Του Βασίλη Κ. Καλαμαρά

Ο ποιητής Αντώνης Δ. Σκιαθάς συγκινείται από την συγκίνησή του και δημιουργεί μία άτακτη, αναρχίζουσα λεκτικά, εν πολλοίς γλωσσοκεντρική ποίηση.

Μέσα στην ιστορία της ελληνικής γλώσσας και μέσα στην ιστορία των Ελλήνων, δοκιμάζει να αυτοπροσδιοριστεί ως πολίτης αυτής της χώρας ο οποίος ωστόσο νοσταλγεί τον ελληνισμό, όταν απλωνόταν από την ανατολική Μεσόγειο ώς στις παρυφές της βαθείας Ασίας.

Η τελευταία ποιητική του συλλογή «Ευγενία» (εκδόσεις Πικραμένος) δανείζεται τον τίτλο της από το όνομα της μικρής του κόρης, γιαυτό αυτά τα ποιήματα μπορούν να διαβαστούν ως άτυπες εξομολογήσεις του ποιητή πατέρα: ως άσκηση βίου, η οποία αθλείται στη σιωπή και πράττει με τις λέξεις. Ο Αντώνης Δ. Σκιαθάς την χαρακτηρίζει τριλογία, αφού χωρίζεται σε τρεις αυτόνομες και ετερόνομες μεταξύ τους ενότητες: «Οι πρόγονοι στα ιερά τού Μελάμποδα», «Οι γεννήτορες στη νήσο τών Σπετσών» και «Οι συγγενείς στα ιαματικά λουτρά τής Αιδηψού».

Δηλώνει Πυθαγόρας τής σιωπής και Πλάτωνας τής ενατένισης, γεγονός που προϋποθέτει ότι η αναγνωστική εμπειρία πρέπει να περάσει από ένα πλεκτό μυστικιστισμού τού άρρητου, μέσα από το οποίο τα γεγονότα τού βίου, προφητεύονται ως προαποφασισμένα τεκταινόμενα.  Η αρχαιομάθειά του διαρκώς επανέρχεται στους στίχους του και τους στοιχειώνει, γιατί το παρελθόν μ’ όλη τη νοσταλγία του ακροάζεται το μέλλον του ως μισοπαιγμένο παιχνίδι.

Μα όλο μα όλο το βιβλίο είναι ένα διαρκές παιχνίδι με τις λέξεις, με τον ήχο και το νόημα τους, καταβυθισμένες στην θάλασσα της Ιστορίας, έστω γιά λίγο, μέχρι να αναδυθούν πάλι στην επιφάνεια τα θαλασσόξυλα που αντιστέκονται τόσο, όσο να επέλθει ο επόμενος κυματισμός για να τα οδηγήσει στον στοιχηματικό κόσμο τού αγνώστου.

Συχνά στην «Ευγενία» ακούγονται οι προγονικές ποιητικές φωνές της μετασολωμικής καρουζικής εκτίναξης, η κακναβάτεια προσάρτηση της τεχνολογίας ως οντολογικού οχήματος, η κατά Βακαλό γυμνότητα του λόγου ώς τα όρια τού τοτεμισμού.

Δεν πρέπει να παραλείψουμε να αναφέρουμε ότι ο Αντώνης Δ. Σκιαθάς ξαναδιαβάζει το ελληνικό τοπίο και την ελληνική φύση, ως  καθρέφτη αυτογνωσίας, καθώς αυτός βυθίζεται στο χώμα του αρχαιοθέτου, περιμένοντας την αρχαιολογική σκαπάνη να δει την κίνηση της προς τα κάτω και αμέσως μετά το βλέμμα ανυψώνεται προς τον ουρανό, αφήνοντας πίσω του τα κτερίσματα ανέγγιχτα. Ομοίως και τον ουρανό.