ΝΤΑΝΙΕΛ ΝΤΕΪ ΛΟΥΪΣ: «Υπάρχει πιο τρελό πράγμα από του να θέλεις να πείσεις τον κόσμο ότι είσαι κάποιος άλλος;»

Συνέντευξη: ΝΙΝΟΣ ΦΕΝΕΚ ΜΙΚΕΛΙΔΗΣ

—————————————————–

Στην Αθήνα και πάλι ο διάσημος Βρετανός (ιρλανδικής καταγωγής) ηθοποιός Ντάνιελ Ντέι Λούις για να προωθήσει την ταινία του «Αόρατη κλωστή» του Πολ Τόμας Αντερσον, αλλά και για να υποστηρίξει τους σκοπούς της Εταιρίας Προστασίας Σπαστικών/Πόρτα Ανοιχτή, με την οποία τον  συνδέει πολύχρονη φιλία – η ταινία προβάλλεται σήμερα σε ειδική φιλανθρωπική sold out προβολή στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος του Ιδρύματος Νιάρχου.

«Τίποτα στη διαδικασία της προετοιμασίας μιας ταινίας, δεν μπορεί να είναι πιο τρελό από την ίδια τη διαδικασία. Φαντάσου να θέλεις να πείσεις τον κόσμο ότι είσαι κάποιος άλλος. Υπάρχει ποιο τρελό πράγμα απ’ αυτό;» μου είχε πει ο Ντάνιελ Ντέι Λούις τον Φεβρουάριο του 2008 στη συνέντευξη – από τις λιγοστές πρέπει να πω που δίνει – που είχα την ευκαιρία να του πάρω στη Νέα Υόρκη, με αφορμή της εξόδου τότε στις αίθουσες της ταινίας «Οι συμμορίες της Νέας Υόρκης» που σκηνοθέτησε ο Μάρτιν Σκορσέζε.

Δέκα χρόνια από τότε, ο βραβευμένος στο μεταξύ με 3 Όσκαρ («Θα χυθεί αίμα», «Λίκολν» και «Το αριστερό μου πόδι») Λούις, ερμηνεύει τον πρωταγωνιστικό ρόλο του Άγγλου ράφτη μελών της βασιλικής οικογένειας και της λονδρέζικης αριστοκρατίας στην εξαιρετική ταινία «Αόρατη κλωστή» του Πολ Τόμας Άντερσον, που αρχίζει να προβάλλεται στις αίθουσες.

Εκτός από τις πολύ ενδιαφέρουσες και συχνά αποκαλυπτικές απαντήσεις του σχετικά με την ταινία του Σκορσέζε, ο Λούις μου μίλησε γενικότερα για τη δουλειά του και τους ρόλους του, που δίνουν, πιστεύω, μια αρκετά καθαρή εικόνα του τρόπου με τον οποίο ο ηθοποιός αντιμετώπιζε και εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τον κινηματογράφο και την τέχνη του ηθοποιού. Πιο κάτω δημοσιεύουμε αποσπάσματα από τη συνέντευξή του αυτή.

Αξίζει να σημειώσω πως, η ταινία «Το αριστερό μου πόδι» μπορεί να του χάρισε το πρώτο του  Όσκαρ, ο Ντάνιελ Ντέι-Λούις όμως είχε ήδη αρχίσει να γίνεται δημοφιλής από την εποχή που γύρισε το «Ωραίο μου πλυντήριο» του Στίβεν Φράιρς. Στα επόμενα χρόνια θ’ ακολουθήσουν ταινίες όπως το «Δωμάτιο με θέα», «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι», «Ο τελευταίος των Μοϊκανών», «Τα χρόνια της αθωότητας», «Εις το όνομα του πατρός» (υποψήφιος για Όσκαρ καλύτερου ανδρικού ρόλου) και «Ο μποξέρ», ταινία γυρισμένη το 1997.

