ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ – Η μπουρζουαζία χωρίς καμμιά κρυφή γοητεία

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

*** 1/2 – Το πάρτι

The Party. Βρετανία, 2017. Σκηνοθεσία-σενάριο: Σάλι Πότερ. Ηθοποιοί: Κριστίν Σκοτ Τόμας, Πατρίτσια Κλάρκσον, Τίμοθι Σπολ, Έμιλι Μόρτιμερ, Μπρούνο Γκανζ, Γκίλιαν Μέρφι, Τσέρι Τζόουνς. 71 λεπτά.

Στα 71 λεπτά που διαρκεί (ταυτόχρονα και σε αληθινή χρονική διάρκεια) η απολαυστική κωμικοτραγική ταινία «Το πάρτι» της Σάλι Πόρτερ, βγαίνουν στην επιφάνεια αποκαλύψεις και πράματα που θα χρειάζονταν μέρες και βδομάδες (ίσως και πολύ περισσότερο) για να αποκαλυφθούν.

Το πάρτι του τίτλου δίνει για μια μικρή ομάδα φίλων και υποστηρικτών η Τζάνετ (Κριστίν Σκοτ Τόμας), μια μεσήλικη γυναίκα που έχει επιλεγεί υπουργός υγείας από το κυβερνών κόμμα: τον πιο θερμό υποστηρικτή της και άντρα της, Μπιλ (Τίμοθι Σπολ), την Έϊπριλ (Πατρίσια Κλάρκσον), μια ιδιαίτερα κυνική (τουλάχιστο φαινομενικά) φίλη, την Μάρθα (Τσέρι Τζόουνς), μια λεσβία φίλη και τη νεαρή σύντροφό της Τζίνι (Έμιλι Μόρτιμερ), τον Τομ (Γκίλιαν Μέρφι), φίλο της πιο στενής της φίλης, Μίριαμ, η οποία έχει όμως καθυστερήσει και αναμένεται να φτάσει μετά το δείπνο που ετοιμάζει η Τζάνετ.

Τα πράγματα όμως πολύ γρήγορα αρχίζουν να πηγαίνουν στραβά. Ένα όπλο που κουβαλάει κρυφά ο Τομ και μια σοκ ανακοίνωση που κάνει ο Μπιλ θα φέρουν τα πάνω κάτω. Στο τραπέζι (που δεν στρώνεται ποτέ) ανοιχτά όλα: τα ψέματα, η υποκρισία, οι αρχές και τα ηθικά και πολιτικά διλήμματα.

 

Στον κλειστό, αποπνιχτικό όπως αποκαλύπτεται σταδιακά, χώρο του σπιτιού, με μια κάμερα που ψάχνει, διεισδύει, επιμένει, και με τη χρήση του μαυρόαπρου φιλμ (του πιο κατάλληλου για να δημιουργήσει την ατμόσφαιρα της σήψης και της διάλυσης), με εκπληκτικούς, σφιχτοδεμένους, διανθισμένους με χιούμορ και ειρωνεία, διαλόγους, η Πότερ σκάβει βαθιά, φτάνει στα πιο μύχια βάθη της ψυχής των χαρακτήρων της, για να διαλύσει την οποιαδήποτε κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας και της κυβερνούσας αστικής κοινωνίας. Στην πορεία της είχε μια εξαιρετική ομάδα ηθοποιών, με τον καθένα να δίνει τον καλύτερο εαυτό του – ομάδα που της αξίζει ένα βραβείο συνόλου.

