ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Από την επιστροφή του Ρίπλεϊ του Ρενέ Κλεμάν στη μαγική νύχτα του Κριστόφ Ονορέ

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

Μια νέα γαλλική ταινία, «Μια νύχτα μαγική» του Κριστόφ Ονορέ και μια εξαίρετη γαλλική επανέκδοση, «Γυμνοί στον ήλιο» του Ρενέ Κλεμάν, επιβεβαιώνουν τη δύναμη, την ομορφιά και την ευρηματικότητα του γαλλικού σινεμά. Στο πρόγραμμα της νέας αυτής βδομάδας μια ακόμη γαλλική ταινία, σε επανέκδοση, «Το κλουβί με τις τρελές» του Γάλλου Εντουάρ Μολιναρό, καθώς και η κλασική αγγλική «καλτ» κωμωδία δράσης «Ληστεία αλά ιταλικά» του Πίτερ Κόλινσον. Από τη Γαλλία και η ωραία animation διαστημική παιδική περιπέτεια «Ο πλανήτης του Γουίλι» του Ερίκ Τοστί.

**** Γυμνοί στον ήλιο

Plein soleil. Γαλλία, 1960. Σκηνοθεσία: Ρενέ Κλεμάν. Σενάριο: Ρενέ Κλεμάν, Πολ Γκεγκόφ, από μυθ. Πατρίσια Χάισμιθ. Ηθοποιοί: Αλέν Ντελόν, Μορίς Ρονέ, Μαρί Λαφορέ, Φρανκ Λάτιμορ. 118’

Ιδιαίτερα ευπρόσδεκτη η επανέκδοση αυτή του κλασικού αστυνομικού θρίλερ αγωνίας που σημαδεύει την επιστροφή του διάσημου Γάλλου σκηνοθέτη Ρενέ Κλεμάν, με την πρώτη ταινία βασισμένη στις περιπέτειες του σαγηνευτικού εγκληματία Τομ Ρίπλεϊ, «ήρωα» μιας σειράς αστυνομικών μυθιστορημάτων της Πατρίσια Χάισμιθ, αρκετά από τα οποία θα μεταφερθούν στη συνέχεια στη μεγάλη οθόνη («Ο Αμερικανός φίλος» του Βέντερς, «Ο ταλαντούχος κύριος Ρίπλεϊ» του Αντονι Μινγκέλα», «Το παιχνίδι του κ. Ρίπλεϊ» της Λιλιάνα Καβάνι, «Ripley Under Ground» του Ρότζερ Σπότισγουντ»).

 

Ο Τομ Ρίπλεϊ, με τον Αλέν Ντελόν, σ’ έναν από τους πρώτους ρόλους του, είναι ο φιλόδοξος νεαρός που προσλαμβάνεται από ένα πλούσιο Αμερικανό επιχειρηματία για να πάει στη Ρώμη και να πείσει τον πλέι-μπόι γιο του, Φιλίπ (Μορίς Ρονέ) να επιστρέψει στην πατρίδα. Παρασυρμένος από την ελκυστική, ανέμελη ζωή του πλούσιου πλέι-μπόι, που απολαμβάνει τον μεσογειακό ήλιο και τη θάλασσα στο γιοτ του, παρέα με την όμορφη, το ίδιο φιλόδοξη μ’ αυτόν, φιλενάδα του, Μαρτζ (Μαρί Λαφορέ), ο Τομ, παθιασμένος με τον Φιλίπ, αρχίζει σταδιακά και σχολαστικά να τον αντιγράφει και να τον μιμείται.

