ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Η γυναίκα σε μια περίοδο καταπίεσης και κακών οιωνών
Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

*** ½ – Δύση ηλίου

Napszallta/Sunset. Ουγγαρία, 2018. Σκηνοθεσία: Λάζλο Νέμες. Σενάριο: Λάσλο Νέμες, Κλάρα Ρόγιερ. Ηθοποιοί: Σουζάν Βίεστ, Βλαντ Ιβάνοβ, Ουρς Ρεχν. 142΄

Γνωστός ήδη με την πρώτη, βραβευμένη με Όσκαρ ταινία του, «Ο γιος του Σαούλ», ο Λάζλο Νέμες, με τη νέα του ταινία, που πρωτοείδαμε στο φεστιβάλ Βενετίας, «Ηλιοβασίλεμα» (βραβείο FIPRESCI), στρέφεται τη φορά αυτή στην περίοδο της αυστρο-ουγγρικής αυτοκρατορίας όταν αυτή βρισκόταν στη «Δύση» της (όπως ο πρωτότυπος τίτλος της ταινίας: Sunset), στα χρόνια πριν ακριβώς από τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, για να καταγράψει τη δύσκολη, συχνά εφιαλτική, πορεία μιας νέας γυναίκας που επιστρέφει στη Βουδαπέστη για να εργαστεί (και, στη συνέχεια να το διεκδικήσει) στο διάσημο κατάστημα καπέλων «Λάιτερ», που κάποτε ανήκε στην οικογένειά της αλλά και για να ανακαλύψει τι απέγινε ένας μέχρι τότε άγνωστος γι’ αυτήν αδερφός της, ύποπτος για τη φωτιά που έκαψε το κατάστημα όπου κάηκαν οι γονείς της.

Η Ίρις, η ηρωίδα (Σουζάν Βίεστ) κινείται σε μια περίοδο κοινωνικών και πολιτικών ανακατατάξεων, περίοδο επιστημονικών και άλλων ανακαλύψεων, όπου το παλιό συγκρούεται με το καινούριο, όπου αρχίζουν να κυριαρχούν οι θεωρίες του Φρόιντ, με τις ιδέες του σοσιαλισμού και του αναρχισμού να συγκρούονται με τον εθνικισμό και τον αντισημιτισμό.

Περίοδο, παράλληλα, όπου η γυναίκα, σε μια περίοδο καταπίεσης και κακών οιωνών (ο φασισμός βρίσκεται ήδη προ των πυλών), προσπαθεί να επιβάλει την προσωπικότητά και την αυτονομία της. Ο Νέμες αντιπαραθέτει την ωραία ατμόσφαιρα του καταστήματος, με τις γιορτές και τις δεξιώσεις, με τα όμορφα καπέλα και τις ελκυστικές νεαρές γυναίκες που εργάζονται εκεί (και από τις οποίες μερικές επιλέγονται κάθε τόσο για να «εξυπηρετήσουν», όπως μαθαίνουμε το παλάτι, αν και ποτέ δεν εξηγείται ακριβώς ο τρόπος) με τη φρίκη και τον τρόμο που έχει αρχίσει να κυριαρχεί στην πριν την έκρηξη του πολέμου (και όχι μόνο) εφιαλτική ατμόσφαιρα.

*** Η δουλειά της

Ελλάδα, 2018. Σκηνοθεσία: Νίκος Λαμπότ. Σενάριο: Κατερίνα Κλειτσιώτη, Νίκος Λαμπότ. Ηθοποιοί: Μαρίσα Τριανταφυλλίδου, Δημήτρης Ύμελλος, Μαρία Φιλίνη, Ελένη Καραγιώργη. 89΄

Στην ταινία του, «Η δουλειά της», ο Νίκος Labot μας παρουσιάζει το πορτρέτο της Παναγιώτας, μιας σχεδόν σαραντάχρονης νοικοκυράς με δυο παιδιά που, για να φροντίσει την οικογένειά της, αναγκάζεται να βρει για πρώτη φορά δουλειά, καθαρίστρια σε ένα καινούριο πολυκατάστημα, όταν ο άντρας της έχει χάσει τη δική του. Δουλειά που θα τη φέρει αντιμέτωπη με τις εργασιακές συνθήκες εκμετάλλευσης αλλά που τελικά θα τη βοηθήσει να αποκτήσει τη ν ελευθερία της.

Ο σκηνοθέτης καταγράφει με επιμονή στις λεπτομέρειες το οικογενειακό και κοινωνικό περιβάλλον (ο απαιτητικός σύζυγος που περνάει τη μέρα του διαβάζοντας εφημερίδα, πίνοντας καφέ ή παίζοντας λόττο, η έφηβη κόρη που αντιδρά ενάντια στην όλη οικογενειακή κατάσταση με διάφορους, εκνευριστικούς τρόπους στο σπίτι και στο σχολείο, ο φαινομενικά ευγενικός προϊστάμενος στο πολυκατάστημα που προσλαμβάνει τις εργάτριες και τις απολύει χωρίς καμιά δικαιολογία), με ένα ρεαλιστικό στιλ που μου θύμισε “Το προξενιό της Άννας” του Παντελή Βούλγαρη, ταινία στην οποία “Η δουλειά της” θα μπορούσε να αποτελεί το δίπτυχο της.

