Φεστιβάλ Κούστεντορφ: ο παράδεισος των μικρομηκάδων

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

Για 11η φέτος χρονιά τστο μόνο διαγωνιστικό τμήμα της εκδήλωσης.

Tαυτόχρονα,  έρχονται σε επαφή με καθιερωμένους δημιουργούς μέσα από τα διαφορα master classes που διοργανώνει ο διευθυντής του φεστιβαλ, ο γνωστός και φίλος της Ελλάδας (και του Πανοράματος Ευρωπαϊκού Κινηματογραφου) σκηνοθέτης Εμίρ Κουστουρίτσα.

Χωρίς να ξεχνάμε το μουσικό τμήμα της εκδήλωσης, με καθημερινές μεταμεσονύχτιες συναυλίες από διάφορα διεθνή συγκροτήματα – στα φετινά, εκτός από την ετήσια παρουσίαση της No Smoking Orchestra του Κουστουρίτσα, είχαμε τον διάσημο συνθέτη και κιθαρίστα, υποψήφιο για Grammy, Γκάρι Λούκας, τη μπάντα JapaLkan, που ίδρυσε ο Ιάπωνας Ναόκι Χισινούμα, το τρίο Βλάτκο Στεφανόφσκι και τη Γάλλο-ισπανική μπάντα Les Barbeaux.

 

Στους καλεσμένους φέτος, ο Ιταλός σκηνοθέτης Πάολο Σορεντίνο («Ο νεαρός Πάπας»), ο Σουηδός Ρούμπεν Έστλουντ («Το τετράγωνο»), η Αγγλίδα Λιν Ράμσεϊ («Δεν ήσουν πραγματικά ποτέ εδω»), ο Βούλγαρος Στέφαν Κομαντάρεφ («Κατευθύνσεις»), ο Κινέζος Γουάνγκ Κιάνγκ («Λιακάδα που μπορεί να μετακινήσει βουνά»), ο Σέρβος Σρίνταν Γκολούμποβιτς («Κύκλοι»),» οι οποίοι εκτός από τις συναντήσεις τους και τα master classes με τους νέους σκηνοθέτες των ταινιών μικρού μήκους παρουσίασαν και τις δικές τους πρόσφατες ταινίες.

Μιλώντας για τις ταινίες του, όχι μόνο ως σκηνοθέτης αλλά και ως καθηγητής στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Γκέτενμπουργκ, ο Έστλουντ τόνισε πως η κινηματογραφική πρεσέγγισή του και ο τρόπος εξερεύνησης της ανθρώπινης φύσης μοιάζει με τη μέθοδο που χρησιμοποιεί η κοινωνιολογία. Σχετικά με την έμπνευσή του και την όλη ανάπτυξη στην ταινία του «Το τετράγωνο», ο Έστλουντ αναφέρθηκε στη δική του, με το ίδιο ακριβώς όνομα, εγκατάσταση. «Με αυτήν ήθελα να προκαλέσω το σύνδρομο του θεατή, που είναι η συνηθισμένη αντίδραση του πολιτισμένου ανθρώπου στη βία και τον ανθρώπινο πόνο γενικότερα», ανάφερε ο σκηνοθέτης, προσθέτοντας πως «η συλλογική οργή προς ένα απολίτιστο άτομο είναι το πιο επικίνδυνο πράγμα στην κοινωνία μας».

Απευθυνόμενος στους νέους σκηνοθέτες, ο Έστλουντ τόνισε πως, «δεν πρέπει να φοβάστε την αποτυχία και όταν γυρίζετε μια ταινία χρειαζεται μεγαλύτερη ελευθερία από ότι πίστευει κανείς». Κλείνοντας την ομιλία του, ο σκηνοθέτης αναφέρθηκε και στη νέα ταινία που ετοιμάζει, με τον τίτλο, «Το τρίγωνο της θλίψης», που, αναφέρεται, ως είπε, στην ανθρώπινη ομορφιά και το πώς αυτή καθορίζει την κοινωνική δυναμική.

