Για την αρχαιολογία των εντυπωσιακών ευρημάτων ξοδεύεται πακτωλός χρημάτων ακόμη και στη σημερινή εποχή της φτώχειας, ενώ για το πραγματικό επιστημονικό έργο δεν υπάρχει η ανάλογη στήριξη.

Αυτό ακριβώς υπαινίχτηκε στον απολογισμό της χρονιάς που πέρασε ο γενικός γραμματέας της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας Βασίλειος Πετράκος στην παρουσίαση του «Εργου» της για το 2016.

Ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Πετράκος:  «Η σε όλους φανερή μείωση του γραπτού επιστημονικού έργου αντισταθμίζεται με ένα πακτωλό χρημάτων σε μία εποχή φτώχειας απαισιοδοξίας και ανησυχίας για ένα ζοφερό μέλλον που καθημερινώς γίνεται παρόν. Iλιγγιώδη ποσά ξοδεύονται για κατασκευή νέων αρχαιοτήτων. Μνημεία που δεν σώθηκαν αναδύονται από το έδαφος ως άλλοι σπαρτοί άνθρωποι. Το  πρόβλημα της ελληνικής αρχαιολογικής επιστήμης είναι η κατασκευή νέων αρχαιοτήτων  ή η συντήρηση και δημοσίευση αυτών που έχουν βρεθεί; Απάντηση δεν υπάρχει γιατί το θέμα έχει πάψει να είναι επιστημονικό. Ούτε ακόμη πολιτικό».

Ετσι, οι ανασκαφές  της Αρχαιολογικής Εταιρείας, μερικές πολύ σημαντικές όπως της Αδαμαντίας Βασιλογάμβρου στο λόφο του Αγίου Βασιλείου στο χωριό Ξηροκάμπι Λακωνίας, κοντά στη Σπάρτη, η οποία χρόνο με το χρόνο φέρνει στο φως ένα μυκηναϊκό ανάκτορο, να εξελίσσονται σε αργό ρυθμό και σχεδόν χωρίς καμία δημοσιότητα.

Γι  αυτή την ανασκαφή, ο κ. Πετράκος ανάφερε ότι  η πρώτη εγκατάσταση εκεί έγινε κατά τον 17ο- 16ο αι. π.Χ. Ακολούθησε μια καταστροφή, πιθανόν από πυρκαγιά, τέλη 15ου-αρχές 14ου αι. π.Χ. και  η ίδρυση νέων ισχυρών και εκτεταμένων ανακτορικών κτηρίων. Γεωφυσική διασκόπηση των προηγουμένων ετών έδειξε πως υπάρχουν θαμμένα οικοδομικά κατάλοιπα σε έκταση 35 στρεμμάτων, που σημαίνει πως υπάρχει πολύ υλικό για εξερεύνηση.

Τα ανακτορικά κτήρια είναι χτισμένα περιμετρικά σε μια κεντρική αυλή και είναι διακοσμημένα με τοιχογραφίες. Αφορούν τη δεύτερη οικοδομική φάση  και όχι τα παλιότερα που κάηκαν. Από την πρώτη φάση σώζονται τάφοι του υστεροελλαδικού μυκηναϊκού νεκροταφείου στην κορυφή του λόφου. Αλλά τα σημαντικότερα ευρήματα είναι οι πολυάριθμες πινακίδες Γραμμικής Β΄γραφής από το αρχείο του ανακτόρου που αναφέρονται σε παροχές αγαθών, σε ιερά, ονόματα και τοπωνύμια, η μελέτη των οποίων αναμένεται να δώσει περισσότερες πληροφορίες για τη μυκηναϊκή θρησκεία, την οικονομική, διοικητική και κοινωνική οργάνωση της περιοχής.

Το καινούριο εύρημα (του 2016) είναι ένας βωμός σε σχήμα κύβου από μαλακό ασβεστόλιθο.  «Επάνω στον βωμό, όπως τόνισε ο κ. Πετράκος, βρέθηκαν δυο κέρατα καθοσιώσεως, επίσης από ασβεστόλιθο, κι ένα πήλινο ειδώλιο αλόγου και γύρω από το βωμό έξι πήλινα ειδώλια ταύρου».

