ΝΕΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Οι παγίδες και τα αδιέξοδα της διασημότητας – κι ένας απολαυστικός, σατιρικός Τσάπλιν

Του Νίνου Φένεκ Μικελίδη

** ½ – Ιδρώτας

Sweat. Πολωνία, 2020. Σκηνοθεσία-σενάριο: Μάγκνους φον Χορν. Ηθοποιοί: Μαγκνταλένα Κολέσνικ, Τζούλιαν Σουιζέφσκι, Αλεξάνδρα Κονιέσκνα. 106´

Τις τρεις ημέρες από τη ζωή μιας γοητευτικής γυμνάστριας, διασημότητας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, περιτριγυρισμένης από πιστούς υπαλλήλους και θαυμαστές, αφηγείται στη δεύτερη αυτή ταινία του ο Πολωνός σκηνοθέτης Μάγκνους φον Χορν, για να μας αποκαλύψει τη μοναξιά και την κενότητα που κρύβονται πίσω από μια επιφανειακή εικόνα επιτυχίας.

Πίσω από τη λαμπρή, επιτυχημένη persona μιας τέλειας από όλες τις απόψεις, είδος ζωντανής Μπάρμπι, Σύλβια (μια γεμάτη δύναμη ερμηνεία από την Μαγκνταλένα Κολέσνικ), με τους περισσότερους από 600,000 ακόλουθους στο Instagram, και με το συνεχώς αυξανόμενο κέρδος για τους σπόνσορες της, υπάρχει η θλίψη, σχεδόν η απόγνωση, μιας γυναίκας που αναζητά απελπισμένα την κατανόηση και τον έρωτα: μια έλλειψη συναισθημάτων που ο σκηνοθέτης παρουσιάζει μέσα από σκηνές όπως εκείνη της επίσκεψης της Σύλβια στον εορτασμό των γενεθλίων της μητέρας της, ή εκείνη της αδιαφορίας που δείχνουν οι φαν αλλά και ο βοηθός της όταν τους αποκαλύπτει το βρόμικο βίντεο του διεστραμμένου άντρα που την παρακολουθεί, και που φτάνει στο αποκορύφωμά της στη σκηνή της τηλεοπτικής εμφάνισης της Σύλβια με το αναπάντεχο ξέσπασμά της.

Με ένα ρεαλιστικό στιλ στην όλη προσέγγιση, αν και χωρίς την αναγκαία σατιρική ματιά που δείχνει να απαιτεί το θέμα, ο Μάγκνους φον Χορν προσπαθεί, και μέχρι σε ένα βαθμό καταφέρνει (κι αυτό χάρη στη θαυμάσια ερμηνεία της πρωταγωνίστριας του), να εξετάσει, μέσα από την αλληγορία του αυτή, τις παγίδες και τα αδιέξοδα στα οποία οδηγεί η διασημότητα αλλά και μια κοινωνία influencer, όπως και η Σύλβια, που στηρίζεται στην εμφάνιση και όχι σε αυτό που υπάρχει πίσω από το φαίνεσθαι.

** ½ – Τα κόκκινα γοβάκια και οι επτά νάνοι

Red Shoes and the Seven Dwarfs. Νότια Κορέα, 2020. Μεταγλωττισμένα Κινούμενα σχέδια. Σκηνοθεσία: Σουνγκ-χο Χονγκ, Μουνγκ-χίου Γιάνγκ, Γιάνγκ Σικ Ουμ. Μεταγλωττισμένο, με τις φωνές των: Χιονάτη: Νεφέλη Κυριακίδη, Μέρλιν: Γιώργος Ματαράγκας, Άρθουρ: Γιώργος Φλωράτος, Χανς: Μιχάλης Γλυνιαδάκης, Πρίγκιπας: Αλέξανδρος Κομπόγιωργας
Ρεγγίνα: Ήβη Σοφιανού, Καθρέφτης: Ντίνος Σούτης. 92´

