Σε αναζήτηση του άγνωστου εαυτού μας.

**** Το άγνωστο κορίτσι
La fille inconnue. Βέλγιο/Γαλλία, 2016. Σκηνοθεσία-σενάριο: Ζαν-Πιέρ Νταρντέν, Λικ Νταρντέν. Ηθοποιοί: Αντέλ Ενέλ, Ολιβιέ Μπονό, Ζερεμί Ρενιέ, Ολιβιέ Γκουρμέ. 113′

Από τους βραβευμένους δυο φορές με το Χρυσό Φοίνικα των Κανών αδερφούς Νταρντέν («Το παιδί», «Ροζέτα») έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε εξαιρετικές, δοσμένες πάντα με ένα ρεαλιστικό στιλ, ταινίες. Ταινίες, στις οποίες ο άνθρωπος, όπως και στις ταινίες του Βρετανού Κεν Λόουτς, είναι πάντα στο επίκεντρο, και όπου το περιβάλλον παίζει σημαντικό ρόλο. Το ίδιο συμβαίνει και με τη νέα τους ταινία, «Το άγνωστο κορίτσι», που καταπιάνεται με το θέμα της ενοχής. Η ταινία ακολουθεί την έρευνα μιας νεαρής γιατρού, της Τζένιφερ Νταβέν (μια με ευαισθησία και λεπτότητα ερμηνεία από την Αντέλ Ενέλ) να ανακαλύψει την ταυτότητα ενός άγνωστου κοριτσιού, το οποίο αρνήθηκε να βοηθήσει και που στη συνέχεια βρίσκεται νεκρό κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες.

Οι Νταρντέν αφηγούνται την έρευνα της γιατρού μέσα από λιτές σκηνές, ακολουθώντας, με ένα με άνετο ρυθμό, την ηρωίδα τους στις διάφορες προσπάθειές της να μάθει κάτι για το νεκρό κορίτσι, για το θάνατο του οποίου αισθάνεται ενοχή. Προσπάθειες που τη φέρνουν αντιμέτωπη με το νεαρό, δόκιμο βοηθό της, με διάφορους ασθενείς της, οι οποίοι αρχικά αποφεύγουν να της αποκαλύψουν τη σχέση τους με το κορίτσι, με μετανάστες στην περιοχή όπου έχει το ιατρείο της, καθώς και με ανθρώπους του υποκόσμου, για να οδηγηθεί τελικά όχι μόνο σε αυτό που αναζητά αλλά και σε μια αυτογνωσία, που της επιτρέπει από ψυχρή υπερόπτρια και γυναίκα που καταπιέζει τα αισθήματά της, να μετατραπεί σε μια καλύτερη, και με περισσότερη ανθρωπιά, γιατρός.

Με τη σκέψη πως «αν είχα ανοίξει την πόρτα, το κορίτσι σήμερα θα ζούσε», η Τζένι μετατρέπεται σε ένα είδος ιδιωτικού ντετέκτιβ, που περιφέρεται στους χώρους των μεταναστών του Βελγίου σε αναζήτηση της ταυτότητας της μυστηριώδους νεκρής αλλά και για να καλύψει τις δικές της ενοχές, με τους Νταρντέν να ακολουθούν το στιλ του θρίλερ για να καταγράψουν τη μικρή της οδύσσεια, την οδύσσεια της Τζένι, όχι μόνο για την ανακάλυψη του άγνωστου κοριτσιού, αλλά και του άγνωστου εαυτού της.

*** Παράδοξη ευτυχία
Original Bliss/Geissendes Gluck. Γερμανία, 2016. Σκηνοθεσία: Σβεν Τάντικεν. Σενάριο: Στέφανι Βάιτ, Χέντρικ Χέλτζεμαν, Σβεν Τάντικεν. Ηθοποιοί: Μαρτίνα Γκέντεκ, Ούλριχ Τούκουρ, Γιοχάνες Κρις. 101′

Με τα πνευματικά και άλλα αδιέξοδα μιας μεσήλικης γυναίκας, σε κρίση ηλικίας καταπιάνεται στην ταινία του αυτή, με βάση μια νουβέλα της Σκωτσέζας συγγραφέα Άλισον Κένεντι, ο Γερμανός σκηνοθέτης Σβεν Τάντικεν. Η Ελένε (μια πολύ καλή Μαρτίνα Γκέντεκ) έχει φτάσει σε αδιέξοδο: αδιάφορος, βίαιος συχνά, γάμος χωρίς καμιά πνευματική η σεξουαλική ικανοποίηση, έλλειψη οποιασδήποτε επαφής ή και επικοινωνίας με το θεό.

Η τυχαία συνάντησή της πουριτανής Ελένε με το διάσημο ψυχολόγο καθηγητή Έντουαρντ Γκλούκ (εξίσου καλός στο ρόλο ο Ούλριχ Τούκουρ) της προσφέρει, προσωρινά, μια πλατωνική, από ερωτικής πλευράς, διέξοδο, ώσπου ξαφνικά ανακαλύπτει πως και ο Γκλουκ έχει τα δικά του προσωπικά προβλήματα, ιδιαίτερα τα σεξουαλικά του βίτσια (και συγκεκριμένα την πορνογραφία), που όπως πιστεύει ο ιδιος οφείλεται στο επάγγελμά του, αν και για την Ελένε αυτό φαίνεται περισσότερο να τη διασκεδάζει παρά να την ενοχλεί.