 

Στο φεστιβάλ είχαμε και το τακτικό τμήμα, το Retrospective of Greatness («Η ρετροσπεκτίβα του μεγαλείου»), που φέτος ήταν αφιερωμένο στο σύυνολο του έργου του Σορεντίνο. Στο επίκεντρο βέβαια της εκδήλωσης, με τις μικρές ευπρόσδεκτες εκπλήξεις, παραμένει το διαγωνιστικό τμήμα με τις ταινίες των μικρομηκάδων, με ποικιλία θεμάτων, ενδιαφέρουσες προσεγγίσεις και κάποια δείγματα (αυτό που όλοι πάντα περιμένουμε) ενός προσωπικού στιλ.

Για να ξεκινήσω με αυτό το τελευταίο, από τις ταινίες που πρόλαβα να δω, για μένα η πιο υποσχόμενη, δοσμένη με ένα πρωτότυπο ύφος, ήταν η ολλανδική «Amor» που σκηνοθέτησε η Γερμανίδα (που τώρα ζει στην Ολλανδία) Ιζαμπέλ Λαμπέρτι. Η σκηνοθέτρια παρακολουθεί τέσσερεις φίλες τινέιτζερ, διαφόρων εθνικοτήτων, που ζουν στις παρυφές μιας μεγαλούπολης, στις καθημερινές απασχολήσεις τους, στη διάρκεια μιας μέρας: σε ένα πολυκατάστημα όπου δοκιμάζουν ρούχα, σε ένα φτηνό φαγάδικο, στο ταξίδι τους στο μετρό, στη βραδινή τους εξόρμηση σε μπαρ, με το περιστασιακό σεξ (η μοναδική σεξουαλική επαφή που παρουσιάζει, προς το φινάλε, δεν εχει τίποτα το ερωτικό). Σκηνές που τονίζουν τη μοναξιά και την αποξένωση τους τόσο με τους ανθρώπους γυρω τους όσο και μεταξύ τους.

 

Η Λαμπέρτι συνθέτει εικόνες πρωτότυπες (κάποιες μου θύμισαν τον Αντονιόνι των πρώτων ταινιών, ιδιαίτερα εκείνον στην «Κραυγή» και στις «Φίλες»), με τα πρόσωπα (ή απλά ένα πρόσωπο) στη μια άκρη του πλάνου, με άδεια συνήθως την άλλη πλευρά (σε μια πολύ ωραία σκηνή, ένα από τα κορίτσια μόλις που φαίνεται να ταϊζει ένα βρέφος ενώ από ηχητικής πλευράς ακούγονται άσχετα off λόγια), πλάνα που τονίζουν ακομη περισσότερο τη μοναξιά αλλά και την έλλειψη επαφής. Το φαινομενικά απλό, αν και δουλεμένο με σιγουριά, στιλ και η όλη ματιά της Λαμπέρτι, ματιά δοσμένη με τρυφερότητα για τα πρόσωπα της, χωρίς όμως κανένα συναισθηματισμό, δείχνουν πως έχουμε να κάνουμε με μια σκηνοθέτρια με έμπνευση και πολύ ωραίες ιδέες, που σίγουρα εχει πολλά να πει στο μέλλον.

 

Το ανατρεπτικό, με μια δόση σουρεαλισμού, χιούμορ είναι το βασικό ατού της ταινίας «Γιοντιλέρκς Ντέλα Κρουζ, η υπάλληλος του μήνα» του Φιλιππινέζου Κάρλο Φρανσίσκο Μανατάντ. Η ταινία παρακολουθεί τη τελευταία βραδιά μιας βοηθού σε βενζινάδικο.

Μια βραδιά χωρίς καθόλου δουλειά, με τη γυναίκα και τον άντρα, συνάδελφό της, να αντιμετωπίζουν διάφορα αλλόκοτα επεισόδια: ένα αυτοκίνητο σταματά όχι για να βάλει βενζίνη αλλά για να πάει ο οδηγός στην τουαλέτα (ευκαιρία για τη γυναίκα να του γδάρει με ένα νόμισμα το πίσω μερος του αυτοκινήτου), ένα άλλο αυτοκίνητο σταματά για να βάλει βενζίνη χωρίς να πληρώσει (θα ξεγελάσουν τη γυναίκα και θα χυπήσουν άσκημα τον βοηθό στο κεφάλι, στέλνοντάς τον στο νοσοκομείο), ώσπου η γυναίκα αποφασίζει να μειώσει δραστικά την τιμή της βενζίνης και, όταν στο βενζινάδικο μαζεύεται μια ατέλειωτη ουρά αυτοκινήτων για να αγοράσουν την πάμφθηνη βενζίνη, η γυναίκα βάζει μπροστά ενα δικό της… εμπρηστικό σχέδιο!

