Του Βασίλη Κ. Καλαμαρά

Δύο δρόμοι σκέψης, δύο τρόποι με τους οποίους σκέφτεται την πραγματικότητα χωρίς να την σκέφτεται, σφραγίζουν «αστρικά» και το τρίτο και τελευταίο μέρος της ποιητικής «Τριλογίας των άστρων»: η Ιωνία τών προσωκρατικών υπό το φως του Ηράκλειτου συναντάει τον Δρόμο του Μεταξιού που φθάνει ώς την Κίνα του Κουμφούκιου.

Ο Δημοσθένης Δαββέτας, άνθρωπος των καιρών μας με τακτικές παρεμβάσεις στο δημόσιο βίο, μα και πρωτογενής δημιουργός ο οποίος αναζητάει το νόημα του κόσμου μας στο ελληνικό παρελθόν, ζητάει απ’ όλες και απ’ όλους μας να πάρουμε μέρος στην «Λιτανεία για ένα άστρο» (εκδόσεις Δρόμων), που συνοδεύεται με εικαστικά του έργα. Προηγήθηκαν οι ποιητικές συλλογές-αρμοί «Ήχοι του σύμπαντος» («Ευρασία/Παρουσία») και «Η απιστία των άστρων» («Βακχικόν»).

«Ο διάλογος με τους  άλλους πολιτισμούς και η καταβύθιση σου σ’ αυτούς είναι ο καλύτερος τρόπος για να πιστέψεις στον δικό σου πολιτισμό. Όσο περισσότερο ανοίγομαι στα βάθη των άλλων πολιτισμών, τόσο πιo δυνατός επιστρέφω και λατρεύω τον ελληνικό πολιτισμό», λέει ο Δημοσθένης Δαββέτας, καθηγητής στο IESA του Παρισιού, ποιητής και εικαστικός καλλιτέχνης.

Η αφιέρωση της ποιητικής συλλογής «Λιτανεία για ένα άστρο», δεν πρέπει να ξαφνιάζει ακόμη κι αυτόν που έκοψε τα δεσμά του από την οικογένειά του. Γιατί πόση ποίηση χωράει σ’ αυτή την «αχρωμάτιστη» νοσταλγική επίκληση, στον άνθρωπο που τον έφερε στη ζωή: «Στη Μητέρα μου!». Την διαβάζεις και καταλαβαίνεις ότι όλα τα ποιήματα είναι αφιερωμένα σ’ αυτήν που του έδωσε  τον πρώτο λόγο, όταν μωρό αυτός άρθρωνε τις πρώτες λέξεις, και μέσα από αυτές, αποκτούσε την πρώτη επαφή του με τον κόσμο.

«Το να φανερώσεις τις πληγές σου είναι μία μορφή ανακούφισης που αγγίζει την παράδοση. Ποιός σου ‘πε όμως ότι θα γιατρευτείς από το τραύμα; Εκτός κι αν το δεις σαν ευκαιρία για να ξανακοιτάξεις τον εαυτό σου», γράφει στους εναρκτήριους στίχους του τελευταίου μέρους της τριλογίας και υποψιάζεσαι ότι αυτό που θα ακολουθήσει είναι ένα παιχνίδι με το νόημα, την νοηματοδότηση και την απονοηματοδότηση του κόσμου.

Σ’ άλλο σημείο αναγιγνώσκουμε και ξαναμπαίνουμε στο κενό που θέλουν οι λέξεις, πριν και μετά την εκφορά τους, προτού προσφερθούν θυσία στην επικοινωνία, αυτή η οποία βγάζει από την φωλιά του τον μοναχικό λύκο που κρύβουμε μέσα μας: «Ο μοναχικός άνθρωπος έχει μόνιμη συντροφιά τους άλλους του εαυτούς».

Η «Λιτανεία για ένα άστρο» είναι ένα ανοικτό ποίημα, το οποίο αν και δεν κλείνεται ούτε στην αυτοαναφορικότητα του ποιητικού νοήματος, εν τούτοις περικλείει την ποίηση και την απολύει, την τιθασεύει και εκ νέου ζητάει την κίνηση για να την επαναφέρει στις πηγές της, στο προ-λεχθέν, στο άλεκτο, στη σιωπή προτού αρθρωθεί ο λόγος και η ακολουθούσα σιωπή μετά την άρθρωσή του.