Ώσπου, σε μια έξοδό τους στη θάλασσα, τα πράγματα θα χειροτερέψουν, καταλήγοντας στη δολοφονία του Φιλίπ, πρώτη από δυο δολοφονίες που θα διαπράξει ο «εκκολαπτόμενος» εγκληματίας του Ρίπλεϊ. Με σημαντικό στις εξελίξεις αυτές στο στόρι, να μην είναι τόσο το τι θα επακολουθήσει όσο το με τι τρόπους θα τα αντιμετωπίσει ο πολυμήχανος Ρίπλεϊ, που είναι και το βασικό σασπένς του θρίλερ του Κλεμάν, που 70 χρόνια μετά την πρώτη του εμφάνιση, δεν έχει χάσει τίποτα από τη φρεσκάδα, την ομορφιά και τη δύναμή του.

Σε μια περίοδο όπου η νουβέλ βαγκ είχε πάρει τη σκυτάλη από την παλιά γενιά των Γάλλων κινηματογραφιστών, ο Κλεμάν, που είχε διαπρέψει με ταινίες όπως «Η μάχη των σιδηροδρόμων», «Απαγορευμένα παιχνίδια», «Ο κύριος Ριπουά» και «Ζερβέζ», έκανε μια καθοριστική στροφή, προς ένα κινηματογράφο που έμοιαζε περισσότερο με εκείνη του νέου γαλλικού σινεμά, παρά σ’ εκείνη της «παλιάς φρουράς» (Ζιλιέν Ντιβιβιέ, Μαρσέλ Καρνέ) που απέρριπταν τα «τρομερά παιδιά» των «Καγιέ ντι σινεμά». Με διευθυντή φωτογραφίας, τον εξαίρετο Ανρί Ντεκαέ, ένα δικό τους κάμεραμαν (υπεύθυνο για τη φωτογραφία των ταινιών του Σαμπρόλ, του Λουί Μάλ, του Τριφό), και με ωραία, σε αντίστιξη με τα δρώμενα, μουσική του Νίνο Ρότα, μας οδηγεί μέσα από την περιπλάνηση των τριών τους σε διάφορα μέρη της Ιταλίας, τις συγκρούσεις και το μίσος ανάμεσα στις δυο άντρες (μαζί και την υπολανθάνουσα ομοφυλοφιλία τους), με τον ήλιο και τη θάλασσα να χρησιμοποιούνται έξυπνα και δημιουργικά στην όλη εξέλιξη του στόρι.

 

Στην όλη επιτυχία συμβάλλει η σωστή ανάπτυξη των χαρακτήρων, με τους τρεις βασικούς ηθοποιούς να ενσαρκώνουν τέλεια τους ρόλους τους: ο Μορίς Ρονέ στο ρόλο του Φιλίπ, πλούσιου θύματος, που πέφτει εύκολα στην παγίδα που του στήνει ο Τομ, η Μαρί Λαφορέ στο ρόλο της φιλόδοξης, χωρίς ηθικούς φραγμούς, νεαρής, που περνάει εύκολα από την αγκαλιά του Φιλίπ σ’ εκείνη του Τομ και, πάνω απ’ όλους, ο Ντελόν, πρώτος από τους Ντένις Χόπερ, Ματ Ντέιμον και Τζον Μάλκοβιτς, που θα ερμηνεύσουν στη συνέχεια τον Ρίπλεϊ, να δίνει τη μορφή του εξωτερικά ελκυστικού φιλόδοξου, χωρίς δική του προσωπικότητα νέου, επικίνδυνου, στην πραγματικότητα, τέρατος, όπως σταδιακά ανακαλύπτουμε, που μεθοδικά αντιγράφει τον χαρακτήρα του Φιλίπ, κλέβοντάς του και τη φιλενάδα του, για να μετατραπεί στο τελευταίο μέρος της ταινίας στον ψυχρό, ευφυή, τετραπέρατο δολοφόνο.

