Της Νινέττας Κοντράρου-Ρασσιά

Λατρεύει την αρχαιολογία. Δικής του έμπνευσης είναι η δημιουργία της μνημειακής σειράς «Ο Κύκλος των Μουσείων» του Κοινωφελούς Ιδρύματος Ι. Λάτση για την οποία σεμνύνεται η Αρχαιολογική Υπηρεσία.

Ηταν λοιπόν πολύ φυσικό το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο να υποδέχεται με τιμή και χαρά τον Βαγγέλη Χρόνη τη Δευτέρα 6 μ.μ. και να εγκαινιάζει με το ποιητικό έργο του το νέο κύκλο εκδηλώσεών του με τίτλο «Αρχαιολογία και Ποίηση».

Το Εθνικό Μουσείο πλαισιώνει έτσι την περιοδική έκθεση «Οδύσσειες», στην οποία πρωταγωνιστεί ο ποιητικός λόγος πλάι στα αρχαία εκθέματα. Εμβληματικές φράσεις από τον Ομηρο, αλλά και από τον Καβάφη, το Σεφέρη, τον Ελύτη και το Ρίτσο προβάλλονται και λειτουργούν, σύμφωνα με την διευθύντρια του ΕΑΜ Μαρία Λαγογιάννη, ως το βασικό ερμηνευτικό μέσο προσέγγισης των αρχαιοτήτων με τρόπο συμβολικό, αναδεικνύοντας τον διαχρονικό αγώνα του ανθρώπου για ευημερία και δημιουργία.

Η ποίηση του Βαγγέλη Χρόνη μέσα από τις πέντε ποιητικές συλλογές του, διαπνέεται από την δύναμη που ασκεί στο σύγχρονο άνθρωπο η σκέψη αλλά και η τέχνη που μας έρχεται από τα βάθη των αιώνων. Εύγλωτος είναι ο τίτλος της νέας ποιητικής συλλογής του που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Καστανιώτη «Τα αγάλματα και οι ψυχές». Ο ίδιος παρόλο που σπούδασε ναυτηλικά και ασχολείται καθημερινά με θέματα διόλου ποιητικά, όπως είναι τα των εταιρειών συμφερόντων του Ιωάννη Λάτση (28 χρόνων εργάστηκε στο πλάι του), και ίσως εξαιτίας όλων αυτών, διάλεξε ως διέξοδο, συχνά λυτρωτική, την ενασχόληση με την ποίηση.

Γεννημένος στην Ξάνθη, έλκει την αγάπη του στον έμμετρο λόγο από τη μελωδική φωνή της μάνας του που τον νανούριζε με δημοτικά τραγούδια. Η αρχαιολογία και η ανακάλυψη του καινούριου από τα σπλάχνα της γης, άρχισε να σκάβει μέσα του από την εποχή που ένας Σαρακατσάνος έφερε στο φως έναν μακεδονικό τάφο κοντά στο χωριό του, στην Σταυρούπολη.

Εκείνος, ήταν ακόμη παιδί. Ο δάσκαλος πήρε τα παιδιά και τα πήγε να δουν το αρχαίο εύρημα. Ο Βαγγέλης Χρόνης θυμάται πως έμεινε εμβρόντητος. «Με εντυπωσίασαν οι χοντρές μαρμάρινες θύρες και τα ζωγραφισμένα σχέδια με τα έντονα χρώματα πάνω στα μάρμαρα του εσωτερικού θαλάμου» λέει σε μια συνέντεξή του στην Κατερίνα Ανέστη. «Προσπάθησα να μάθω όσο περισσότερα μπορούσα.

