Του Βασίλη Κ. Καλαμαρά [vasillis.kalamaras@gmail.com]

Τώρα που σώθηκε ο σίελος από τα λόγια που ειπώθηκαν πάνω από το φέρετρο του Σαμίκου Γαβριηλίδη, αλλά όχι η κακία από ιατρό ποιητή που ταύτισε την εκδοτική προσπάθεια μιάς ζωντανής και ακαταπόνητης ζωής με τις πράξεις του Παττακού και του Θεοφιλογιαννάκου.

Το περασμένο Σάββατο, στο Πρώτο Νεκροταφείο, δεν αποχαιρετήσαμε έναν παζαροεκδότη, αλλά έναν εκδότη με έψιλον κεφαλαίο-κι ας μην βιαστούν οι νοσοκόμοι της κοινωνικής καθαρότητας να μου χορηγήσουν ενέσιμα ηθικού βίου. Πληρωμένα βιβλία δεν τύπωνε μόνον ο Γαβριηλίδης, αλλά αυτός έκανε το «λάθος» να το δηλώνει δημόσια κι όχι να παίζει κρυφτό πίσω από σοβαροφανή λογότυπα. Με τα χρήματα που έπαιρνε, χρηματοδοτούσε τη «Στροφιλιά» ένα οινοστάσιο που άφησε εποχή, τις καλλιτεχνικές εκδόσεις του, τον πολυχώρο επί της οδού Αγίας Ειρήνης.

‘Eπρεπε να πεθάνει για να συνειδητοποίησω ότι ήταν μόλις τριάντα πέντε ετών, όταν ξεκίνησε τις δικές του εκδόσεις. Αρχικά, τον θυμάμαι ως τακτικός αναγνώστης στο εκδοτοβιβλιοπωλείο του «Πλέθρου» επί της Τοσίτσα περισσότερο ως μία κινητική αχτίδα φωτός που ήθελε να μάθει, γιατί ήξερε να ακούει. Κάτω από τριάντα ήταν τότε, πάντα με αφετηρία την ανανεωτική Αριστερά, καθότι δια βίου αδογμάτιστος, κρέμαγε στην βιτρίνα εφημερίδες, περιοδικά και έντυπα που ήταν πέρα από τα δικά του πολιτικά όρια.

Λόγω χαρακτήρα είχε έναν ιδιότυπο αναρχισμό στη συμπεριφορά του, γιαυτό ώς τα τελευταία του μετακινείτο από το σπίτι ώς τον εκδοτικό οίκο με τα μέσα μαζικής μεταφοράς. Τα λεφτά που δεν έβγαλε, δεν τα έκανε όπως κάποιοι άλλοι που τα κονόμησαν με κρατικά και κομματικά λεφτά, «ξωτικά» ταξίδια, ακριβά εστιατόρια, πανάκριβες διακοπές. Δεν χρησιμοποίησε ποτέ κινητό κι έμεινε πιστός της συμβατικής συσκευής του τηλεφώνου. Παλιομοδίτης; Τεχνοφοβικός; Μάλλον αυτόνομος, ελεύθερος.

Δεν είναι εύκολο να γράφεις για δικούς σου αγαπημένους ανθρώπους. Που όταν μιλούσαν για σένα έσταζαν μέλι. Που σου αναγνώριζαν ότι έβαλες κι εσύ τον επικοινωνιακό λίθο σου στην επιβίωση των εκδόσεων Γαβριηλίδης. Σου αναγνώριζε ότι συμμετείχες ως ερευνητής στην τηλεοπτική σειρά του Λευτέρη Ξανθόπουλου «Αυτοί που τόλμησαν» στην οποία προβλήθηκαν δύο ντοκιμαντέρ: για την μητέρα του Καρολίνα που επιβίωσε από τα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης και για τον συγγραφέα του Θοδωρή Καλλιφατίδη που ενσωματώθηκε επιτυχημένα στη σουηδική συγγραφική κοινότητα.

Ο βραχύσωμος, νευρώδης, παντομνήμων Σαμίκος στα κρυφά βοηθούσε όσους είχαν ανάγκη, όπως τον αείμνηστο ποιητή Κυριάκο Σταμέλο, ένα από τα  πρωταγωνιστικά πρόσωπα της εξέργεσης του Πολυτεχνείου που στα τελευταία του δεν είχε να φάει και δεν είχε που να κοιμηθεί! ‘Ηταν ένας άνθρωπος σε διαρκή κίνηση, ο οποίος πήγαινε κι ερχόταν, γιατί πρωτίστως ήθελε να μάθει. Θετικός νους δεν εργάστηκε ποτέ ως ναυπηγός, γιατί τον τράβηξε η μυρωδιά του τυπογραφείου, όταν τα βιβλία τυπώνονταν στο χέρι με τα γράμματα της κάσας. Τότε που τα βιβλία ήταν γεγονός και ως τίτλοι και ως τεχνική.

Στο τυπογραφείο που είχε στον πάνω όροφο των «Ποιήματων και Εγκλημάτων» ζούσε με την εναπομείνασα αισθητική του παλιού βιβλίου και με την παρούσα μουσική του βιβλιοδετείου. Ολα περνούσαν από το μυαλό και τα χέρια του, αυτός επέλεγε, αυτός αποφάσιζε. Συγκεντρωτικός; Ισως. Μπορεί. Παθιασμένος; Το πιθανότερο.

Το Ολοκαύτωμα δεν το χρησιμοποιούσε, γιαυτό αυτοχαρακτηριζόταν αποσυνάγωγος. Το εβραϊκό στοιχείο της καταγωγής του ήταν ένα πρωτογενές υλικό, εξ ημισείας αφιερωμένο στον Λόγιο και στον Κερδώο Ερμή. ‘Εξυπνος, διορατικός, πολιτικοποιημένος χωρίς βεβαιότητες και δογματισμούς, έγερνε προς τα αριστερά, ακόμη κι αν δεν τον βρίσκαν σύφωνο οι συριζαϊκές κυβερνητικές επιλογές. Δεν ήταν ουτοπιστής, δεν φραξιόνιζε, δεν έγινε γκρουπούσκουλο, αλλά και δεν είχε αυλή και αυλικούς.

Το παιχνίδι του Σάμη Γαβριηλίδη παιζόταν στα ίσια, μπροστά στα μάτια σου, όχι πίσω από τις κουρτίνες του παρασκηνίου. Και του οφείλω ότι μετά από κοντά σαράντα χρόνια προσωπικής σχέσης, συναντηθήκαμε στην έκδοση του οκτασέλιδου ποιήματός μου «Καντίς. ‘Ενα εβραϊκό ποίημα», σε δική του επιμέλεια. Το μοίρασε δωρέαν πέρσι, στις 27 Ιανουαρίου 2019, την Δθενή Ημέρα Μνήμης Θυμάτων του Ολοκαυτώματος.  Αφιερωμένοι  στην μνήμη του οι πρώτοι στίχοι:

 

Εκτός κι αν τα λόγια Είναι το όριο Εκτός και αν το όριο

                                      Είναι τα λόγια Ψεύτικα λόγια Λέξεις ψεύτικες

                                      Ψεύτικα όλα Εκτός από το σύννεφο  καπνού

                                      Που κι αυτό ψεύδεται Κι ας μην το δείχνει

                                      Ο άνθρωπος δείχνει το σύννεφο Το σύννεφο δεν δείχνει