Tου Βασίλη Κ. Καλαμαρά [vasillis.kalamaras@gmail.com]

Το μυθιστόρημα-ντοκουμέντο «Το θαυματουργό νερό» του Βασίλη Βασιλικού επανακυκλοφόρησε σαράντα και ένα χρόνια μετά την πρώτη έκδοσή του. Ο αρχικός τίτλος του ήταν «Το νερό. Το ήλιον της Κω» (εκδόσεις Ελευθερουδάκη, 1977), ενώ το έργο το ξαναβρίσκουμε στα βιβλιοπωλεία ως «Το νερό της Κω» (εκδόσεις Γνώση, 1990).

Είναι αξιοσημείωτο ότι το βιβλίο μεταφράστηκε στα γαλλικά από τον Huart Francoise και τυπώθηκε από τις φερώνυμες εκδόσεις «Γκαλιμάρ» (1980), με τον τίτλο «L’ eau de Kos». Το υποδέχθηκαν και δυό «μικρές» γλώσσες, η ουγγρική και η αλβανική, το 1986 και το 1990 αντίστοιχα.

Το θέμα του επικαιροποιείται και συντονίζεται με την σημερινή καθημερινή πραγματικότητα μας, -καθώς κυρίως μέσω της τηλεόρασης-, φθάνουν σε κάθε ελληνικό σπίτι θεραπείες σώματος και ελιξήρια νεότητας αμφιβόλου ιατρικής επιστημοσύνης. ‘Ενας τέτοιος «μάγος», «γητευτής» και «θεράπων» πάσης νόσου, αρχικά του καρκίνου και ακολούθως όλων των παθήσεων του ανθρώπινου οργανισμού, ήταν ο μοναρχικών και αλυτρωτικών φρονημάτων 36χρονος δικηγόρος Γεώργιος Καματερός, γεννημένος στην Κω-αυτοκτόνησε πριν από ακριβώς είκοσι ένα χρόνια σε ηλικία 58 ετών.

Η πάνδημη υστερία για την απόκτηση του «θαυματουργού» νερού, του «νερού του Καματερού»-μ’ αυτή την ονομασία έμεινε στην μεταπολιτευτική ιστορία μας ως μία από τις μεγαλύτερες απάτες-, κράτησε περίπου δύο μήνες, από τις αρχές Φεβρουαρίου έως το τέλος Μαρτίου 1976, οπότε και απαγορεύτηκε από την Πολιτεία.

Απόκτησε χαρακτήρα σκανδάλου, αφού όπως αποδείχθηκε το ασβεστολιθικό κονίαμα-με την επιστημονική ονομασία «Ήλιον»-, ήταν επικίνδυνο για τη Δημόσια Υγεία: στις χημικές αναλύσεις ανευρέθησαν δύο συστατικά, το κοβάλτιο και το νικέλιο, κατ΄εξοχήν ραδιενεργά. Αναμειγνυόταν με νερό και μοιραζόταν τις πρώτες μέρες σε φιαλίδια, μετά σε μπιτόνια, και όταν η ζήτηση είχε «πιάσει κόκκινο», δεν άργησαν να εμφανιστούν τα βυτιοφόρα.

Ο Βασίλης Βασιλικός με μεγάλη μαεστρία αναμειγνύει το ρεπορτάζ και την μυθοπλασία, συγκροτώντας ένα αφθάστου συνειδησιακής διαύγασης αποτέλεσμα με ζωντανούς διαλόγους βγαλμένους από την ζωντανή ομιλούσα γλώσσα των πόλεων-κι όπου συναντάται η ντοπιολαλιά, αβίαστη και επικοινωνημένη. Τον αναγνώστη δεν τον σιτίζει με εύκολη και γρήγορη αφήγηση, αλλά καταφέρνει να τον κρατά σε αναμονή μέχρι τις τελευταίες σελίδες-αφήνει να διαφανεί ότι έχουμε την εξέλιξη ενός εγκλήματος- αν και εν τέλει η δικαιοσύνη δεν απονέμεται καθαρτικά, αλλά ως παρωδία της.

‘Εργο με αφηγηματικό πάθος

Στο μυθιστόρημα δεν συναντάμε επινοημένα ευρήματα, αφού όλο το έργο παφλάζει μέσα σε υψίστης έντασης αφηγηματικό πάθος, γιαυτό δεν έχουμε παρά να είμαστε προσεκτικοί ως προς τον τρόπο που χτίζεται κάθε πρόταση-πρός απόλαυση-, πως κάθε πρόταση συνομιλεί με τα προηγούμενα και τα επόμενα συμφραζόμενα του κειμένου, εκλύοντας πεδία, πάνω στα οποία «κρατιόμαστε», καθώς σχηματίζεται -όπως απλώνει το μελάνι στο στυπόχαρτο-ο αφηγηματικός καμβάς.