Υστερα, ο Λούις, έχοντας δηλώσει πως η ταινία θα είναι η τελευταία του, αποσύρθηκε για ένα μεγάλο διάστημα, με την οικογένειά του, στο σπίτι του στην Ιρλανδία όπου ασχολήθηκε με διάφορα πράγματα άσχετα με τον κινηματογράφο – μέχρι που έμαθε να φτιάχνει παπούτσια.

Ώσπου ο Μάρτιν Σκορσέζε τον έπεισε να επιστρέψει στην οθόνη ερμηνεύοντας τον πρωταγωνιστικό ρόλο του κακού Μπιλ ο «Χασάπης» στην επικών διαστάσεων ταινία του «Οι συμμορίες της Νέας Υόρκης». Από τότε, θα μας δοθεί η ευκαιρία να τον απολαύσουμε σε μερικές, λιγοστές πρέπει να πω, ακόμη ταινίες: «Η μπαλάντα του Τζακ και της Ρόουζ» (2005) που σκηνοθέτησε η γυναίκα του, Ρεμπέκα Μίλερ, «Θα χυθεί αίμα» (2007), πρώτη του συνεργασία με τον Πολ Τόμας Αντερσον (και δεύτερη φορά που κερδίζει τοΌσκαρ), «Nine» (2009) του Ρομπ Μάρσαλ (αναφορά στο «Οκτώμιση» του Φελίνι), «Λίνκολν» (2012) του Στίβεν Σπίλμπεργκ (και τρίτο βραβείο Όσκαρ) και, τώρα, 5 χρόνια μετά, η «Αόρατη κλωστή» (2017).

 

