεχώς φεύγει αποτινάσσει το φόβο και τον τρόμο; Μάλλον όχι, αντίθετα βλέπει καλύτερα, καθαρότερα, τρισδιάστατα.

Στα πλην της παράστασης η τοποθέτηση των ηθοποιών μπροστά από ένα μακρόστενο τραπέζι, η πολυλογία, κάποιες εξεζητημένες στάσεις τους, οι αργοί ρυθμοί που έδωσαν μεγάλη διάρκεια στο έργο. Παρ’ όλ’ αυτά η ανανέωση και η ποιητικότητα της παράστασης δεν μειώθηκαν.

Η περίπτωση του αμφιλεγόμενου μολιερικού χαρακτήρα δεν εξαντλείται σε μια συμβατική φύση ούτε σε συμβατική ανάγνωση. Ένα μυθικό πρόσωπο που συντηρεί αλύτρωτα ερωτηματικά γύρω του. Ένας Δον Ζουάν/μοίρα φύση, αναπόδραστη, όσο η βαρύτητα ή οι βόλτες του ήλιου και της σελήνης (Μιχαήλ Μαρμαρινός).

Ο Δον Ζουάν είναι ένας μύθος και η λειτουργία τού μύθου είναι να μας παρουσιάζει σε καθαρή πυρακτωμένη μορφή αυτό που κινείται μέσα μας, ανάμεσα σε κάθε είδους σκουριές και συμβιβασμούς (Jean Massin).