Όλο το ποίημα λέει και ξελέει, γράφεται και ξεγράφεται, ενυδατώνεται από τους ήχους των λέξεων και αφυδατώνεται από την γραμματική του, όταν η βεβαιότητα της τελετουργίας τείνει να μνημειώσει τον λόγο. Ο Δημοσθένης Δαββέτας είναι αποφασισμένος να ακολουθήσει τον δρόμο του ασκητή και του ιερέα μέχρι να σωθεί το λαδάκι της ζωής του:

«Ασκητής», εξηγεί, «γιατί μαθαίνω και ιερέας γιατί μπαίνω σε μια τελετουργία του λόγου, καθώς μεταφέρω την εσωτερική  τελετουργία της ποίησης». Στα εξήντα ένα του χρόνια, δεν κρύβει ότι επηρεάστηκε από τον πατέρα του, καθηγητή θεολογίας: «Η θεολογία έπαιξε καθοριστικό ρόλο πάνω μου. Είναι η αίσθηση της ενδοκαταβύθισης, σαν να μπαίνεις  στο σκοτάδι του εαυτού σου, τυφλώνεσαι αμέσως από το σκοτάδι, κι αμέσως μετά αρχίζεις να διακρίνεις το φως μέσα από την εμπειρία του σκοταδιού».

Μοιράζει τον χρόνο του, ανάμεσα σε Γαλλία και σε Ελλάδα, αυτός ο περιπλανώμενος, ο οποίος –όπως λέει-«έχει την ασθένεια του φιλόσοφου ποιητή που θέλει να βλέπει τα πράγματα όπως θα ήθελε να είναι, ζώντας ταυτόχρονα την αθλιότητα των πραγμάτων όπως είναι. Ζω ανάμεσα σε δύο είναι: Σ΄ αυτό που θα ήθελα να είμαι και σ’ αυτό που έτσι είναι τα πράγματα. Παρατηρώ ότι ενοχλώ όχι μόνο τους αντίπαλους χώρους αλλά και τους οικείους».

Δεν κρύβει τις πολιτικές του ιδέες, καθώς τόλμησε να ενδυθεί τον ρόλο του συμβούλου σε  θέματα πολιτισμού επί πρωθυπουργίας Αντώνη Σαμαρά. Τον ρωτάμε, πώς συμβιβάζεται η ανεξιθρησκεία και η ελευθεροφροσύνη του διανοούμενου και με την πολιτική και κομματική στράτευση. Σε ποιά σημεία συναντάει η μία την άλλη επιλογή και σε  ποιά αποκλίνει:

«Παραμένω ένας θιασώτης της αστικής δημοκρατίας με κοινωνικές ευαισθησίες, οι οποίες δεν είναι μόνο προνόμιο της Αριστεράς. Η κοινωνική ευαισθησία πρέπει να είναι μέλημα κάθε ιδεολογικοπολιτικής απόχρωσης, Γιατί ο άνθρωπος είναι η ρίζα της κοινωνίας. Συμφέρον όλων των κοινωνικών συστημάτων, είναι ο άνθρωπος να μην καταδυναστεύεται για να συμβάλλει στη δημιουργική άνθιση της κοινωνίας. Να υπάρχει ένας συνδυασμός ατομικής ελευθερίας και κοινωνικής ισορροπίας, το ένα να μην συντρίβει το άλλο, Η ελευθερία του ατόμου να μην κατακρημνίζεται μέσα στην κοινωνία και το άτομο να μην ξεπερνά τα δικαιώματά του, μετατρεπόμενο σε δικτάτορα της κοινωνίας».

Κι εμείς στρεφόμαστε και πάλι στα ποιήματά του, σ’ αυτόν τον καθρέφτη του συγκερασμό συνειδητού και ασυνείδητου, όπου καμία πράξη δεν μπορεί να τον ξεθωριάσει: «Για να καταγράψω την πραγματικότητα στράφηκα στην ίδια την πράξη…που δεν σταματά ποτέ…με παρασύρει μέσα της και δεν μπορώ να την συλλάβω ολότελα». Γι αυτό κάθε μέρα δοκιμάζεται και ξαναδοκιμάζεται. Χαρά η λύπη; Η χαρμολύπη του δοκιμαζόμενου εαυτού που δεν έχει τέλος, ούτε και αρχή.