Με ένα λιτό στιλ, με δυο ηθοποιούς που αντιμετωπίζουν τους ρόλους τους με deadpan (ουδέτερο) παίξιμο, ο σκηνοθέτης έφτιαξε μια ταινία που μου θύμισε τόσο τις κωμωδίες του Μπάστερ Κίτον όσο και εκείνες των Μάρξ Μπράδερς.

Στις ενδιαφέρουσες ταινίες και το «Να τον λέτε πρόεδρο», παραγωγή ανάμεσα στη Βρετανια, τη Σερβία και τη Τσεχία, που σκηνοθέτησε η Έμα Πάολι. Πρόκειται για μια αληθινη ιστορία γύρω από τον Τσέχο Βιτ Γιετλίσκα που το 2015 αποφάσισε να εκμεταλλευτεί μια υπό αμφισβήτηση ανάμεσα στην Κροατία και τη Σερβία περιοχή στη μέση του Δούναβη και να την ανακηρύξει σε δημοκρατία της Λίμπερλαντ, με πρόεδρο τον ίδιο και με την αστυνομία της Κροατίας να συλλαμβάνει όποιον προσπαθεί να κατοικήσει εκεί. Η Πάολι παρακολουθεί με χιουμοριστική διάθεση τις προσπάθειες του «Προέδρου» και του βοηθού του να φτιάξουν το φανταστικό αυτό «κρατίδιό» τους και να εκπροσωπηθούν στις χώρες της γύρω περιοχής.

Το χιούμορ κυριαρχεί και στη λιβανική ταινία «Η επίσκεψη του προέδρου» του Σίριλ Άρις. Όταν κάποια στιγμή, οι κάτοικοι ενός ψαροχωριού μαθαίνουν για τη μυστική επίσκεψη του προέδρου της Δημοκρατίας στο τοπικό σαπουνοποιείο, τα πάντα ανατρέπονται, οι ανταγωνισμοι, η ζηλοφθονία και τα μικροσυμφέροντα οδηγούν σε καβγάδες, με αποτέλεσμα, πριν καν ο πρόεδρος προλάβει να φτάσει, τα πάντα στο σαπουνοποιείο και στους γύρω δρόμους να έχουν γίνει γυαλιά-καρφιά. Ο σκηνοθέτης αξιοποιεί σωστά και με συνέπεια τα χιουμοριστικά στοχεία της ταινίας, χωρίς όμως να καταφεύγει στους ρυθμούς και τη μαγεία του κλασικού σλάπστικ, που θα έδινε και έναν πιο τρελό και εκρηκτικό ρυθμό στην ταινία του.

Εξουθενωτική παρουσιάζεται η ζωή ενός 11χρονου κοριτσιού σε μια επαρχία της Κίνας, που ζει μαζι με άλλες συνομήλικες της σε ενα ιδιαίτερο κτίριο για κορίτσια που γυμνάζονται ειδικά με προορισμό να γίνουν πρωταθλήτριες στους Ολυμπιακούς Αγώνες, στην κινέζο-σέρβικη ταινία «All that Grows» («Όλα όσα μεγαλώνουν») της Σέρβας Μιλένα Γκρούγιτς. Οι καθημερινές, εξαντλητικές ασκήσεις, η τυφλή αφοσίωση στο έθνος και τις επιτεύξεις του, τοποθετούνται πάνω από την προσωπική, παιδική ζωή της μικρής ηρωίδας που δείχνει να αφοσιώνεται στο στόχο της με υπομονή και πάθος.

Η σκηνοθέτρια καταγραφει με λεπτομέρεια και ωραίο ρυθμό τις καθημερινές ασκησεις και την όλη πορεία του μικρού κοριτσιού, πάντα όμως από κάποια απόσταση, χωρίς συναισθηματισμούς, αφήνοντας να διαπερνάει και μια αίσθηση θλίψης για τη χαμένη παιδική ζωή, με τις χαρές και τη ξεγνοιασιά της, που απολαμβάνουν τα άλλα συνομήλικα της παιδιά.