  •  Τι σ’ έκανε να επιστρέψεις στην οθόνη ύστερα από τόσο μεγάλο διάλειμμα;
  • Δεν ξέρω το γιατί. Θα ήταν πιο δύσκολο να το είχα αποφύγει. Πέρασα μια μεγάλη περίοδο προσπαθώντας να πείσω τον εαυτό μου ότι έπρεπε να επιστρέψω. Χρειαζόταν να πιστέψω ότι μπορούσα να δώσω στον Μάρτι (Μάρτιν Σκορσέζε) αυτό που περίμενε από μένα, όχι απλά από πλευράς εργασίας αλλά και από πλευράς αλληλεγγύης γιατί, αν κάνεις κάτι με μισή καρδιά ή έχεις κάποιες αμφιβολίες, είσαι από την αρχή χαμένος. Ήξερα ότι θα μπορούσα μόνο να εργαστώ μαζί του αν αποτελούσα τμήμα της ομάδας των συμμάχων του.
  • Αυτό σημαίνει ότι θ’ αποτραβηχτείς ξανά;
  • Όχι, δεν είχα αποτραβηχτεί. Απλά έκανα άλλα πράγματα για ένα διάστημα και μπορεί να τα ξανακάνω, δεν ξέρω ακόμα τι θα κάνω.
  • Αυτό μήπως γέννησε ξανά μέσα του το πάθος για να συνεχίσεις την καριέρα σου στην οθόνη;
  • Όχι, είμαι πολύ κοντά σ’ αυτή την εμπειρία κι η εμπειρία αυτή πάντα μ’ αφήνει με την αίσθηση να θέλω να αποστασιοποιηθώ για λίγο απ’ αυτήν. Για να μπορέσω, κάποια στιγμή, να επιστρέψω.
  • Το γύρισμα μιας ταινίας, όπως «Οι συμμορίες της Νέας Υόρκης», που κράτησε οκτώ περίπου μήνες κι όπου έπρεπε κανείς ν’ αντιμετωπίζει καθημερινά την πολιτική των στούντιο, μήπως ενεργεί ως αποτρεπτικό από του να συνεχίσεις;
  • Το κάθε τι που αγαπώ στη δουλειά που κάνω και σ’ ότι έκανα στο παρελθόν το ανακάλυψα και πάλιν στη διάρκεια της δουλειάς μου στην ταινία αυτή του Μάρτι. Αλλά τίποτα δεν συνέβη στη διάρκεια του γυρίσματος της ταινίας για να με κάνει να πω, γιατί δεν το κάνω πιο συχνά.
  • Έχεις ξαναπαίξει ένα τόσο μοχθηρό και βίαιο χαρακτήρα;
  • Δεν το νομίζω. Μη ξεχνάς, ταυτόχρονα είναι και αξιαγάπητος. Και οικογενειάρχης.
  • Και καλός σ’ όσους του ήταν πιστοί…
  • Ναι, αληθινός φιλάνθρωπος.
  • Ήταν δύσκολο να ανακαλύψεις αυτά του τα προτερήματα;
  • Όχι, καθόλου. Όλα ήταν ξεκάθαρα. Πολλοί νομίζω ότι θα πίστευαν ότι είναι άνθρωπος που έχει ξεπεράσει τα οποιαδήποτε όρια αν βέβαια τον κοιτάξουμε από την ηθική της εποχής μας. Η εποχή στην οποία ζούσαν αυτοί οι άνθρωποι έμοιαζε με πρωτόγονη έρημο αλλά η αλήθεια είναι ότι ζούσαν με βάση μια ξεκάθαρη ηθική, όχι με την ίδια που ζούμε εμείς. Έπαιζαν με τα χαρτιά που τους μοίραζαν. Μπορεί, μέχρι σ’ ένα βαθμό, να ήταν αδίστακτος αλλά ήταν και δεμένος πολύ με τους νόμους εκείνης της κοινωνίας της οποίας ήταν μέλος.
  • Εργάστηκες με τον Μάρτιν Σκορσέζε και στο παρελθόν, στα «Χρόνια της αθωότητας». Έχει κάτι αλλάξει σ’ αυτόν;
  • Δεν υπήρχε καμιά διαφορά. Εκεί που υπήρχε διαφορά ήταν σε σχέση με τη φύση του έργου και του χαρακτήρα που έπαιζα. Με τρόπο βέβαια θαυμάσιο. Νομίζω ότι όταν έκανα τα «Χρόνια της αθωότητας» η σχέση μας ήταν κάπως τυπική. Όμως, πίσω απ’ αυτήν, υπήρχε και η φιλία και η αίσθηση μιας συνενοχής που παρέμεινε μέχρι σήμερα.