Αξίζει να σημειώσω πως στη συνέντευξη Τύπου, που ακολούθησε την προβολή της ταινίας της στο φεστιβάλ του Βερολίνου όπου συμμετείχε η ταινία της (αποσπώντας και το Guild Film Prize καλύτερης ταινίας), η Πότερ μίλησε για τη χρήση του μαυρόασπρου φιλμ (φιλμ που αγαπά ιδιαίτερα, όπως τόνισε), «γιατί είναι πιο γραφικό, συναισθηματικά έντονο σε χρώμα», αλλά και για την επίδραση του Brexit, που συνέβη λίγες μέρες πριν τελειώσουν τα γυρίσματα: «Οι άνθρωποι έφταναν στο πλατό με δάκρυα. Υπήρχε σοκ, λύπη και τρόμος, γιατί ηθοποιοί και συνεργείο ήταν παν-ευρωπαϊκά – Ρώσος διευθυντής φωτογραφίας, Αργεντινός σκηνογράφος που ζει στο Παρίσι, γαλλικό συνεργείο ήχου… Γι’ αυτό η ιδέα της πτώσης των συνόρων και του εθνικισμού που αρχίζει να βγάζει το κεφάλι του, προκάλεσαν το σοκ στους ανθρώπους αυτούς.»

 

*** Τα μυστικά της Τεχεράνης

Tehran Taboo. Αυστρία/Γερμανία, 2017. Κινούμενα Σχέδια. Σκηνοθεσία: Άλι Σουζαντέχ. Σενάριο: Άλι Σουζαντέχ, Γκριτ Κίνζλεν. Ηθοποιοί: Φαρχάντ Αμπαντινεζάτ, Τζασμίνα Άλι, Ροζίτα Ασαντολαχί, Αλιρεζά Μπαϊράμ. 90 λεπτά.

 

Στη σημερινή, καταπιεστική, υποκριτική κοινωνία της Τεχεράνης, τέσσερα πρόσωπα, τρεις γυναίκες (μια πόρνη, μια έγκυος και μια αρραβωνιασμένη) κι ένας μουσικός, αγωνίζονται να αποκτήσουν την ελευθερία τους ενάντια στα διάφορα κοινωνικά, θρησκευτικά, σεξουαλικά και άλλα ταμπού.

Ο σπουδαγμένος στη Γερμανία (όπου ζει και εργάζεται) Ιρανός animator Άλι Σουζαντέχ στην πρώτη του αυτή, γερμανικής παραγωγής, μεγάλου μήκους ταινία χρησιμοποιεί ηθοποιούς με το λεγόμενο rotoscopic σύστημα (κινηματογραφεί σε πράσινη οθόνη που αργότερα μεταφέρει μετά σε υπολογιστή για να τους σχεδιάσει) για να φτιάξει την ωραία αυτή, τολμηρή animation ταινία του (ταινία που δεν θα γυριζόταν ποτέ στο ίδιο το Ιράν), που πρωτοπροβλήθηκε στην Εβδομάδα της Κριτικής των Κανών (βραβείο FIPRESCI στο φεστιβάλ της Ιερουσαλήμ).

Ταινία πολιτικά δυνατή που μας αποκαλύπτει, με τον πιο γλαφυρό, και εικαστικά συναρπαστικό, τρόπο, όχι μόνο τη σκληρή καταπίεση και το δράμα των γυναικών αλλά και γενικότερα την υποκρισία (τη σχιζοφρένεια θα έλεγα) μιας κοινωνίας, βουτηγμένης στη διαφθορά (σε μια σκηνή η πόρνη κάνει στοματικό έρωτα σ’ ένα αυτοκίνητο ενώ κυκλοφορεί στο δρόμο με το μικρό παιδί της να κάθεται στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου, ενώ σε άλλη σκηνή βλέπουμε τον μούλα να εκμεταλλεύεται τη θρησκευτική του θέση για να γλεντάει με γυναίκες), κοινωνία που χρησιμοποιεί τη θρησκεία για να εκμεταλλεύεται  με το χειρότερο τρόπο τους πολίτες της.

Μια ταινία που, μαζί με εκείνες άλλων Ιρανών σκηνοθετών, όπως οι Τζάφαρ Πανάχι, Μοχάμαντ Ρασούλοφ και Ασκάρ Φαρχάντι, σκιαγραφούν με εξαιρετικές ταινίες την πραγματική εικόνα της σύγχρονης ιρανικής κοινωνίας και του καταπιεστικού καθεστώτος της.