*** Μια νύχτα μαγική

Chambre 212. Γαλλία, 2019. Σκηνοθεσία-σενάριο: Κριστόφ Ονορέ. Ηθοποιοί: Κιάρα Μαστρογιάνι, Μπενιαμίν Μπιολέ, Βενσάν Λακόστ, Καμίλ Κοτέν, Καρόλ Μπουκέ. 86΄

Ανάμεσα στην κωμωδία σκρούμπολ κι εκείνη του Γούντι Άλεν, συν αρκετά στοιχεία φαντεζίστικα, κινείται η ωραία αυτή κωμωδία ηθών που έγραψε και σκηνοθέτησε ο Κριστόφ Ονορέ («Η μητέρα μου», Τα τραγούδια της αγάπης», «Τα παιχνίδια της αγάπης», «Metamorphoses».

Η πρωταγωνίστριά του, η καθηγήτρια της νομικής Μαρία, που την ερμηνεύει με ξεχωριστή ζωντάνια και χιούμορ η Κιάρα Ματρογιάνι (βραβείο ερμηνείας στο τμήμα «Ένα κάποιο βλέμμα» του περσινού φεστιβάλ Κανών), αποφασίζει να εγκαταλείψει τον πιστό της σύζυγο, Ρισάρ (Μπενιαμίν Μπιολέ), όταν εκείνος ανακαλύπτει την απιστία της με ένα φοιτητή της, απιστία που, όπως πολύ σύντομα μαθαίνουμε, δεν είναι η μοναδική στην 25ετή διάρκεια του γάμου τους. Στο δωμάτιο του ξενοδοχείου όπου καταφεύγει για μια νύχτα, και που βρίσκεται απέναντι από το διαμέρισμά τους, η Μαρία αρχίζει να παρακολουθεί τον εγκαταλειμμένο εκεί, άντρα της.

Παρακολούθηση στην οποία εισβάλλουν όνειρα και φαντασιώσεις της Μαρίας, που μετατρέπουν την επιφανειακά απλή μελέτη πάνω στην κρίση μιας συζυγικής ζωής, σε μια διασκεδαστική, δοσμένη με ωραία ευρήματα και αναπάντεχες ανατροπές, σκηνές, με την Μαρία να αντιμετωπίζει όχι μόνο τον Ρισάρ σε νεότερη ηλικία (Βενσάν Λακόστ), αλλά και διάφορους συγγενείς (μητέρα και γιαγιά), αρκετούς νεαρούς εραστές αλλά την και την από τα φοιτητικά χρόνια, πρώην δασκάλα του πιάνου, φιλενάδα, του Ρισάρ, Ιρέν (Καμίλ Κοτέν).

 

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο Ονορέ καταπιάνεται με τις σχέσεις του ζευγαριού, ήδη στα «Τραγούδια της αγάπης» μας έδειχνε τα προβλήματα στις σχέσεις νεαρών ζευγαριών, ενώ στα «Παιχνίδια της αγάπης» παρουσίαζε παρόμοια προβλήματα τόσο στις σχέσεις νεαρών όσο και την κρίση στις σχέσεις ζευγαριού κάποιας μεγαλύτερης ηλικίας.

Στη νέα του αυτή ταινία, με την ωραία φωτογραφία του Ρεμί Σεβρέν και τους φωτογραφημένους με ξεχωριστή φροντίδα χώρους, τόσο τους εξωτερικούς (με τους χιονισμένους δρόμους του Παρισιού αλλά κι ένα γειτονικό μπαρ με το όνομα «Rosebud», αναφορά στον Γουέλς) όσο και τους τέλεια επιλεγμένους εσωτερικούς χώρους, με την κάμερα να περνάει από το γεμάτο βιβλία διαμέρισμα του ζευγαριού στο δωμάτιο (ή, πιο σωστά, τα «δωμάτια» φανταστικά και μη) του ξενοδοχείου, με τις διάφορες πόρτες που ανοίγουν (στη φαντασία όσο και στην πραγματικότητα), για να μας αποκαλύψουν τις μνήμες, τα ερωτήματα αλλά και τους φόβους της Μαρίας, ο Ονορέ έφτιαξε μια ωραία κωμωδία που επιδέξια συνδυάζει τις κωμικές «σκρούμπολ» καταστάσεις με κάποια, θα έλεγα μελαγχολία.