Το εύρημα μοιάζει να συνδέεται με λατρευτικές- θρησκευτικές πρακτικές, καθώς έχουν εντοπισθεί και άλλα χαρακτηριστικά λατρευτικά αντικείμενα και σκεύη, όπως πήλινα ειδώλια βοοειδών και ελεφαντοστέινο ειδώλιο ανδρικής μορφής που κρατάει νεαρό μοσχαράκι ή ταύρο, μεγάλο πήλινο ρυτό σε σχήμα κεφαλής ταύρου, λίθινη πρόχους με διπλό χείλος, δύο μεγάλοι τρίτωνες κ.ά.  Μικρά διακοσμητικά αντικείμενα καθώς και σφραγιδόλιθοι, αιγυπτιακοί σκαραβαίοι, κ.ά. (τα τελευταία χρονολογούνται κατά τη βασιλεία του Φαραώ Αμενχοτέπ ΙΙΙ (1405- 1365) συμπληρώνουν την εικόνα.

Αρχαίο Θέατρο στη Θουρία

Δέκα χρόνια σκάβει στη Θουρία Μεσσηνίας η αρχαιολόγος Ξένη Αραπογιάννη η οποία βρήκε τα ίχνη του αρχαίου θεάτρου που δεν αναφέρεται στις αρχαίες πηγές αλλά σε σημειώσεις περιηγητών. Εντόπισε τμήμα της κυκλικής ορχήστρας του και το βόρειο ανάλημμα του κοίλου. Εχει αποκαλύψει επίσης τμήμα της πρώτης σειράς ειδωλίων, τον αγωγό ομβρίων υδάτων και την αρχή κλίμακας ανόδου.

Το ενδιαφέρον είναι ότι μνημείο είναι στραμμένο προς τα δυτικά, έτσι ώστε οι θεατές να βλέπουν την πεδιάδα της Μεσσηνίας και τον μεσσηνιακό κόλπο. Το μνημείο έχει υποστεί πολύ μεγάλη καταστροφή από φυσικά φαινόμενα ή ανθρώπινες ενέργειες. Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, κατασκευάστηκε τον 3ο αι. π.Χ. Προηγήθηκε της ανασκαφής  γεωφυσική διασκόπηση από τον καθηγητή Λάζαρο Πολυμενάκο.

Βραχογραφίες στη Χαλανδριανή  Σύρου

Κι άλλες βραχογραφίες εντόπισε η πρώην έφορος Κυκλάδων Μαρίζα Μαρθάρη στη θέση Καστρί στη Χαλανδριανή Σύρου  στον προϊστορικό οικισμό που βρίσκεται στην κορυφή του λόφου και στα μονοπάτια που οδηγούν ως αυτόν. Βρέθηκαν «βραχογραφίες, των οποίων τα θέματα είναι πρωτοφανή σχηματικά και που χρειάζονται παράλληλα για να ερμηνευθούν» σημείωσε ο κ. Πετράκος. Οι βραχογραφίες είναι επίκρουστες, προφανώς επειδή ο βράχος δεν είναι μαλακός και είναι δύσκολη έως αδύνατη η χάραξή τους.

Κι άλλο νεκροταφείο βρεφών στο Βαθύ Αστυπάλαιας

Μετά το εκτεταμένο νεκροταφείο 3.000 βρεφών που βρέθηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’90  στην θέση Κυλίνδρα στη χώρα της Αστυπάλαιας από τον Μαρία Μιχαλάκη-Κόλλια, το οποίο ήταν σε χρήση από τα τέλη της Γεωμετρικής εποχής μέχρι τον 1ο αι. π.Χ., βρέθηκε κι άλλο παλιότερο νεκροταφείο βρεφών Υστερης Νεολιθικής έως και Πρώιμης Εποχής του Χαλκού στο Βαθύ Αστυπάλαιας από τον Ανδρέα Βλαχόπουλο.