Ανάμεσα στις καλύτερες σκηνές αναφέρω εκείνη με την κάμερα να παρακολουθεί από ψηλά την Παναγιώτα σκυμμένη να καθαρίζει ένα κατακόκκινο χαλί, που γεμίζει όλο το πλάνο, με το κόκκινο να συμβολίζει, κατά κάποιο τρόπο, το αίμα που αναγκάζονται να χύνουν οι εργάτες δουλεύοντας κάτω από τις πιο κουραστικές, καταπιεστικές, συχνά απάνθρωπες συνθήκες.

*** Make the Economy Scream

Ελλάδα, 2019. Σκηνοθεσία-Σενάριο-Κάμερα: Άρης Χατζηστεφάνου. Μοντάζ: Άρης Τριανταφύλλου. Μουσική: Ερμής Γεωργιάδης. 80΄

«Κάντε την οικονομία να ουρλιάξει!», ήταν η διαταγή που έδωσε το 1970 ο Αμερικανός πρόεδρος Νίξον προς την CIA, για να διαλύσει την οικονομία της Χιλής και να εμποδίσει τον Σαλβαδόρ Αλιέντε από του να αναλάβει την εξουσία της χώρας. Κάτι παρόμοιο γίνεται και σήμερα από μέρους του Τραμπ για να ανατρέψει τον πρόεδρο Μαδούρο της Βενεζουέλας, μας λέει στο εξαιρετικό αυτό, δοσμένο με λεπτομερή ανάλυση, ντοκιμαντέρ του, ο δημοσιογράφος Άρης Χατζηστεφάνου.

Ξεκινώντας με χιούμορ (οι Αμερικανοί, αλλά και δικοί μας «σχολιαστές» σοκαρίστηκαν επειδή από τα ράφια των καταστημάτων του Καράκας έλειπε το χαρτί τουαλέτας), ο Χατζηστεφάνου ταξίδεψε στη Βενεζουέλα αλλά και στις Βρυξέλλες και στην Ουάσιγκτον για να περισυλλέξει τις διάφορες πληροφορίες του από πρόσωπα ανεξάρτητα (τόσο από Αμερική όσο και από Ευρώπη), που αποδεικνύουν με αριθμούς και γεγονότα τη μανία με την οποία τα επίσημα μίντια και από τις δυο πλευρές του Ατλαντικού προσπαθούν να αποδείξουν πως η Βενεζουέλα κινδυνεύει από λιμό και πολιτική καταπίεση, τη στιγμή που όλα καταδεικνύουν τον απεγνωσμένο αγώνα των Αμερικανών και των λοιπών συμμάχων τους (από Καναδά μέχρι αρκετές χώρες της Λατινικής Αμερικής που στηρίζονται στην αμερικανική βοήθεια) να αποτρέψουν την οποιαδήποτε αλλαγή του καθεστώτος, γεγονός που βάζει σε κίνδυνο όχι μόνο τα ντόπια συμφέροντά τους (και συγκεκριμένα το πετρέλαιο) αλλά και τα νεοφιλελεύθερα (σχεδόν ολοκληρωτικά, όπως το πρόσφατο της Βραζιλίας) καθεστώτα της Λατινικής Αμερικής που, με την επιτυχία της Βενεζουάλας κινδυνεύουν να απορρίψουν τον (θανατηφόρο) εναγκαλισμό των Ηνωμένων Πολιτειών, με άλλα λόγια του κεφαλαίου.

Το κακό, όπως αποδεικνύει με τα σχόλια, τις αποκαλυπτικές συνεντεύξεις και τα αδιάσειστα παραδείγματα, ο Χατζηστεφάνου, βρίσκεται στην απόφαση του Τραμπ να επιβάλει κυρώσεις στη Βενεζουέλα. Κυρώσεις, για να ανατρέψουν «το σοσιαλισμό που επιβλήθηκε ευλαβικά», όπως αναφέρει ο Αμερικανός πρόεδρος, και που αναγκάζουν τη χώρα, η οποία, αν και έχει χρήματα, δεν μπορεί να αγοράσει, από τις γειτονικές χώρες ή τον Καναδά, τα φάρμακα και τα διάφορα τρόφιμα που χρειάζεται, αναγκασμένη συχνά να στρέφεται στην Ινδία και την Κίνα.

Ενώ, με τη δήθεν ανθρωπιστική βοήθεια (παρόμοια μ’ εκείνη που πρόσφεραν στη Λιβύη με στόχο να ανατρέψουν τον Γκαντάφι), επιζητούν τρόπο να εισβάλουν στρατιωτικά στη χώρα. Η Βενεζουάλα, σίγουρα, έχει προβλήματα, όπως δεν αποφεύγει να το αναφέρει η ταινία, αλλά όλες οι χώρες της Λατινικής Αμερικής έχουν προβλήματα, και μάλιστα, στις πιο πολλές περιπτώσεις, χειρότερα. Στο στόχαστρο όμως είναι αποκλειστικά η Βενεζουέλα, όχι για τα εσωτερικά της προβλήματα (είναι η μόνη χώρα με πετρέλαιο που, όπως μαθαίνουμε, το κέρδος αυτό δεν το παραχώρησε αποκλειστικά στο κεφάλαιο αλλά μοίρασε μέρος του στους ίδιους τους κατοίκους. Αυτός, για τον Τραμπ και τους οπαδούς του, είναι σοσιαλισμός και πρέπει να εξαφανιστεί πριν… δηλητηριάσει και τις άλλες γειτονικές χώρες… Συνολικά, ένα ντοκιμαντέρ που αξίζει να δει ο κάθε Έλληνας γιατί η δύσκολη πορεία της Βενεζουέλας έχει πολλά κοινά σημεία και με τη χώρα μας.