Μια ταινία όχι μόνο πάνω στην έλλειψη του πόθου αλλά και στα στοιχεία εκείνα που τελικά δένουν τους ανθρώπους μέσα από βαθύτερα συναισθήματα (συναισθήματα που αναπτύσσονται μέσα από μια σειρά ωραίους, διανθισμένους με χιούμορ, διαλόγους που έγραψε ο με πείρα στο θέατρο Ονορέ, διαλόγους που θυμίζουν εκείνους στις τελευταίες, με θεατρική φόρμα, ταινίες του Αλέν Ρενέ.

** ½ Το κλουβί με τις τρελές

La cage aux folles. Γαλλία, Γαλλία, 1978. Σκηνοθεσία: Εντουάρ Μολιναρό. Σενάριο: Φρανσίς Βεμπέρ, από θεατρικό έργο του Ζαν Πουαρέ. Ηθοποιοί: Ούγκο Τονιάτσι, Μισέλ Σερό, Ρεμί Λοράν, Μισέλ Γκαλαμπρί. 97’

Επανέκδοση μιας απολαυστικής, με τεράστια εμπορική επιτυχία την εποχή της, κωμωδίας, βασισμένης στο γνωστό θεατρικό έργο του Ζαν Πουταρέ, που ήταν υποψήφια για 3 Όσκαρ, κερδίζοντας τελικά Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας.

Η καθημερινή ζωή του διευθυντή ενός κλαμπ, στο Σεν Τροπέζ, με drag θέαμα πρόγραμμα και του τραβεστί συντρόφου και πρωταγωνιστή του του ανατρέπονται όταν καταφτάνει ο γιος του πρώτου με την αρραβωνιαστικιά του και τους συντηρητικούς γονείς της. Ευκαιρία για τον Εντουάρ Μολιναρό να φτιάξει μια κωμωδία γεμάτη σπαρταριστά, με σατιρική διάθεση, επεισόδια όπου οι γκέι αντιμετωπίζονται (κάτι σπάνιο για τον κινηματογράφο της τότε εποχής) με συμπάθεια, και με εξαιρετικές ερμηνείες από όλους τους ηθοποιούς του, ιδιαίτερα από τους Μισέλ Σερό και Ούγκο Τονιάτσι, στους ρόλους του γκέι ζευγαριού.

** ½ Ληστεία αλά ιταλικά

The Italian Job. Βρετανία/ΗΠΑ, 1969. Σκηνοθεσία: Πίτερ Κόλινσον. Σενάριο: Τρόι Κένεντι Μάρτιν. Ηθοποιοί: Μάικλ Κέιν, Νόελ Κάουορντ, Μπένι Χιλ, Ραφ Βαλόνε, Ροζάνο Μπράτσι, Αϊρίν Χαντλ. 99΄

Σε επανέκδοση μια κλασική, «καλτ» κωμωδία ληστείας (heist movie), με τον Μάικλ Κέιν στο ρόλο του αποφυλακισμένου ληστή που αναλαμβάνει να διεκπεραιώσει την αποτυχημένη ληστεία των 4 εκατομμυρίων δολαρίων (σε χρυσό) που είχε σχεδιάσει ένας μαφιόζος στο Τορίνο. Το ωραίο σενάριο, διανθισμένο με μπόλικο χιούμορ και ευρηματικές, διασκεδαστικές καταστάσεις, η σωστά μοιρασμένη δράση, και οι τέλειες ερμηνείες από ένα θαυμάσιο καστ (ανάμεσά τους κι ένας εξαίρετος Νόελ Κάουορντ), προσφέρουν μια ταινία που βλέπεται πάντα με την ίδια απόλαυση.