Τελικά είναι η αποκάλυψη αυτή που θα φέρει πιο κοντά τα δυο αυτά βασανισμένα, εγκαταλειμμένα σε ένα άδειο, αποξενωμένο, κόσμο, άτομα. Και που ο Τάντικεν («Οι φίλοι της Έμα») καταγράφει με μια κάμερα να έρευνά επίμονα, από κοντά, και να καταγράφει με λεπτομέρεια τα αίσθημα και τις αντιδράσεις τους, αποσπώντας εξαιρετικές ερμηνείες από τους δυο πρωταγωνιστές του.

* 1/2 – Ένα βήμα τη φορά
Patients/Step by Step. Γαλλία, 2016. Σκηνοθεσία: Μεχντί Ιντίλ, Γκραν Κορ Μαλάντ. Σενάριο: Φαντέντ Ντρουάρ, Γκραν Κορ Μαλάντ. Ηθοποιοί: Πάμπλο Πολί, Σουφιάν Γκεράμπ, Μουσά Μασαλί. 110′

Βιογραφική ταινία, βασισμένη στην αληθινή περιπέτεια του slam poet (ποιητή/τραγουδιστή/περφόρμερ) Φαμπιέν Μαρσό (γνωστός με το ψευδώνυμο Γκραν Κορ Μαλάντ), ο οποίος ύστερα από ατύχημα καθηλώνεται στο κρεβάτι σε ειδικό κέντρο αποκατάστασης, καταφέρνοντας, παρά την τετραπληγία του και τα αλλά σοβαρά του τραύματα, να ξαναφτιάξει τη ζωή του. Δυστυχώς, η περιορισμένη σε μια χιουμοριστική, ανεκδοτολογική, επιφανειακή αντιμετώπιση της ιστορίας, δεν είναι αρκετή για να δώσει το δράμα και τον καθημερινό αγώνα του παραπληγικού αυτού ήρωα.

* The Last Face
ΗΠΑ, 2016. Σκηνοθεσία: Σον Πεν. Σενάριο: Έριν Ντίγκναμ. Ηθοποιοί: Σαρλίζ Θέρον, Χαβιέ Μπαρντέμ, Αντέλ Εξαρχόπουλος, Τζάρεντ Χάρις, Ντενίζ Νιούμαν. 132′

Με αρκετές αδυναμίες η νέα ταινία που σκηνοθέτησε ο γνωστός ηθοποιός Σον Πεν, ο οποίος ως σκηνοθέτης, το 2007, μας είχε δώσει το εξαιρετικό, αν και υποτιμημένο, «Ταξίδι στην άγρια φύση» και παλιότερα, το εξίσου ενδιαφέρον «The Indian Runner». Στόχος του, τη φορά αυτή, να μας δώσει μια εικόνα του σκληρού, συχνά επικίνδυνου για την ίδια τη ζωή τους, αγώνα των Γιατρών του Κόσμου, σε εμπόλεμες περιοχές.

Η ταινία αφηγείται την ιστορία ενός τέτοιου ζευγαριού γιατρών (που το ερμηνεύουν η Σαρλίζ Θέρον και ο Χαβιέ Μπαρντέμ), σε διάφορες χώρες της Αφρικής. Παράλληλα με τον καθημερινό αγώνα του ζευγαριού και των άλλων γιατρών που τους ακολουθούν, η ταινία αφηγείται και τον έρωτα του ζευγαριού, που φαίνεται να προστέθηκε για εμπορικούς λόγους. Ο Πεν χρησιμοποιεί όλα τα κλισέ για να αφηγηθεί την ιστορία του, αγγίζοντας συχνά τα όρια του δακρύβρεχτου μελό, ενώ από πλευράς φωτογράφησης, η ταινία περιορίζεται σε μια όμορφη τουριστική προβολή των χώρων.

ΟΙ ΑΛΛΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ

Η πεντάμορφη και το τέρας
Beauty and the Beast. ΗΠΑ, 2017. Σκηνοθεσία: Μπιλ Κόντον. Σενάριο: Στίβεν Σμπότσκι, Ίβαν Σπιλιοτόπουλος. Ηθοποιοί: Έμα Γουάτσον, Νταν Στίβενς, Κέβιν Κλάιν, Γιούαν ΜακΓκρέγκορ, Λουκ Έβανς. 129′

Μετά τα πετυχημένα κινούμενα σχέδια του 1991 και το επίσης πετυχημένο μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ, η Ντίσνεϊ επανέρχεται, τη φορά αυτή, με μια βερσιόν με ζωντανούς ηθοποιούς του γνωστού και πολυαγαπημένου παραμυθιού. Με παρόμοια μαγεία στη μεταφορά (ντεκόρ, ατμόσφαιρα, μουσική, τραγούδια) και ικανοποιητικές (αν και όχι ιδιαίτερα εντυπωσιακές) ερμηνείες, και στρωτή σκηνοθεσία, η Ντίσνεϊ και ο Κόντον («Θεοί και δαίμονες») έφτιαξαν μια ταινία για όλη την οικογένεια, που παρακολουθείται ευχάριστα, χωρίς όμως να προσφέρει τίποτα το ιδιαίτερο.