Μια κάπως ανατρεπτική μορφή του γνωστού παραμυθιού παρουσιάζει η κορεάτικη αυτή ταινία κινουμένων σχεδίων. Με την Χιονάτη του Παραμυθένιου Νησιού ν αναζητά, με τη βοήθεια των επτά νάνων (στην πραγματικότητα επτά πριγκίπων μεταμορφωμένων σε νάνους), και φορώντας τα μαγικά της γοβάκια, τον χαμένο βασιλιά πατέρα της, και που στην πορεία αντιμετωπίζει τη μοχθηρή βασίλισσα Ρετζίνα, η οποία προσπαθεί να αποκτήσει τα μαγικά γοβάκια της Χιονάτης.

Η εμφάνιση αλλά και η αποδοχή του εαυτού μας παίζει κι εδώ σημαντικό ρόλο, με τους Κορεάτες σκηνοθέτες, και με τη βοήθεια εξαιρετικών animators, να αναμειγνύουν έξυπνα και με χάρη διάφορους θρύλους (από εκείνους των αδερφών Γκριμ μέχρι και εκεινο του βασιλιά Αρθούρου και του Εξκάλιμπερ), για να αφηγηθούν την όμορφη αυτή περιπέτεια της ηρωίδας τους.

*½ – Ντε Γκωλ

De Gaulle. Γαλλία, 2020. Σκηνοθεσία: Γκαμπριέλ Λε Μπομέν. Σενάριο: Γκαμπριέλ Λε Μπομέν, Βαλερί Ρανσόν-Ανγκιάλ. Ηθοποιοί: Λαμπέρ Ουιλσόν, Ιζαμπέλ Καρέ, Ολιβιέ Γκουρμέ. 108´

Ύστερα από τη ζωή του Τσώρτσιλ στην πρόσφατη ταινία «Η πιο σκοτεινή ώρα» του Τζο Ράιτ, μας έρχεται τώρα η ζωή του διάσημου Γάλλου πολιτικού και στρατιωτικου Σαρλ Ντε Γκωλ. Η ζωή σε μια συγκεκριμένη περίοδο, εκείνη του Ιουνίου του 1940, πριν τα ναζιστικά στρατεύματα του Χίτλερ εισβάλουν στη Γαλλία. Ο γνωστός για τα ντοκιμαντέρ του σκηνοθέτης Γκαμπριέλ Λε Μπομέν παρουσιάζει, από τη μια, την οικογενειακή πλευρά της ζωής του Ντε Γκωλ (με τη γυναίκα και τα τρία παιδιά του) και, από την άλλη, τη σύγκρουση του με τον παλιό ήρωα της Βερντέν, στρατηγό Πετέν, που ήθελε συνθηκολόγηση με τον Χίτλερ, εστιάζοντας στις προσπάθειες του Ντε Γκωλ για αντίσταση ενάντια στον εχθρό και την τελική του απόφαση να καταφύγει τελικά στη Βρετανία.

Η αντιμετώπιση της ιστορίας από τον Μπομέν θυμίζει περισσότερο τηλεταινία, με ένα, γεμάτο κλισέ, σενάριο που να ανακατεύει, συχνά χωρίς λόγο και σε βάρος του ρυθμού, την οικογενειακή ζωή του Ντε Γκωλ με εκείνη του στρατιωτικού, και με ένα, παρά τις ερμηνευτικές του ικανότητες, Ρομπέρ Ουιλσόν, να μην πείθει στο ρόλο του Ντε Γκωλ.

ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΕΙΣ

***** Ο μεγάλος δικτάτορας

The Great Dictator. ΗΠΑ, 1940. Σκηνοθεσία-σενάριο: Τσάρλι Τσάπλιν. Ηθοποιοί: Τσάρλι Τσάπλιν, Πολέτ Γκοντάρντ, Τζακ Όουκι, Ρέτζιναλντ Γκάρντινερ, Χένρι Ντάνιελ. 125´

Στην πρώτη του εντελώς ηχητική ταινία, όπου ακούμε τη φωνή του Σαρλό για πρώτη φορά, ο Τσάπλιν στρέφεται στον Χίτλερ για να σατιρίσει, με τον πιο καυστικό τρόπο, τον δικτάτορα σε μια εποχή που ακόμη στις ΗΠΑ υπήρχαν άνθρωποι που πίστευαν πως μπορούσαν να τα βρουν με τον επικίνδυνο αυτό ηγέτη του φασισμού.

Ο Τσάπλιν καταφέρνει να συνδυάσει τέλεια τη σοβαρή ματιά με το χιούμορ και τη σατιρική διάθεση, χρησιμοποιώντας τον ανθρωπάκο του για να δώσει την ανθρώπινη, τραγική πλευρά του συμπαθητικού, αμνησιακού κουρέα που επιστρέφει από τα χαρακώματα του πρώτου παγκόσμιου πολέμου για να βρεθεί σε μια χώρα όπου ο δικτάτορας Αδόλφος Χίνκελ, έχει ξεκινήσει τη σταδιακή, οργανωμένη εξόντωση των Εβραίων.

Η ταινία περιέχει μερικές από τις πιο πετυχημένες, απολαυστικές σκηνές του τσαπλινικού έργου: ο κουρέας Σαρλό που κουρεύει τον πελάτη στους ήχους και το ρυθμό της Ουγγρικής Ραψωδίας του Μπραμς, ο Σαρλό, που έχοντας πάρει τη θέση του δικτάτορα αρχίζει να χορεύει γύρω από την υδρόγειο, ή η συνάντηση του Ιταλού δικτάτορα Ναπαλόνι με τον Χίτλερ. Για να καταλήξει στην αξέχαστη ομιλία του φινάλε, όταν ο εκτός ρόλου πια Τσάπλιν απευθύνεται στο θεατή με μια έκκληση για ειρήνη και αλληλεγγύη. Ένα αριστούργημα που βλέπεται και ξαναβλέπεται με την ίδια πάντα απόλαυση!

**** Μπίλυ ο ψεύτης

Billy Liar. Βρετανία, 1963. Σκηνοθεσία: Τζον Σλέσινγκερ. Σενάριο: Κιθ Γουότερχαουζ, Γουίλις Χολ, από μύθ. Κιθ Γουότερχαουζ. Ηθοποιοί: Τομ Κόρτνεϊ, Τζούλι Κρίστι, Γουίλφρεντ Πικλς. 98´

Ένα από τα ωραία δείγματα του αγγλικού νέου κύματος, των «οργισμένων νέων» μιας σειράς ταινιών του γνωστού ως «free cinema» (αλλά και του θεάτρου), με έναν απολαυστικό Τομ Κόρτνεϊ στο ρόλο του τεμπέλη υπαλλήλου σε γραφείο κηδειών μιας επαρχιακής πόλης της Βόρειας Βρετανίας που ζει σε ένα φανταστικό ηρωικό κόσμο για να γλιτώσει από την αδιάφορη, κουραστική δουλειά του, τις δυο φιλενάδες του και τον καταπιεστικό πατέρα του.

Με ένα ωραίο, με έξυπνα ευρήματα σενάριο, με μια φωτογραφία (ασπρόμαυρη του Ντένις Κουπ) που συνδυάζει έξοχα τις εκπληκτικές, του ήρες φαντεζίστικες σκηνές με εκείνες μιας ανυπόφορης, άθλιας καθημερινότητας, έμμεσο σχόλιο πάνω σε μια κουρασμένη μεταπολεμική γενιά, ο Σλέσινγκερ έφτιαξε μια συναρπαστική ταινία που δεν έχασε τη φρεσκάδα της.