  • Είναι αλήθεια ότι απέρριψες το ρόλο του Αραγκορν στον «Άρχοντα των δαχτυλιδιών»;
  • Δεν μιλώ για τέτοια πράγματα. Δεν απορρίπτω ρόλους αλλά το είχα ξεκαθαρίσει ότι για μια περίοδο δεν γυρνούσα ταινίες γι’ αυτό δεν μπορώ να σου πω.
  • Ο λόγος που επέστρεψες στις «Συμμορίες» ήταν η φιλία σου με τον Μάρτιν;
  • Ναι. Είχα τηλεφωνήσει στον Χάρβεϊ (τον παραγωγό Χάρβεϊ Γουέινστιν) για να βάλει χρήματα σ’ ένα σχέδιο ταινίας που ήθελε να γυρίσει η γυναίκα μου. Δεν μου έδωσε λεφτά αλλά μου είπε ότι μ’ έψαχνε ο Μάρτι κι έτσι του τηλεφώνησα. Αυτό ήταν.
  • Ποια ήταν η σχέση σου με τον Ντι Κάπριο;
  • Ήταν όπως έπρεπε να είναι. Πώς να περιγράψεις τη σχέση εργασίας; Είχαμε την αναγκαία οικειότητα και την αναγκαία απόσταση. Την αναγκαία φιλία και την αναγκαία εχθρότητα, όταν αυτή χρειαζόταν. Η προσωπική μας σχέση περιοριζόταν όταν κουβεντιάζαμε για τις σκηνές που θα γυρίζαμε αλλά αυτό δεν γινόταν συχνά. Πιο συχνά μιλούσαμε για τη σύγκρουση των δυο αυτών χαρακτήρων μπροστά στην κάμερα. Είναι εντελώς αφοσιωμένος στη δουλειά που κάνει κι αυτό είναι το καλύτερο που μπορεί να ελπίζεις. Από τότε έχουμε παραμείνει φίλοι. Τα κινηματογραφικά πλατό ξέρεις μπορεί να είναι πολύ μοναχικά μέρη. Αισθάνεσαι μεγάλη μοναξιά, απομόνωση. Γι’ αυτό το λόγο μιλάει ο ένας στον άλλο για να μην αισθάνονται μόνοι. Αλλά για μένα αυτό δεν βοηθά στη δουλειά, αυτή η οικειότητα συχνά έρχεται σε σύγκρουση με αυτό που έχεις να κάνεις. Και νομίζω ότι ο Ντι Κάπριο το καταλάβαινε αυτό.
  • Μήπως σε φοβόταν;
  • Δεν το νομίζω. Είναι πολύ δυνατός χαρακτήρας. Μπορεί ως χαρακτήρας στην ταινία να με φοβόταν αλλά σαν άνθρωπος έχει θέληση και πείσμα. Γι’ αυτό αμφιβάλλω. Κάποιοι το είπαν στο παρελθόν αλλά δεν το πιστεύω. Πρέπει να τον ρωτήσεις ο ίδιος.
  • Ο χαρακτήρας σου στην ταινία σε επηρέασε καθόλου στη ζωή σου;
  • Όχι. Είναι δύσκολο βέβαια αλλά πάντα προσπαθείς να αποστασιοποιηθείς από τους χαρακτήρες που ερμηνεύεις. Υπάρχουν βέβαια αισθήματα μέσα σου που αν τα ελευθερώσεις είναι δύσκολο να τα ελέγξεις.
  • Αυτό είναι ίσως κι ένας λόγος που δεν θέλεις να παίζεις συχνά σε ταινίες;
  • Ίσως να είναι αλήθεια. Αλλά αυτό δεν είναι βάρος, γιατί μου αρέσει να εργάζομαι έτσι. Δεν εργάζομαι γιατί μ’ αρέσει να βασανίζω τον εαυτό μου, όπως λένε μερικοί στην Αγγλία. Ο,τι κι αν κάνω, που μπορεί να φαίνεται παράδοξο σε ορισμένους, και που ακόμη ξαφνιάζει και μένα τον ίδιο, γίνεται στην επιδίωξή μου να καταλάβω, για μένα αποτελεί μέρος της απόλαυσης της εργασίας. Χρησιμοποιείς όλα τα εργαλεία που μπορείς για να δώσεις το καλύτερο, χρειάζεται να βρεις κλειδιά για να ξεκλειδώσεις. Τα μισά απ’ αυτά που κάνω μπορεί να είναι άχρηστα αλλά ανεπαίσθητα αισθάνομαι ότι μπορεί να μου χρειαστούν γι’ αυτό τα δοκιμάζω. Τίποτα στη διαδικασία της προετοιμασίας μιας ταινίας, δεν μπορεί να είναι πιο τρελό από την ίδια τη διαδικασία. Φαντάσου να θέλεις να πείσεις τον κόσμο ότι είσαι κάποιος άλλος. Υπάρχει ποιο τρελό πράγμα απ’ αυτό;