Πρόκειται για ταφές βρεφών που γίνονται σε οργανωμένο χώρο. Μέχρι στιγμής έχουν εντοπισθεί δύο ογκολιθικές ορθογώνιες εγκαταστάσεις στις οποίες τα βρέφη θάβονται μέσα σε αγγεία (εγχυτρισμοί) εν σειρά και επάνω σε εξέδρες. Τα κτερίζουν γύρω-γύρω με όστρακα και εργαλεία. Δεν συνηθίζουν να τοποθετούν κτερίσματα μέσα στα αγγεία, εκτός μίας περίπτωσης που εντοπίστηκε πλάι στο μωράκι μια οστέινη χάνδρα, πιθανότατα κρυφό δώρο της μάνας του.

Μετά τον καθαρισμό των οστών στο Εργαστήριο Wiener της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα, διαπιστώθηκε ότι υπήρχε κατά την ταφή και τελετουργική καύση σπόρων. Η καύση προσφορών, μαζί με τα κοχύλια, τη χάντρα και τα εργαλεία, «διαμορφώνουν έναν εθιμικό ορίζοντα ταφικών πρακτικών που πρώτη φορά παρακολουθούμε κατά την τέταρτη χιλιετία π.Χ.» σύμφωνα με τον ανασκαφέα.

Στον οικισμό της χώρας της Αστυπάλαιας έχουν βρεθεί παλιότερα τρεις επιγραφές  που αναφέρονται στις θεότητες του τοκετού και της γέννησης, δηλαδή στην Αρτέμιδα Λοχεία η μία και στην Ειλείθυια οι άλλες δύο. Η κ. Κόλλια, θεωρεί πως ίσως ο χώρος με τα βρέφη που ήταν έως έξη μηνών και λίγα από 1-3 ετών δεν ήταν μόνο ένα νεκροταφείο μωρών, αλλά ένα ταφικό ιερό αφιερωμένο στις παραπάνω θεότητες. Τα σκελετικά κατάλοιπα εξετάζοντας ανθρωπολογικά για περαιτέρω πορίσματα.

Τελετές μύησης στη θεά  Ισιδα στην Αρχαία Μεσσήνη

Σε ένα οικοδομικό συγκρότημα του 4ου-5ου αι. μ.Χ. που αποκάλυψε πλήρως ο Πέτρος Θέμελης στην Αρχαία Μεσσήνη εκτιμά ότι γίνονταν τελετές μύησης στην Ισιδα. Το συγκρότημα αυτό βρίσκεται βορείως του ναού της Ισιδος και ο ανασκαφέας θεωρεί ότι χρησίμευε για την μύηση των πιστών  της αιγυπτιακής λατρείας και τη βάπτισή τους στις δεξαμενές. Το συγκρότημα αποτελείται από τρεις δεξαμενές νερού με δωμάτια γύρω από αυτές. Στο εσωτερικό των δωματίων υπήρχαν λίθινα θρανία κατά μήκος των τοίχων. Ο κ. Θέμελης πιστεύει επίσης ότι δεν είναι τυχαία η εγγύτητα του συγκεκριμένου ιερού με παλαιοχριστιανική εκκλησία.

Ηρωολατρεία στη Θήβα 

Ο Βασίλειος Αραβαντινός έφερε στο φως ένα μεγάλο οικοδόμημα, διαστάσεων 15 επί 16 μέτρων στην ανασκαφή που διενεργεί στο εμπορικό κέντρο της πόλης των Θηβών σε συνεργασία με την τοπική Εφορεία Αρχαιοτήτων. Το κτήριο αυτό ήταν κατασκευασμένο κατά τα νεολιθικά χρόνια από κροκαλοπαγείς λιθοπλίνθους, και είχε εμπορική και θρησκευτική χρήση. «Από τα κινητά ευρήματα, αναθηματικού χαρακτήρα, φαίνεται πιθανή η τέλεση ηρωολατρείας» σύμφωνα με τον ανασκαφέα.

Το οικοδόμημα αυτό ήταν επάνω στο στρώμα καταστροφής του μυκηναϊκού ανακτόρου και μεταξύ των ευρημάτων έχουμε μολύβδινα σταθμά, σφονδύλια, πήλινα υφαντικά βάρη, νομίσματα και ψήφους από φαγεντιανή.