Πρόκειται για ένα πολυφωνικό έργο, εύπλαστο, με κεντρικό αφηγητή έναν δημοσιογράφο, καθόλου εκκεντρικό και μπλαζέ, ουδόλως εστιασμένο δογματικά στο επάγγελμά του, καθώς δεν το αντιμεωπίζει ως κοινωνική προσφορά. Διάτρητος, αυτοενοχοποιείται μπροστά στην ανημπόρια των αιτούντων θεραπεία, δέσμιος της εφήμερης ειδησεογραφίας, όμηρος της επιβίωσης, ρημαγμένος από τις φωνές της συνείδησής του. Η σκηνή πάνω στην οποία παίζεται όλη αυτή η φάρσα είναι η Ελλάδα, η οποία μόλις έχει βγει από την δικτατορία καθημαγμένη, και καθόλου σε ανάταση, αν και ακόμη οι παιάνες της επαναστατικότητας σταθμίζουν τα θέλω και τα πρέπει του πολίτη.

‘Ενα ανοιχτό μυθιστόρημα-ντοκουμέντο

Το μυθιστόρημα-ντοκουμέντο «Το θαυματουργό νερό» είναι ένα έργο ανοιχτό σε πολλές και πολλαπλές αναγνώσεις και ερμηνείες, καθώς ο Βασίλης Βασιλικός καταφέρνει πειστικά και αξιοθαύμαστα να κρατά τους ήρωες και τις ηρωΐδες του σε υψηλό βαθμό πολύπλευρης ανάγνωσης, γιατί δεν τους αντιμετωπίζει ως μανιχαϊστικά πρότυπα, δεν έχει προσχεδιάσει έναν καθοριμένο ρόλο γιά την καθεμία και τον καθένα σε σχέδια επί χάρτου, αλλά τους παραδίδει στη δίνη της ανοικτότητας και της διακυνδύνεσης, με την έννοια ότι δεν διαθέτουν μία παγιωμένη ατομική, πολιτική, κοινωνική και ιδεολογική ταυτότητα.

Γιαυτό το βιβλίο αυτό δεν πάλιωσε, γιατί τα επικαιρικά γεγονότα εκείνης της εποχής δεν νεκρώνονται: ο Βασίλης Βασιλικός κρατάει την υψηλή θερμοκρασία τους μέσα στην γένεση της συγγραφής. Τα αφήνει να εκτίθενται ως γενόμενα χωρίς να τα σχολιάζει ο συγγραφέας-αφηγητής-κι όταν σπανίως το πράττει διατυπώνει κοινούς τόπους αληθείας-, γιαυτό το μυθιστόρημα δεν είναι μουσείο, δεν είναι μούμια, δεν είναι ο τάφος της αναγνωστικής περιπέτειας.

Καθώς διακινδυνεύει εκφραστικά, νοηματικά, διαλογικά, δεικνύει, -χωρίς να μετέρχεται τρόπους αναγνωρίσιμα και προθετικά ανατρεπτικούς-, ότι η λύτρωση από τον φόβο του θανάτου, ξεπερνάει την γνώση, την σκέψη, την κρίση, την λογική. Σ’ αυτή τη ρωγμή ο άνθρωπος επανέρχεται στην μυθική σκέψη, η οποία χορεύει με το ασυνείδητο, το ανομολόγητο, το ευπαθές, το απωθημένο, το κεκρυμμένο, το σκοτεινό, το άφωτο. Ο αρχέγονος πανικός έχει εμφανιστεί από την κρυψώνα του και ο κατακτημένος πολιτισμός το βάζει στα πόδια, αναζητώντας μία λαμπηδόνα μέσα στην νύχτα. Ας είναι και η Αλήθεια ενός Ψέμματος.

Ιnfo: Το βιβλίο παρουσιάζεται σήμερα το απόγευμα (6), στο Cafe Art Polis (Πεσμαζόγλου 5). Θα μιλήσουν ο επίκουρος καθηγητής Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Θανάσης Αγάθος και ο Βασίλης Κ. Καλαμαράς.

Βασίλης Βασιλικός, Το θαυματουργό νερό, εκδόσεις Νίκας, σελ. 184, ευρώ 13