  • Έχεις κάποια δική σου μέθοδο εργασίας;
  • Όχι. Δεν είναι επιστήμη. Δεν είναι κάποια διαδικασία που δεν επιδέχεται αλλαγές. Στη διάρκεια των χρόνων ξεκίνησα με βάση τη διδασκαλία του Στανισλάβσκι κι απ’ αυτήν ανάπτυξα μια δική μου μέθοδο, μια μέθοδο που μου ταιριάζει, όπως φαντάζομαι κάνει κάθε ηθοποιός. Υπάρχουν κάποια κοινά πράγματα αλλά σε κάθε δουλειά πρέπει να βρεις τα σωστά κλειδιά, τις σωστές ενδείξεις, τα σωστά δείγματα. Εκείνο που τελικά έχει σημασία είναι να δημιουργήσεις για τον εαυτό σου πρώτα απ’ όλα. Το ότι βλέπεις τον κόσμο με τα μάτια κάποιου άλλου και γι’ αυτό ελπίζεις ότι θα πείσεις τους άλλους που σε βλέπουν. Είναι μια δουλειά της φαντασίας, δεν ξέρω τι άλλο να πω…
  • Σκέφτεσαι καθόλου τα Όσκαρ;
  • Όχι. Ισως μέχρι το τέλος των επόμενων βδομάδων να με πείσουν οι παραγωγοί γιατί γι’ αυτούς τα Όσκαρ σημαίνουν κι άλλα χρήματα.
  • Μετά από τέτοιους δραματικούς και έντονους ρόλους θα ήθελες να γυρίσεις και κωμωδία;
  • Το έχω κάνει στο παρελθόν αν και όχι με μεγάλη επιτυχία. Το απόλαυσα και θα το ξανάκανα. Δεν ξέρω το λόγο γιατί κάτι με τραβά περισσότερο από κάτι άλλο. Πάντως, έχω παίξει σε πολλές κωμωδίες στο θέατρο.
  • Θα ξαναπάς στην απομόνωσή σου;
  • Δεν ξέρω ακόμη.
  • Τι κάνεις εκεί όταν πας; Θα ξανακάνεις τον τσαγκάρη;
  • Κάνω διάφορα πράματα σε διάφορους χρόνους. Προσπαθώ να μάθω πράματα, από περιέργεια.
  • Υπάρχει κάτι που θέλεις να μάθεις τώρα;
  • Αυτή τη στιγμή; Όχι, δεν σκέφτομαι τίποτα. Αλλά μπορεί να βρω κάτι.
  • Θα γινόσουν μποξέρ;
  • Τώρα είναι πολύ αργά. Είμαι πολύ μεγάλος πια.
  • Εξακολουθείς όμως να ασκείσαι στο μποξ;
  • Ναι.
  • Σου αρέσει το ότι είσαι εκπατρισμένος;
  • Από πρακτικής πλευράς ναι. Αλλά είμαι το ίδιο Αγγλος όσο και όποιος άλλος Αγγλος. Αυτή είναι η εμπειρία μου από τον κόσμο.
  • Πηγαίνεις τακτικά στην Αγγλία;
  • Ναι γιατί έχω συγγενείς και φίλους. Όχι όσο τακτικά θέλω αλλά πάντα χαίρομαι να πηγαίνω. Ηθελα πάντα να πάω να ζήσω στην Ιρλανδία. Από πέντε χρονών παιδί. Δεν είχα σκοπό να απορρίψω την αγγλικότητά μου αλλά επειδή υπήρχαν εκεί πράγματα που αγαπούσα ιδιαίτερα.
  • Στην Ιρλανδία αισθάνεσαι πιο κοντά στην Ευρώπη;
  • (Γελώντας) Εκεί έχουμε το Ευρώ…
  • Το ξέρεις ότι είσαι πολύ δημοφιλής με τις γυναίκες…
  • Ζω μια πολύ ήσυχη ζωή. Γιατί να το προσέξω;…Αν έβλεπες πως ζω θα καταλάβαινες ότι δεν μπορώ ν’ απαντήσω σε τέτοια ερώτηση. Ζω στη μέση του βουνού, οκτώ χιλιόμετρα από το πιο κοντινό χωριό, χωρίς τηλεόραση, με την οικογένειά μου. Γιατί να με απασχολεί αν είμαι δημοφιλής με τις γυναίκες;

—————————————————