Είχα γοητευτεί. Προχωρημένη άνοιξη πήγαινα στην περιοχή για να μαζέψω αγριοφράουλες αλλά ο κύριος λόγος ήταν να κάνω μια ακόμη επίσκεψη στον αρχαίο τάφο. Λίγα χρόνια αργότερα, στον Άρειο Πάγο, απέναντι από την Ακρόπολη, εκεί όπου ο Απόστολος Παύλος μίλησε στους Αθηναίους για τον άγνωστο Θεό, είδα ύστερα από μία νεροποντή κάτι μικρό να γυαλίζει στο έδαφος. Ήταν ένα αρχαίο νόμισμα. Στην οδό Πανδρόσου ο αρχαιοπώλης Γκούτης επιβεβαίωσε ότι πρόκειται για παλιό αυθεντικό νόμισμα.

Πετούσα από την χαρά μου. Μόνον με την σκέψη πως αυτό το νόμισμα το έχουν πιάσει στα χέρια τους πρόγονοι μας πριν τουλάχιστον δύο χιλιάδες χρόνια, με γέμιζε με ενθουσιασμό. Έτσι ξεκίνησε η σχέση μου με την αρχαιολογία με έναν ιδιαίτερα παθιασμένο τρόπο. Επισκέψεις σε μουσεία, διαβάσματα και πολλά άλλα».

Η συνομιλία του λοιπόν με τα έργα τέχνης, είναι παλιά και μυστική. Η πολυταξιδεμένη και πολύβουη ζωή του, έχει όμως και πολλές σιωπές. «Οι σιωπές με κάνουν να πηγαίνω λίγο παραπέρα προκειμένου να βρω ή να υποθέσω κάποιες λύσεις ή ακόμη και κάποιες εξηγήσεις» λέει ο ίδιος.

«Συνομιλώ με τα έργα τέχνης που με προκαλούν και με προβληματίζουν. Πολλές οι συνομιλίες, ιδιαίτερα με τα γλυπτά, και αν ο αγαλματοποιός έχει εμφυσήσει και ψυχή στο έργο του τότε απογειώνομαι. Στάθηκα μπροστά σε πολλά έργα αλλά την μεγαλύτερη και ουσιαστικότερη συνομιλία την είχα και εξακολουθώ να την έχω με ένα πορτραίτο φαγιούμ νέας γυναίκας του 1ου μ.Χ. αιώνα. Έντονα βαθιά μάτια, απλανές βλέμμα που ατενίζει την αιωνιότητα, ένα ανεπαίσθητο σοβαρό μειδίαμα και κομψά κοσμήματα στα αυτιά και τον λαιμό. Γαλήνια, απόλυτα γαλήνια.

Προσπάθησα να εντοπίσω κάποια μυστικά που αισθάνομαι άλλα να μου αποκαλύφθηκαν και άλλα όχι. Είμαι βέβαιος πως τα μυστικά αυτά είναι απλά και αφορούν εκτός από την καθημερινότητα και την καθημερινότητα του επέκεινα για την οποία μόνον εικασίες υπάρχουν. Αυτό το γυναικείο πορτραίτο με οδήγησε με τον τρόπο του από τον 1ο μέχρι τον 5o μ. Χ. αιώνα όταν οι πρώιμοι βυζαντινοί αγιογράφοι χρησιμοποιούσαν στις εικόνες τους την ίδια σχεδόν εγκαυστική τεχνική των φαγιούμ. Μεγάλη ιστορία!».

Η έννοια του χρόνου και η τέχνη των ανθρώπων που εμπεριέχει τη σκέψη αλλά και τα συναισθήματά τους απασχόλησε τον Βαγγέλη Χρόνη από την πρώτη ποιητική του συλλογή που έχει τίτλο «Ο Σύμμαχος Χρόνος» ως την τελευταία «Τα αγάλματα και οι ψυχές» που θα παρουσιαστεί στο αίθριο του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, ένα χώρο γεμάτο αρχαία αγάλματα τη Δευτέρα 24 Απριλίου 6 μ.μ. Θα μιλήσουν γα το έργο του οι: Τίτος Πατρίκιος, Κώστας Γεωργουσόπουλος, Γ. Ν. Μανιώτης και Θανάσης Θ. Νιάρχος.