«Έφυγε» σήμερα το πρωί σε ηλικία 69 ετών ο τελευταίος κρίκος ενός τραγικού-ντροπιαστικού  επεισοδίου της νεότερης ιστορίας της Ελλάδας, ο Νίκος Μπελογιάννης. Ο γιος του αγωνιστή της Αριστεράς Νίκου Μπελογιάννη (1915-1952), γνωστού ως «ο άνθρωπος με το γαρύφαλο»  που εκτελέστηκε στις 30 Μαρτίου του 1952.

Ηταν λίγων μηνών ο Νίκος όταν τουφεκίστηκε στην περιοχή Γουδή ο πατέρας του. Ο ίδιος γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1951 μέσα στη φυλακή από την δημοσιογράφο Ελλη Παππά που ήταν επίσης πολιτική κρατούμενη και αποφυλακίστηκε το 1964.  Ετσι, τον μεγάλωσε με πολύ αγάπη η αδελφή της, η συγγραφέας Διδώ Σωτηρίου.   

Σπούδασε χημικός-μηχανικός στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και εργάστηκε επί σειρά ετών στα αναστηλωτικά έργα της Ακρόπολης όπως  και σε άλλες υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού. Διετέλεσε προϊστάμενος  του «Κέντρου Λίθου» μέχρι την πρόωρη συνταξιοδότησή του για λόγους υγείας. Είχε τεράστιες γνώσεις για την συμπεριφορά των υλικών, απαραίτητες για την συντήρηση ευπαθών αντικειμένων.

Η ιστορία ήταν επίσης η μεγάλη του αγάπη.  Είχε διασχίσει την Ελλάδα και είχε κάνει αυτοψίες σε πλήθος μνημείων που χρειάζονταν «θεραπεία».  Ηταν αγιάτρευτος ταξιδευτής. Γι αυτό, δεν άφησε μέρα που να μην την ταξιδέψει, με πλοίο, με τρένο, με λεωφορείο μέχρι πρόσφατα και  την εισαγωγή του στο Λαϊκό Νοσοκομείο όπου μπήκε στην Εντατική.

Η πολιτική τον είχε βαθύτατα πληγώσει από τα μικράτα του και δεν ήθελε ο ίδιος να ασχοληθεί με την ενεργό πολιτική, αλλά δεν τον άφηνε αδιάφορο και η πολιτική πραγματικότητα που ζούσαμε τα δύσκολα χρόνια της οικονομικής κρίσης μέχρι σήμερα. Σε μια συνέντευξή του είχε πει: «Γνώριζα πως η πολιτική είναι σκέτη μπόχα. Όπως επίσης δεν ήθελα να ασχοληθώ ούτε με τη συγγραφή, ούτε με τη δημοσιογραφία – για να μη γίνονται συγκρίσεις. Κι έτσι έγινα χημικός μηχανικός. Ό,τι κι αν έλεγαν οι διάφορες θείτσες, του τύπου «παιδάκι μου, να γίνεις σαν τον πατέρα σου και να τον ξεπεράσεις!», εγώ δεν υπήρχε περίπτωση να τις ακούσω».

Ποιος ήταν όμως ο  πατέρας που δεν γνώρισε; Σύμφωνα με την μητέρα και τη θεία του  του, «ήταν ο διανοούμενος της Αριστεράς, το πιο φωτισμένο πνεύμα, που απλώς προέτρεξε της εποχής του πάρα πολύ. Και, φυσικά, ήταν ανεπιθύμητος σε όλους γι’ αυτόν το λόγο – και στη Δεξιά και στην Αριστερά».

Πήρε το όνομά του Νίκου Μπελογιάννη γιατί υπήρχε η παράδοση άμα ο πατέρας πεθάνει πριν βαφτιστεί ο γιος του να παίρνει το όνομά του. Αλλιώς θα τον έλεγαν Βίκτωρα, αλλά η γιαγιά του, η μάνα του Ν.Μπ., είχε πει «όχι, το παιδί θα βγει Νίκος!». «Στη δεκαετία του ’60 ήτανε «πρόβλημα» το όνομα Νίκος Μπελογιάννης» αφηγείται ο ίδιος, «με τους χαφιέδες έξω απ’ το σπίτι να παρακολουθούν. Στο σχολείο, άλλοι καθηγητές με κατατρέχανε, άλλοι έδειχναν πως συμπαραστέκονται.

Μετά ήρθε η Χούντα και εκεί ήταν ένα γερό πρόβλημα. Κι ύστερα, έγινε το ανάποδο – ξεκίνησαν οι πιέσεις απ’ τ’ Αριστερά: «Παιδάκι μου, να γίνεις σαν τον πατέρα σου!». Μιλάμε για γερές πιέσεις από τον Περισσό, στις οποίες δεν υπήρχε περίπτωση να ανταποκριθώ, γιατί είχα ξεκαθαρίσει τη θέση μου απέναντί τους – δεν ήθελα ούτε να τους ξέρω!».

Ετσι, έζησε στη σκιά των κατατρεγμένων για τις ιδέες τους. Και παρόλο που ορκιζόταν ότι δεν θα ασχοληθεί με την δημοσιογραφία και τη συγγραφή βιβλίων δεν το απέφυγε εντελώς. Συνεργάστηκε με την εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» δημοσιεύοντας σειρά άρθρων του όπου φαινόταν η  ευρυμάθεια,  η ευφυΐα και ο ανθρωπισμός του. Ασχολήθηκε με το έργο των γονιών του και της θείας του, Διδώς Σωτηρίου, μέσω εκδόσεων, επανεκδόσεων, επιμελειών  και εκδηλώσεων. Ο ίδιος έγραψε τα βιβλία: «Σταλινισμός:Η τέταρτη μονοθεϊστική θρησκεία» και «Δεν έχουμε να χάσουμε παρά το κεφάλι μας»

(εκδόσεις Αγρα, 2012, με την Αγγελική Κώττη).